AP Photo / Yorgos Karahalis

ΠΩΣ ΘΑ ΕΠΗΡΕΑΣΕΙ ΤΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ Η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Πώς θα είναι η Αθήνα σε 20 χρόνια; Πόσο σημαντικές είναι οι αστικές συγκοινωνίες για το μέλλον μας; Μπορούν οι πόλεις μας να γίνουν «κλιματικά ουδέτερες»; Η σχέση κλιματικής κρίσης και αστικού περιβάλλοντος είναι αμφίδρομη και οφείλουμε να την αναγνωρίζουμε και να τη διαχειριστούμε.

Υπάρχουν ορισμένα ζητήματα για τα οποία μονίμως υιοθετούμε τη στάση της στρουθοκαμήλου. Επιλέγουμε να τα αγνοούμε, αντί να βρούμε τρόπους να τα διαχειριστούμε. Ένα από αυτά θεωρώ ότι είναι η κλιματική κρίση, με την οποία πλέον ζούμε σε καθημερινή βάση, ιδίως όσοι είμαστε κάτοικοι αστικών περιοχών, όπως η Αθήνα.

Όμως, η σχέση κλιματικής κρίσης και αστικού περιβάλλοντος είναι αμφίδρομη και αυτό αποκαλύπτει η πρώτη ομιλία του κύκλου εκπαιδευτικών δράσεων για την προώθηση της ποιοτικής Κλιματικής Εκπαίδευσης για Όλους της Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης, «Προστασία της Φύσης Lab». «Οι πόλεις συμβάλλουν με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου στην κλιματική κρίση, αλλά και δέχονται -και μάλιστα με αυξημένη ένταση και συχνότητα - τις επιπτώσεις της. Αλλάζοντας το σχεδιασμό και τον τρόπο οργάνωσής τους, με περισσότερο πράσινο, λιγότερα αυτοκίνητα, ενεργειακά αναβαθμισμένα κτίρια, έξυπνες λύσεις στο επίπεδο της γειτονιάς, μπορούν να μετριάσουν τη συμβολή τους στην κλιματική κρίση και να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα τους σε αυτή», λέει ο Νίκος Πέτρου, Πρόεδρος της ΕΕΠΦ, Αντιπρόεδρος του Διεθνούς Ιδρύματος για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση.

Με αφορμή την πρώτη αυτή ομιλία είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με τον Κωνσταντίνο Καρτάλη, Καθηγητή Φυσικής Περιβάλλοντος και Κλίματος και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κλιματική Αλλαγή, αναφορικά με την εικόνα που παρουσιάζουν σήμερα οι ελληνικές πόλεις και τις προκλήσεις που θα κληθούν να διαχειριστούν στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον.

– Πώς θα επηρεάσει η κλιματική κρίση την Αθήνα και ποιοι κάτοικοι της πρωτεύουσας θα επηρεαστούν περισσότερο;

Η σημαντικότερη επίπτωση που έχει η κλιματική κρίση στην Αθήνα είναι η αύξηση στον αριθμό των καυσώνω από περίπου 2 ημέρες ανά έτος το 1900 φτάσαμε σε περίπου 12 το 2020. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι η βάσιμη εκτίμηση για το μέλλον –για την περιοχή της ΝΑ Μεσογείου– είναι περισσότεροι καύσωνες, με μεγαλύτερη διάρκεια και αυξημένη ένταση. Σύμφωνα με κλιματικές προσομοιώσεις, που βασίζονται στο απαισιόδοξο σενάριο (ότι η διεθνής κοινότητα δεν θα καταφέρει να συγκρατήσει την αύξηση της θερμοκρασίας κάτω των 2 βαθμών Κελσίου), η Αθήνα θα έχει περίπου 8-10 παραπάνω επεισόδια καύσωνα σε περίπου 20 χρόνια από σήμερα σε σύγκριση με τον αντίστοιχο αριθμό για το διάστημα 1971-2000.

AP Photo/Petros Giannakouris

Σε έρευνα που πραγματοποιήσαμε στο ΕΚΠΑ, μετρήσαμε την εσωτερική θερμοκρασία σε 60 κατοικίες χαμηλού εισοδήματος χωρίς μόνωση, διπλά τζάμια και κλιματισμό στην Αθήνα (καθ' όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού). Οι μετρήσεις έδειξαν ότι για το 50% περίπου του διαστήματος η εσωτερική θερμοκρασία ήταν πάνω από 34°C. Διαπιστώθηκαν, επίσης, διαστήματα 145 διαδοχικών ωρών με εσωτερικές θερμοκρασίες άνω των 34°C, ενώ στο τέλος κάθε καύσωνα η εσωτερική  θερμοκρασία έφτανε περίπου τους 38°C! Δεδομένης της αύξησης της εμφάνισης των καυσώνων και εξαιτίας της αύξησης της θερμοκρασίας, ο πληθυσμός χαμηλού εισοδήματος αποτελεί το πρώτο θύμα της κλιματικής αλλαγής, γεγονός που παραπέμπει στην επείγουσα ανάγκη για τη βελτίωση της ποιότητας των κτιρίων.

– Τι εννοούμε με τον όρο «πόλεις κλιματικά ουδέτερες»; Μπορεί η Αθήνα και οι μεγάλες ελληνικές πόλεις να γίνουν κλιματικά ουδέτερες;

Το να γίνει μία πόλη «κλιματικά ουδέτερη» σημαίνει από τη μία μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου όσο το δυνατόν περισσότερο και από την άλλη αντιστάθμιση για τυχόν εναπομένουσες εκπομπές (λ.χ. με την αύξηση του πρασίνου που έχει τη δυνατότητα απομάκρυνσης του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα). Είναι ένα στοίχημα που γίνεται όλο και δυσκολότερο όσο αυξάνει το μέγεθος της πόλης, ιδιαίτερα αν πρόκειται για πόλη με προβληματική πολεοδομία, «γηρασμένο» κτιριακό απόθεμα, περιορισμένους πράσινους χώρους ή/και προβληματικό δίκτυο μεταφορών.

AP Photo/Yorgos Karahalis

Θεωρητικά κάθε πόλη μπορεί να γίνει κλιματικά ουδέτερη. Το αν θα το καταφέρει, όμως, εξαρτάται από το κατά πόσο έχει σχεδιάσει ένα ολοκληρωμένο μακροπρόθεσμο σχέδιο – θα έλεγα διάρκειας δύο δεκαετιών περίπου για μεγάλες πόλεις - που θα περιλαμβάνει παρεμβάσεις στον κτιριακό τομέα (δημόσιο και ιδιωτικό), στις μεταφορές (όλο και λιγότερη χρήση των ΙΧ οχημάτων), στην ενέργεια, στη βιομηχανία/βιοτεχνία και στη μίξη χρήσεων γης. Και φυσικά, αν διαθέτει τους πόρους και την επιμονή.

Αυτό το διάστημα υπάρχουν πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που στηρίζουν χρηματοδοτικά τις πόλεις. Πιστεύω ότι οι περισσότερες θα διαμορφώσουν κάποιες γειτονιές ως κλιματικά ουδέτερες, αλλά λίγες θα επιτύχουν τον καθολικό μετασχηματισμό τους.

EUROKINISSI/ Mihalis Karagiannis

– Σε ποιον βαθμό είναι απαραίτητη η χρήση των αστικών συγκοινωνιών;

Πόλη που δεν διαθέτει επαρκώς αναπτυγμένο και λειτουργικό δίκτυο αστικών συγκοινωνιών δεν θα τα καταφέρει να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των κατοίκων της και να μετριάσει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, αλλά και των αερίων ρύπων. Η εικόνα της πολιορκημένης από αυτοκίνητα Αθήνας δεν έχει μέλλον.

– Ποιος ο ρόλος των πάρκων στην διαχείριση της κλιματικής κρίσης;

Έχει αποδειχθεί ότι τη σημαντικότερη συμβολή στις πόλεις σε ότι αφορά στην εκτόνωση των θερμικών πιέσεων έχουν τα μικρά και τα μεσαία πάρκα, που αναπτύσσονται διάσπαρτα στο χώρο («αστικός βελονισμός»). Τα πάρκα τσέπης έχουν μικρότερη εμβέλεια, δεν παύει όμως να αποτελούν μία εξαιρετική αστική παρέμβαση (είναι φανερή αυτό το διάστημα από τις σχετικές παρεμβάσεις του Δήμου Αθηναίων).

ΠΟΛΗ ΧΩΡΙΣ ΕΠΑΡΚΩΣ ΑΝΑΠΤΥΓΜΕΝΟ & ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΔΕΝ ΘΑ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕΙ ΝΑ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΗΣ.

– Τι θα βελτιώσει περισσότερο τη ζωή ενός κατοίκου της Αθήνας; Η ανάπλαση της Πανεπιστημίου ή ενός μικρού δρόμου;

Θα έλεγα ούτε η μία παρέμβαση ούτε η άλλη, εφόσον δεν εντάσσονται σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Η πόλη δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα σύμπλεγμα κτιρίων και δρόμων, αλλά ως ένας «ζωντανός οργανισμός» που αναπτύσσεται στον χώρο και στον χρόνο, αξιοποιεί το πολιτιστικό απόθεμα, διευκολύνει την κινητικότητα των κατοίκων και επικοινωνεί μαζί τους. Έχω δει πόλεις να αναπτύσσουν σχέδια προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή που κατά την εφαρμογή τους απέτυχαν, επειδή αγνόησαν το «vibe» της πόλης.

– Υπάρχουν παραδείγματα ελληνικών πόλεων που να βρίσκονται σε καλό δρόμο όσον αφορά την κλιματική ουδετερότητα και την προσαρμοστικότητά τους στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής;

Αρκετές πόλεις κάνουν προσπάθειες όσον αφορά την προσαρμοστικότητά τους στις επιπτώσεις που έχει η κλίματική κρίση, ανάμεσά τους η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, που έχουν συγκροτημένα σχέδια μείωσης των εκπομπών ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα. Επίσης, τα Τρίκαλα έχουν αναδείξει τις αστικές λύσεις πρασίνου, ο Πειραιάς, η Πάτρα, το Ηράκλειο, κ.α. έχουν προωθήσει έργα ανάπλασης που βελτιώνουν το αστικό περιβάλλον. Από την άλλη, υπάρχουν πόλεις που νομίζουν ότι ένας ποδηλατόδρομος είναι αρκετός. Ο δρόμος παραμένει μακρύς.

Freepik

– Είναι στο χέρι του πολίτη ή της πολιτείας η επίλυση των προβλημάτων του αστικού περιβάλλοντος που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή; Τι μπορεί και οφείλει να κάνει καθένας από την πλευρά του;

Το κύριο βάρος είναι στην Πολιτεία, που πρέπει άλλωστε να δρομολογήσει και τα έργα υποδομής, αλλά και τις καίριες πολιτικές δράσεις. Σε πολλές πόλεις στο εξωτερικό δοκιμάζονται νέες λύσεις: από τη γειτονιά των 15 λεπτών στο Παρίσι και τον περιορισμό της χρήσης ΙΧ αυτοκινήτων στα κέντρα μέχρι τις πράσινες οροφές και τα ψυχρά υλικά που μειώνουν τη θερμοκρασία.

Από τη μεριά του, ο πολίτης μπορεί να συμβάλει, πέρα από την άσκηση πίεσης, με την αλλαγή κάποιων συνηθειών του, π.χ. να χρησιμοποιεί περισσότερο τα μέσα μαζικής μεταφοράς αντί τα ΙΧ αυτοκίνητα, να φροντίζει για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας στην κατοικία του. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάθε Έλληνας προκαλεί – άμεσα ή έμμεσα - εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που αντιστοιχούν σε 6,5 τόνους το έτος. Το 2030, ο αντίστοιχος αριθμός θα πρέπει να είναι περίπου 3,5 τόνοι το έτος.

EUROKINISSI/ Stelios Misinas

- Μήπως φταίει σε έναν βαθμό η γλώσσα που χρησιμοποιούν οι επιστήμονες για την παρουσίαση τέτοιων θεμάτων; Μήπως η απλοποίηση να βοηθούσε περισσότερο στην ευαισθητοποίηση των πολιτών και στην κινητοποίησή τους;

Η απλοποίηση σίγουρα βοηθά και είναι βέβαιο ότι μπορεί να γίνει χωρίς απώλεια ακρίβειας. Όπως βοηθά και η ψύχραιμη αντιμετώπιση των προβλημάτων, χωρίς τις καταστροφολογίες που συχνά ακούγονται σε ότι αφορά στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής (π.χ. «θα γίνουμε Σαχάρα»). Η ψύχραιμη και τεκμηριωμένη επιστημονική γνώση είναι ο καλύτερος σύμμαχος για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων πολιτικής. Αρκεί βέβαια να λαμβάνεται και υπόψη…

Ο καθηγητής Κωνσταντίνος Καρτάλης.
Ο καθηγητής Κωνσταντίνος Καρτάλης.

Ο Κωνσταντίνος Καρτάλης είναι Καθηγητής Φυσικής Περιβάλλοντος και Κλίματος στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κλιματική Αλλαγή και της αντίστοιχης Εθνικής Επιστημονικής Επιτροπής. Είναι εμπειρογνώμονας της Ε.Ε. στο πρόγραμμα Urban Innovation Actions και σε αυτό για Net Zero Cities και μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του Διεθνούς Δικτύου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Οικολογικά Σχολεία. Έχει διατελέσει μέλος του Επικουρικού Οργάνου των Ηνωμένων Εθνών για την εφαρμογή της Συμφωνίας των Παρισίων και Αντιπρόεδρος του Διεθνούς Γραφείου Εκπαίδευσης της UNESCO.

Exit mobile version