ΜΗΠΩΣ ΒΑΖΕΙΣ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΟΥ ΣΕ ΡΟΛΟ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗ;
Είναι σε θέση ένα παιδί να αναλάβει τον ρόλο του «ψυχοθεραπευτή» για τον γονιό του και να αντέξει το συναισθηματικό βάρος που αυτό συνεπάγεται;
Κατά γενική ομολογία, οι γονείς αισθανόμαστε ότι τα παιδιά μας έχουν την δύναμη να λειτουργούν στην ψυχή μας με τρόπο καταπραϋντικό. Παρά την κούραση, τις ευθύνες και τις εντάσεις που προκύπτουν από την ανατροφή τους, η ύπαρξή τους και μόνο μας προσφέρει συναισθηματική πληρότητα, ενώ η αγκαλιά τους μπορεί να είναι η απάντηση σε όλα τα ερωτήματα της ζωής. Φράσεις όπως «Το παιδί μου είναι το αποκούμπι μου, το στήριγμά μου», που έχουν χρησιμοποιηθεί ανά τους αιώνες σε πολλές παραλλαγές, επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι τα παιδιά μας δρουν μέσα μας με τρόπο θεραπευτικό. Ωστόσο, όταν γίνονται εκούσια ή ακούσια μάρτυρες συζητήσεων και καταστάσεων που αφορούν αποκλειστικά τους γονείς, μοιάζει συχνά σαν να αναλαμβάνουν τον ρόλο του ψυχοθεραπευτή.
Καθώς παιδιά και έφηβοι είναι σε μια ηλικία που δεν τους επιτρέπει να αξιολογήσουν σωστά ένα σοβαρό γεγονός, γίνονται δέκτες πληροφοριών τις οποίες δεν ξέρουν πώς να διαχειριστούν, με αποτέλεσμα να νιώθουν φόβο, σύγχυση, αίσθημα ευθύνης και ενοχές.
Τα παιδιά δεν είναι ψυχοθεραπευτές, ούτε σύμβουλοι γάμου
Οι περισσότεροι γονείς γνωρίζουμε ποια θέματα επιτρέπεται να συζητιούνται μπροστά στα παιδιά και ποια όχι. Εντούτοις, επηρεασμένοι από την παρόρμηση της στιγμής ή το επείγον ενός θέματος, πολλές φορές τα εκθέτουμε σε συζητήσεις για τα οικονομικά μας προβλήματα, τα προβλήματα του γάμου ή της συμβίωσης, για σοβαρά ζητήματα σωματικής ή ψυχικής υγείας κ.ά. Είναι η ώρα που αχνοφαίνεται στον ορίζοντα μια άλλη κλασική φράση: «Εγώ με τα παιδιά μου είμαστε φίλοι».
Είναι γνωστό ότι τα παιδιά απορροφούν σαν σφουγγάρι κάθε αντίδραση των γονιών τους. Ο φόβος μήπως χωρίσουν, μήπως δεν έχουν χρήματα ή μήπως είναι άρρωστοι, τα επιβαρύνει ψυχολογικά, όπως και πολλά άλλα ζητήματα.
Σχετικά με αυτό, ο David Schwartz, πιστοποιημένος ψυχοθεραπευτής που ειδικεύεται σε θέματα οικογενειακών σχέσεων, αναφέρει: «Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουν οι γονείς ότι τα παιδιά δεν είναι όπως οι φίλοι μας, με τους οποίους μπορούμε να συζητήσουμε ελεύθερα τους προβληματισμούς μας. Οι έφηβοι συχνά δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά ανάμεσα στο πότε απλώς εκτονώνουμε έντονα συναισθήματα και πότε σκεφτόμαστε να πάρουμε σοβαρές αποφάσεις που θα επηρεάσουν την οικογένεια. Ακριβώς επειδή δεν είναι σε θέση να κάνουν αυτόν τον διαχωρισμό, η συμπεριφορά μας μπορεί να απειλεί το αίσθημα ασφάλειας που νιώθουν στη ζωή τους».
Μην περιμένεις από έναν έφηβο να συμπεριφερθεί σαν ενήλικας
Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, συνηθίζουν να συμμετέχουν στις αποφάσεις για κάποια ζητήματα της οικογένειας. Είναι ωραία και δημοκρατική ιδέα το να εκφέρει γνώμη το έφηβο παιδί μας π.χ. για τις καλοκαιρινές διακοπές ή για το πώς θα ήθελε να βαφτεί το δωμάτιό του. Αλλά, σύμφωνα με τους ειδικούς, σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να του ζητηθεί από εμάς βοήθεια για κάποιο σοβαρό ζήτημα που μας απασχολεί. Μπορεί να έχει περάσει τη βρεφική ηλικία, αλλά εξακολουθεί να μην διαθέτει την απαιτούμενη συναισθηματική ωριμότητα και δεν μπορεί να αντέξει το βάρος που συνεπάγεται το να σώσει τον γονιό του από κάποιο πρόβλημα ή να βρει λύσεις στα αδιέξοδά του.
ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΠΟΥ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΕΝΗΛΙΚΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΙΜΟ, ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΕΦΗΒΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΟΙΑΖΕΙ ΣΑΝ ΑΞΕΠΕΡΑΣΤΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ.
Ένα βαρύ σχόλιο από την πλευρά των γονιών για κάποιο μέλος της οικογένειας, που μπορεί για τους ίδιους να είναι εκτόνωση της στιγμής, ίσως στα μάτια ενός παιδιού ή εφήβου φαίνεται σαν ασύμμετρη απειλή. Είναι σχεδόν τρομακτικό να σκέφτεται ότι πρέπει να πάρει αυτή την ευθύνη και να γίνει ένα γονεϊκό παιδί – συνθήκη που με τα χρόνια θα έχει επιπτώσεις στην ψυχολογία του.
Όπως επισημαίνει ο Schwartz, «τα παιδιά δεν έχουν ακόμα αναπτύξει πλήρως την ικανότητα της προοπτικής. Ένα πρόβλημα που για κάποιον ενήλικα είναι διαχειρίσιμο, για έναν έφηβο μπορεί να μοιάζει σαν αξεπέραστος κίνδυνος. Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι ένας έφηβος δεν έχει τη συναισθηματική ωριμότητα ενός φίλου συνομήλικου με εμάς, ενώ σίγουρα δεν διαθέτει την αντίληψη ψυχοθεραπευτή. Τα παιδιά βρίσκονται ακόμα σε διαδικασία ανάπτυξης της συναισθηματικής τους αντίληψης και δεν έχουν τα δεδομένα που χρειάζονται για να επεξεργαστούν τα προβλήματα των γονιών τους».
Καλό λοιπόν είναι να διακρίνουμε τα όρια της επικοινωνίας, ώστε να προφυλάξουμε τα παιδιά και τους εφήβους από τον φόβο και την αγωνία για το τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον.