iStock

ΝΑ ΠΟΙΟΙ ΕΧΟΥΝ ΤΕΛΕΙΑ ΠΡΟΦΟΡΑ ΣΤΙΣ ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ

Η προφορά μιας ξένης γλώσσας είναι για τους περισσότερους το πιο δύσκολο κομμάτι στην εκμάθησή της. Κι όμως, για ορισμένους είναι σχεδόν παιχνιδάκι. Νέα επιστημονικά ευρήματα που έρχονται στο φως καταδεικνύουν μια ομάδα προνομιούχων!

Είναι εντυπωσιακό –και μερικές φορές εκνευριστικό για ορισμένους από εμάς –πώς κάποιοι άνθρωποι έχουν μια έμφυτη κλίση στο να υιοθετούν εύκολα την προφορά μιας ξένης γλώσσας.

Βλέπεις, για παράδειγμα, υψηλόβαθμα στελέχη εταιρειών, ακόμη και ακαδημαϊκούς που μιλάνε ολόσωστα αγγλικά, να έχουν αυτή τη χαρακτηριστική ελληνική εκφορά στον λόγο τους. Από την άλλη, βλέπεις μικρά παιδιά, που δεν ξέρουν ακόμη βασικά στοιχεία μιας γλώσσας, να έχουν εκπληκτική προφορά σε μεμονωμένες λέξεις ή και φράσεις. Γιατί μπορεί να συμβαίνει αυτό;

Οι άνθρωποι, στην προσπάθειά τους να επικοινωνήσουν, έχουν μια τάση να προσαρμόζουν υποσυνείδητα τα μοτίβα ομιλίας τους, ώστε να ταιριάζουν με εκείνα του ατόμου με το οποίο αλληλεπιδρούν.

Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την ανεπαίσθητη αλλαγή της προφοράς, του ρυθμού ή ακόμα και της επιλογής των λέξεων. Είναι μια κοινή και συχνά ασυνείδητη συμπεριφορά, που οδηγείται από την ανθρώπινη επιθυμία να συνδεθούμε και να επικοινωνήσουμε αποτελεσματικά.

Πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος όταν μιλάμε;

Ουσιαστικά, όταν οι άνθρωποι συνομιλούν, ο εγκέφαλός τους ασυνείδητα «σαρώνει» συνεχώς τις πληροφορίες του περιβάλλοντος, προκειμένου να πετύχει καλύτερη επικοινωνία. Αυτό περιλαμβάνει όχι μόνο τις λέξεις, αλλά και την κλίση και τον τόνο.

Προφορά ξένης γλώσσας
iStock

«Όταν ακούμε μια προφορά, ο εγκέφαλός μας αναλύει αυτόματα και κατηγοριοποιεί τα φωνητικά χαρακτηριστικά, την προσωδία και τα μοτίβα τονισμού», διαβάζουμε στην πύλη Neurolaunch, που εστιάζει στην πληροφόρηση από τον τομέα των Νευροεπιστημών και της Ψυχικής Υγείας. Για τους περισσότερους, αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αντιγραφή της προφοράς του ατόμου με το οποίο μιλάμε.

Ποιοι μιμούνται πιο εύκολα την προφορά των ξένων γλωσσών;

Ορισμένοι άνθρωποι έχουν μια φυσική προδιάθεση ή ευκολία να αντιλαμβάνονται και να μιμούνται τις προφορές ξένων γλωσσών, κάτι σαν έμφυτη ικανότητα μίμησης ή φυσική ταχύτητα στην απόκτηση προφορικών δεξιοτήτων. Τελευταία, παρατηρήθηκε ότι αυτό το φαινόμενο του γλωσσικού χαμαιλέοντα φαίνεται να είναι πιο έντονο και συχνό σε άτομα με ΔΕΠΥ.

Μια ευρέως διαδεδομένη ιστορία αφορά μια νεαρή γυναίκα με ΔΕΠΥ η οποία, αφού παρακολούθησε αρκετές σεζόν μιας βρετανικής τηλεοπτικής εκπομπής, βρέθηκε να μιλάει με άψογη βρετανική προφορά για μέρες μετά. Μια άλλη περίπτωση περιγράφει έναν άντρα με ΔΕΠΥ που εργαζόταν σε ένα διεθνές τηλεφωνικό κέντρο και μπορούσε να προσαρμόζει πανεύκολα τον τόνο του ανάλογα με τη χώρα προέλευσης του συνομιλητή του.

Accent Mirroring: Το προνόμιο των ανθρώπων με ΔΕΠΥ

Για να κατανοήσουμε τη σχέση μεταξύ της ΔΕΠΥ και του Accent Mirroring, όπως λέγεται στα αγγλικά η ευκολία στον μιμητισμό της προφοράς, είναι σημαντικό να εμβαθύνουμε στη νευρολογική βάση και των δύο φαινομένων.

Προφορά ξένης γλώσσας
iStock

Η ΔΕΠΥ συνδέεται με διαφορές στη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου, ιδιαίτερα σε περιοχές που είναι υπεύθυνες για τις εκτελεστικές λειτουργίες, την προσοχή και τον έλεγχο των παρορμήσεων. Αυτές οι νευρολογικές παραλλαγές μπορούν να οδηγήσουν σε μια σειρά συμπεριφορών και τάσεων, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης ευαισθησίας σε περιβαλλοντικά ερεθίσματα.

Οι γνωστικές διαδικασίες που εμπλέκονται στην αντίληψη και μίμηση της προφοράς είναι πολύπλοκες και πολύπλευρες. Περιλαμβάνουν ακουστική επεξεργασία, φωνολογική επίγνωση και κινητικό έλεγχο της παραγωγής ομιλίας.

Όπως είπαμε και προηγουμένως, όταν ακούμε μια προφορά, ο εγκέφαλός μας αναλύει αυτόματα και κατηγοριοποιεί τα φωνητικά χαρακτηριστικά, την προσωδία και τα μοτίβα τονισμού. Για τους περισσότερους ανθρώπους, αυτή η διαδικασία παραμένει σε μεγάλο βαθμό ασυνείδητη και δεν οδηγεί σε σημαντικές αλλαγές στα δικά τους πρότυπα ομιλίας.

Ωστόσο, στα άτομα με ΔΕΠΥ, μπορεί να υπάρχει αυξημένη ευαισθησία σε αυτές τις ακουστικές ενδείξεις, σε συνδυασμό με μειωμένη ικανότητα φιλτραρίσματος ή αναστολής της παρόρμησης για μίμηση. Επιπλέον, η τάση του εγκεφάλου των ατόμων με ΔΕΠΥ για αναζήτηση καινοτομίας και διέγερση μπορεί να οδηγήσει στην ταχεία υιοθέτηση νέων προτύπων ομιλίας ως τρόπο ασυνείδητης εμπλοκής με το περιβάλλον.

Με απλούστερα λόγια, όταν ένα άτομο με ΔΕΠΥ συναντά μια νέα προφορά, η τάση του για υπερεστίαση μπορεί να οδηγήσει σε μια έντονη, αν και ασυνείδητη, ανάλυση των χαρακτηριστικών της προφοράς. Αυτή η αυξημένη προσοχή στις φωνητικές λεπτομέρειες θα μπορούσε να εξηγήσει τον συχνά εξαιρετικά ακριβή μιμητισμό στην εκφορά μιας ξένης γλώσσας.

Η προφορά μιας ξένης γλώσσας είναι... εγκεφαλική υπόθεση

Μην οδηγηθούμε όμως σε λανθασμένα συμπεράσματα. Η ικανότητα να αντιγράφει κανείς την προφορά μιας ξένης γλώσσας δεν είναι άμεσα συνδεδεμένη με νευροαποκλίνουσες συμπεριφορές ή νευροαναπτυξιακές διαταραχές. Δηλαδή, αυτός που έχει εύκολα μια καλή προφορά στις ξένες γλώσσες δεν σημαίνει ότι έχει και ΔΕΠΥ.

Όμως η σύνδεση της ΔΕΠΥ με την ευκολία στην προφορά προσφέρει μια συναρπαστική ματιά στην πολυπλοκότητα της νευροποικιλότητας και της ανθρώπινης επικοινωνίας. Μας υπενθυμίζει ότι η ΔΕΠΥ, όπως πολλές πτυχές της ανθρώπινης νευρολογίας, δεν αφορά μόνο ελλείμματα ή προκλήσεις, αλλά και μοναδικές ικανότητες και τρόπους αλληλεπίδρασης με τον κόσμο.

Και το κυριότερο: υποδεικνύει ότι ορισμένες ικανότητες, όπως αυτή του προφορικού λόγου, σχετίζονται με τη διαφορετικότητα του εγκεφάλου από άνθρωπο σε άνθρωπο και χρήζουν περαιτέρω επιστημονικής διερεύνησης.

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.