O «ΜΑΝΟΛΟ» ΕΒΓΑΛΕ ΒΙΒΛΙΟ – ΚΑΙ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ
Μια δεμένη οικογένεια, όμορφα παιδικά χρόνια, ρατσισμός, αθλητισμός και πρωταθλητισμός, δυσλεξία, κατάθλιψη, προσπάθεια, πίστη, επιτυχία. Το βιβλίο του Μανόλο μιλάει για όλα, κάνοντας τους αναγνώστες να κοιτάξουν μέσα τους και να νιώσουν.
Το «Όταν κοιτάς από ψηλά» του Εμμανουήλ Καραλή δεν είναι μία βιογραφία. Ο αγαπημένος μας «Μανόλο» είναι μόλις 26 χρονών και έχει όλη τη ζωή μπροστά του για να ονειρευτεί, να δοκιμάσει, να τολμήσει, να αποτύχει και να προσπαθήσει πάλι – το να πέφτει και να σηκώνεται, διατηρώντας πάντα αυτό το μεγάλο αυθεντικό χαμόγελο, είναι άλλωστε κάτι που ξέρει να κάνει καλά.
Στις σελίδες του βιβλίου ξεπηδούν σκέψεις, εμπειρίες και συναισθήματα του Μανόλο, όπως τα αφηγήθηκε στον συγγραφέα Νίκο Μιχαλόπουλο, ο οποίος ασχολείται με τον ακοντισμό στην κατηγορία Μasters.
«Με κάνει να νιώθω πολύ όμορφα η προοπτική της αλήθειας μου, που μπορεί να κάνει ένα δειλό παιδί λίγο πιο τολμηρό, έναν προβληματισμένο γονιό λίγο πιο ξεκάθαρο, έναν προπονητή να μπορεί να αγαπήσει τον ίδιο τον αθλητή και όχι την ισχύ από τις επιδόσεις που θα του αποφέρει, έναν άνθρωπο οποιασδήποτε ηλικίας λίγο πιο σίγουρο για τον εαυτό του, έναν έφηβο χαμένο να βρεθεί λίγο πιο κοντά στον δρόμο του, μια ψυχή που αισθάνεται στο περιθώριο λίγο πιο ορατή», γράφει ο Μανόλο.
«Όταν κοιτάς από ψηλά, μοιάζει η γη με ζωγραφιά»
Ο τίτλος του βιβλίου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, περικλείει όλα όσα θα ήθελε να μοιραστεί ο Έλληνας αθλητής του άλματος επί κοντώ με τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες. «Όταν κοιτάς από ψηλά, μοιάζει η γη με ζωγραφιά», τραγουδάει ο Κώστας Χατζής με την ιδιαίτερη φωνή του και ο αγαπημένος στίχος τυπώνεται στο εξώφυλλο. Το «Αεροπλάνο» είναι ένα από τα αγαπημένα τραγούδια της μητέρας του Μανόλο – σ’ αυτήν αφιερώνει αυτό το βιβλίο.
«Ήθελα πάρα πολύ ο τίτλος του βιβλίου μου να είναι αυτός. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι οι στίχοι ενός τόσο αγαπημένου τραγουδιού, που γράφτηκε πριν από πολλές δεκαετίες, θα μπορούσαν να εκφράσουν με τον καλύτερο τρόπο αυτό που θέλω να μοιραστώ μαζί σας», γράφει στο εισαγωγικό σημείωμα ο ίδιος. «Αυτό το “ψηλά” που θέλω να σας πάρω κοντά μου, για να δούμε πιασμένοι χέρι χέρι όλα εκείνα τα χρώματα που κάνουν τις ζωές μας τόσο ξεχωριστές. Και που υπάρχουν, αρκεί να θέλουμε να τα δούμε ή αρκεί να επιτρέψουμε σε κάποιον να μας τα δείξει».
Το «Όταν κοιτάς από ψηλά» ξεκινάει χρονικά την περίοδο που ο Μανόλο ετοιμάζει τη βαλίτσα του για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024 στο Παρίσι και φτάνει μέχρι τη στέψη του ως χάλκινου Ολυμπιονίκη. Σε όλη αυτή τη διάρκεια ο Μανόλο κάνει αναδρομές στο παρελθόν, διηγείται δυσκολίες, μοιράζεται σκέψεις και συναισθήματα.
Σάρρα και Χάρης
Με πατέρα από τον Πύργο Ηλείας και μητέρα από την Ουγκάντα, ο Μανόλο μεγάλωσε στην Αθήνα μαζί με τη δίδυμη αδερφή του, Αγγελική. Ο αθλητισμός ήταν παρών στη ζωή του αφού ο πατέρας του ήταν δεκαθλητής και η μητέρα του αθλήτρια στο άλμα εις μήκος. Η ζωή της μητέρας του μοιάζει βγαλμένη από ταινία: Η Σάρρα (το όνομα της οποίας είναι ο τίτλος του δεύτερου κεφαλαίου του βιβλίου) γεννήθηκε στην Ουγκάντα, όπου έζησε μέχρι τεσσάρων χρονών. Ο πατέρας της, ορθόδοξος ιερέας, αφιέρωσε τη ζωή του στην ιεραποστολή στην καρδιά της Αφρικής και έτσι, σε μικρή ηλικία, η ίδια μαζί με την αδερφή της Φωτεινή, βρέθηκαν σε οικοτροφείο στην Ηλεία της Πελοποννήσου.
«Η ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΕΣΚΥΨΕ ΠΟΤΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΤΗΣ».
»Μπορεί να ήταν η λίγη για τους πολλούς, η μαύρη για τους άσπρους, η ορφανή για τους οικογενειάρχες, η άτυχη για τους τυχερούς, η διαφορετική για τους “φυσιολογικούς”. Μπορεί να ήταν χίλια πράγματα, αλλά δεν ήταν ποτέ αδύναμη», γράφει η γιος της.
Η ζωή φυσικά δεν ήταν πάντα ρόδινη ούτε για τον Μανόλο. Το χρώμα του δέρματός του τον έφερε πολλές φορές σε δύσκολη θέση. «Ήμουν μόλις δεκαπέντε χρονών και με κάποιους προπονητές γύρω μου στο γήπεδο να με κοιτούν με μισό μάτι εξαιτίας του χρώματός μου. Όταν άρχισα να πηδάω ψηλότερα από τα υπόλοιπα παιδιά, άρχισα και να λαμβάνω ρατσιστικά σχόλια και βλέμματα. Κυρίως βλέμματα. Και τα βλέμματα πονάνε κάποιες φορές περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, γιατί σε κάνουν να αισθάνεσαι γυμνός και ανυπεράσπιστος μπροστά σε κάτι που είναι ικανό να τρυπώσει μέσα σου και να σε διαλύσει», διηγείται. Τι σκεφτόταν ο ίδιος κάθε φορά που ένας πήχης έπεφτε πάνω από το κεφάλι του και βούλιαζε στο στρώμα πιο βαρύς από ποτέ; Τη μητέρα του. «Όσα είχε περάσει δεν μου άφηναν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης του ονείρου μου, όπως κι εκείνη δεν αμφισβήτησε ποτέ το δικό της, και κάτω από πολύ δυσκολότερες συνθήκες».
Ο Μανόλο και η κατάθλιψη
Ο Μανόλο δεν διστάζει να φέρει στο προσκήνιο και το ζήτημα της ψυχικής υγείας των αθλητών, μιλώντας ανοιχτά για την κατάθλιψη που βίωσε. Στην αρχή δεν ήξερε ότι είχε κατάθλιψη. «Δεν μπορούσα να αναγνωρίσω το συναίσθημα», θυμάται και συνεχίζει: «Προσπαθούσα να είμαι δυνατός, να προσποιούμαι ότι δεν ήταν εκεί». Τον Αύγουστο του 2022 αποκλείστηκε από τον τελικό στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και ένιωσε κάθαρση και ανακούφιση μαζί. Ήθελε ένα διάλειμμα από τα πάντα. Πήγε μόνος του στην Ιταλία, προσπαθώντας να βρει τον εαυτό του. Έκλεισε το τηλέφωνό του, διέγραψε όλες τις εφαρμογές των κοινωνικών δικτύων και απολάμβανε την ηρεμία των βουνών της Τοσκάνης. «Άφησα τα γένια μου, μάκρυνα τα μαλλιά μου και όταν επέστρεψα σπίτι, έδειχνα και ένιωθα ένας άλλος άνθρωπος», θυμάται. Συνέχισε να επισκέπτεται την αθλητική ψυχολόγο, κα Φρόσω Πατσού, με την οποία είχε ξεκινήσει να δουλεύει από τον πρώτο του τραυματισμό στα δεκαεφτά του.
Επόμενο βήμα ήταν η αλλαγή προπονητή – νέος του προπονητής γίνεται ο πατέρας του Χάρης, ο «ήρωάς μου», όπως τον αποκαλεί (και σε αυτόν αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο). «Εξελίξαμε σιγά σιγά τη σχέση μας από πατέρα σε προπονητή και, τελικά, ήταν η καλύτερη απόφαση που πήρα. Άρχισα να δουλεύω πια για την ψυχική μου υγεία. Κάνω ασκήσεις αναπνοής, σκέφτομαι θετικά σενάρια, συζητάω και κάνω πράγματα που με χαλαρώνουν και με πηγαίνουν στον πυρήνα του γιατί συνέβη». Πιο ώριμος πλέον, ο Μανόλο φαίνεται να μπορεί να βάλει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση:
«ΤΑ ΡΕΚΟΡ ΘΑ ΕΡΘΟΥΝ ΚΑΙ ΘΑ ΦΥΓΟΥΝ. ΤΑ ΜΕΤΑΛΛΙΑ ΘΑ ΚΡΕΜΑΣΤΟΥΝ ΚΑΠΟΥ, ΑΛΛΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΑΝΩ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΑΓΑΠΩ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΩ ΜΕ ΠΑΘΟΣ».
Στις σελίδες του βιβλίου, ο Μανόλο αναφέρεται και στη δυσλεξία του πατέρα του, η οποία διαγνώστηκε σε μεγάλη ηλικία, αλλά και στη δική του διάγνωση στο δημοτικό – τότε ήταν που συνειδητοποίησε τον άνισο και άδικο αγώνα που έδινε μόνος του και ερχόταν δεύτερος.
Ο τρόπος που μιλάει σε όλο το βιβλίο για την οικογένειά του –τη μήτερα, τον πατέρα και τη δίδυμη αδερφή του (την «ηρωίδα» του) – δείχνει το δέσιμο των μελών της, τη στήριξη, την άνευ όρων αγάπη. Ο Μανόλο έχει πάρει αγάπη και αυτό φαίνεται. Όταν αναφέρεται στους συναγωνιστές του στους Αγώνες του Παρισιού λέει: «Είναι αντίπαλοί μου, αλλά είμαστε σαν οικογένεια. Φυσικά και θέλω να τους νικήσω, αλλά ένα κομμάτι μου στεχωριέται όταν τους βλέπω να χάνουν».
Ο Μανόλο, του οποίου το χαμόγελο αγαπήσαμε όλοι και όλες, αντιμετώπισε στη ζωή του ρατσισμό, δυσκολίες, αποτυχίες, έκανε εντυπωσιακά ρεκόρ, ζορίστηκε, δούλεψε με τον εαυτό του, σχετίστηκε, βίωσε επιτυχίες, άλλαξε και συνεχίζει να εξελίσσεται δίνοντας τον καλύτερό του εαυτό κοιτώντας από ψηλά, από εκεί που η γη μοιάζει με ζωγραφιά.
Διάβασε εδώ τις πρώτες σελίδες του βιβλίου.