ΜΑΚΡΟΖΩΙΑ: ΜΟΝΟ ΜΕ ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙΣ ΤΑ 100
Ειδικές δίαιτες και προγράμματα γυμναστικής, superfoods και special ροφήματα υπόσχονται πολλά χρόνια ζωής με ποιοτική υγεία. Κι όμως, κάπου σκοντάφτει το εγχείρημα της μακροζωίας. Μια καθηγήτρια δημόσιας υγείας εξηγεί.
Το καλοκαίρι του 2014, σε κάποιο σημείο της ομιλίας της σε επιστημονική εκδήλωση της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ, η ερευνήτρια και καθηγήτρια βιοστατιστικής Melody S. Goodman απευθύνθηκε στο ακροατήριο λέγοντας: «Ο ταχυδρομικός κώδικας είναι καλύτερος προγνωστικός δείκτης για την υγεία σας από ό,τι τα γονίδιά σας». Δεν ήταν κάτι άγνωστο στον κόσμο, τουλάχιστον όχι στον επιστημονικό. Ήταν μια υπενθύμιση ότι ο δρόμος για τη μακροζωία και την καλή υγεία δεν είναι αποκλειστικά στο χέρι μας.
Πριν μερικούς μήνες, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) δημοσίευσε την έκθεσή του για τις ανισότητες στην υγεία και τους κοινωνικούς παράγοντες που την καθορίζουν (social determinants of health), όπως η εκπαίδευση, το εισόδημα, η στέγαση, το περιβάλλον και η πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες. Διαβάζοντάς τη δεν πέφτεις από τα σύννεφα για τις αδικίες του κόσμου – οι αριθμοί, ωστόσο, δεν παύουν να ενοχλούν.
Στην Ιαπωνία, τη χώρα με το υψηλότερο προσδόκιμο ζωής, οι άνθρωποι θα ζήσουν κατά μέσο όρο 33 χρόνια περισσότερο από εκείνους που γεννήθηκαν στο Λεσότο, τη χώρα με το χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής. Ένα παιδί που γεννιέται σε φτωχό κράτος διατρέχει 13 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να πεθάνει πριν την ηλικία των 5 ετών. Όχι για πρωτογενώς γονιδιακά ή ιατρικά αίτια, αλλά για λόγους όπως η άνιση κατανομή πόρων, η ανέχεια, η κλιματική κρίση, οι συγκρούσεις ή η αναγκαστική μετανάστευση.
«Θέλω να φτάσω τα 100, όμως η άσκηση και η διατροφή δεν αρκούν»
Πίστευα ότι η ευθύνη των οικονομικά ασθενέστερων για την κακή ζωής τους ήταν αφήγημα του 19ου αιώνα. Μέχρι που, κάποια χρόνια πριν, μιλώντας με έναν καθηγητή καρδιολογίας για την καρδιαγγειακή νόσο, μου είχε πει με αποστροφή ότι είναι συχνότερη στους μαύρους «γιατί κάνουν κακή διατροφή και δεν προσέχουν» (θα έλεγα με βεβαιότητα πως δεν εννοούσε την Beyonce με τον Jay Z).
Τον θυμήθηκα διαβάζοντας στον Guardian άρθρο της καθηγήτριας Devi Sridhar, επικεφαλής της έδρας Παγκόσμιας Δημόσιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και συγγραφέα του βιβλίου How Not to Die (Too Soon) («Πώς να μην πεθάνεις (πρόωρα)»), που γράφει για το πώς η ταπεινή καταγωγή και η απουσία πολιτικών πρωτοβουλιών απομακρύνουν τον στόχο της μακροζωίας.
«Για το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου αιώνα, το προσδόκιμο ζωής αυξανόταν σταθερά. Στις περισσότερες χώρες του κόσμου, τα παιδιά μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα ζήσουν κατά μέσο όρο περισσότερα και υγιέστερα χρόνια από τους γονείς τους. Η προσδοκία αυτή παραμένει — αλλά κυρίως για τους υπερπλούσιους». Απέναντι στις δαπανηρές προσπαθειες των (δισ)εκατομμυριούχων bio-hackers να ξεπεράσουν κατά δεκαετίες τα 100, η Δρ Sridhar παραβάλλει τις παγκόσμιες κρίσεις δημόσιας υγείας.
Το προσδόκιμο ζωής μειώνεται σε ανεπτυγμένες χώρες, όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία, ενώ νοσήματα του δυτικού κόσμου ταλαιπωρούν πλέον και αναπτυσσόμενα κράτη. «Στην Γκάνα, η παχυσαρκία αυξήθηκε κατά 650% από το 1980. Όχι 65%, 650%», γράφει, υπενθυμίζοντας μείζονα προβλήματα του σήμερα: τον αυξανόμενο επιπολασμό της κατάθλιψης, την ατμοσφαιρική ρύπανση, την οικονομική ανασφάλεια. «Επί δεκαετίες μας λένε ότι, αν πετύχουμε τη βέλτιστη εκδοχή του εαυτού μας, μπορούμε να ζήσουμε πιο πολύ, πιο καλά. Πώς εξηγείται ότι, ενώ γνωρίζουμε περισσότερα για τη μακροβιότητα, η συνολική μας υγεία κάνει βήματα προς τα πίσω;»
Η ίδια δοκίμασε τα πάντα με στόχο να είναι υγιής ως τα 100, από ειδικές δίαιτες και superfoods μέχρι έντονα προγράμματα γυμναστικής και εκπαίδευση με personal trainer. Μα κάτι δεν ταίριαζε με όσα πρεσβεύει ως επιστήμονας. Το αφήγημα της ατομικής (υπερ)προσπάθειας ήταν ολότελα ξένο στο πώς λειτουργεί η υγεία, όσο και ισχνό μπροστά στη δύναμη που έχουν οι δημόσιες πολιτικές, οι υποδομές και η κοινότητα στις πιθανότητές μας για καλή υγεία και μακροζωία.
Η υγεία είναι θέμα κοινωνικής πολιτικής
Οι παραινέσεις κάθε είδους ακούγονται ένθεν κακείθεν: Γύρνα το στη χορτοφαγία. Κοιμήσου 7-9 ώρες κάθε βράδυ. Κάτσε στον ήλιο. Πάρε παράδειγμα πώς ζουν οι Ιάπωνες, οι Κορεάτες ή οι Σαρδήνιοι και φτάσε τα χρόνια τους – στις χώρες τους τα χρόνια νοσήματα, τα καρδιαγγειακά και ο καρκίνος καταγράφουν μικρότερα ποσοστά, άρα κάτι κάνουν σωστά.
«Δεν λέω ότι δεν είναι χρήσιμα όλα αυτά, αλλά υποψιάζομαι ότι σχεδόν κανείς τους δεν έχει διαβάσει εγχειρίδια αυτοβελτίωσης, ούτε έχει μια “to do” list για καλή υγεία», σχολιάζει η Δρ Sridhar.
Δεν είναι οι ατομικές επιλογές που κάνουν τη διαφορά στα μέρη αυτά. Είναι ότι ο υγιεινός τρόπος ζωής αναδεικνύεται από το κράτος και την κουλτούρα: «Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας επειδή οι πολίτες του είναι τεμπέληδες, αδιάφοροι ή λιγότερο έξυπνοι. Επενδύουν 2 δισ. λίρες τον χρόνο σε δίαιτες και οι διατροφικοί οδηγοί είναι διαχρονικά ανάμεσα στα ευπώλητα. Στην Ιαπωνία, η αντίστοιχη βιομηχανία αποτιμάται σε λιγότερα από 43 εκατ. δολάρια. Η ειδοποιός διαφορά είναι το ίδιο το περιβάλλον: φθηνά φρούτα και λαχανικά, θρεπτικά σχολικά γεύματα και στήριξη από το κράτος. Είναι απλώς πολύ πιο εύκολο για έναν πολίτη να διατηρεί υγιές βάρος».
Χωρίς χρόνο, χρήματα και ενίσχυση από δημόσιες πολιτικές δεν στρώνεις τον δρόμο για τα 100, πολύ περισσότερο σφύζοντας από υγεία. Δεν αρκούν οι θερμιδομετρητές και τα follow σε fitness influencers για να ξεπεράσεις τις κοινωνικοοικονομικές αντιξοότητες. Κι αφού δεν βράζουμε όλοι στο ίδιο καζάνι, «χρειαζόμαστε ένα κόσμο όπου η υγεία θα είναι συλλογική υπόθεση – πολιτικές που εξασφαλίζουν καθαρό αέρα, ενεργές πόλεις, πρόσβαση σε υγιεινά τρόφιμα, προληπτική ιατρική και το νερό ως δημόσιο αγαθό».