ΤΙ ΣΧΕΣΗ ΕΧΕΙ ΤΟ TAI CHI ΜΕ ΤΟ ΗΡΩΔΕΙΟ; Η ΧΟΡΟΓΡΑΦΟΣ ΚΕΪΤ ΦΛΑΤ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΟ OW ΓΙΑ ΤΗΝ «ΤΟΥΡΑΝΤΟΤ»
Τι κοινό έχει μια αρχαία κινεζική πρακτική με την πιο επιβλητική αθηναϊκή σκηνή; Η χορογράφος Κέιτ Φλατ μας βάζει στα παρασκήνια της «Τουραντότ» στο Ηρώδειο και μιλά για το τραύμα, τη γυναικεία δύναμη και τη σιωπηλή πληροφορία που κουβαλά η κίνηση.
Είναι η πρώτη φορά που παρακολουθώ πρόβα όπερας, και μάλιστα σε έναν πολύ ιδιαίτερο χώρο: το Ηρώδειο, όπου η Εθνική Λυρική Σκηνή ανεβάζει την όπερα «Τουραντότ» του Τζάκομο Πουτσίνι. Είναι ο καλύτερος τρόπος να προετοιμαστώ για τη συνέντευξή μου με τη Βρετανίδα χορογράφο Κέιτ Φλατ, η οποία έχει επιμεληθεί τη χορογραφία και την κινησιολογία με τη συνεργάτιδά της, Γεωργία Τέγου.
Η όπερα μας μεταφέρει στη μακρινή και εξωτική Κίνα, όπου η κόρη του αυτοκράτορα, η πριγκίπισσα Τουραντότ, θα παντρευτεί μόνον όποιον λύσει τα τρία αινίγματα που του θέτει. Αν η κεντρική ιδέα της υπόθεσης ακούγεται ειδυλλιακή, από τις πρώτες κιόλας σκηνές της παράστασης αποδεικνύεται ότι δεν είναι. Στη σκηνή προβάλλει η Λου-Λινγκ, μια προγονή της Τουραντότ η οποία κακοποιείται μέχρι θανάτου. Το τραύμα εκείνης γίνεται για την Τουραντότ αποστολή: να πάρει εκδίκηση για τον θάνατό της και ταυτόχρονα να προστατεύσει τον εαυτό της από την ανδρική κυριαρχία και τη βία. Όποιος υποψήφιος μνηστήρας αποτύχει να λύσει τα αινίγματα, το πληρώνει με τη ζωή του.
Τη σκηνοθεσία της παραγωγής υπογράφει ένας από τους κορυφαίους σκηνοθέτες του θεάτρου και της όπερας, ο Αντρέι Σερμπάν, τον οποίο η Κέιτ Φλατ γνωρίζει δεκαετίες: Η πρώτη τους συνεργασία ήταν το 1984 – και μάλιστα σε μια παραγωγή της «Τουραντότ» η οποία άφησε εποχή. Υπάρχουν στοιχεία από τότε που θα δούμε και σήμερα, στο ευρηματικό ομολογουμένως σκηνικό της Χλόης Ομπολένσκι, που δένει με έναν ιδιοφυή τρόπο με το Ηρώδειο;
Καθισμένη στις κερκίδες του αρχαίου θεάτρου στο διάλειμμα της πρόβας, η Κέιτ Φλατ μου δίνει όλες τις απαντήσεις.
– Πώς είναι να βρίσκεστε σε αυτό το στάδιο της παραγωγής της «Τουραντότ»;
Είναι προνόμιο να βρίσκομαι εδώ. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα δούλευα σε αυτό το θέατρο! Είναι μια εμπειρία που με συγκινεί βαθιά. Το θέατρο γεννήθηκε στην Ελλάδα. Αυτό για μένα σημαίνει πολλά. Το σκηνικό είναι θαυμάσιο και έχω την τύχη να συνεργάζομαι με μια εξαιρετική δημιουργική ομάδα. Τον Αντρέι Σερμπάν τον γνωρίζω πάνω από 40 χρόνια, αν και έχουμε καιρό να δουλέψουμε μαζί. Είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι με τη Χλόη Ομπολένσκι, τη δουλειά της οποίας θαυμάζω. Έχω μαζί μου και τη βοηθό χορογράφο Γεωργία Τέγου, η οποία έχει ως βάση το Λονδίνο – χωρίς εκείνη, ειλικρινά, δεν θα μπορούσα να δουλέψω αυτή την παραγωγή.
Ο Αντρέι αγαπά την κίνηση, οπότε υπάρχει πολύ υλικό για να αναπτυχθεί. Κάποια κομμάτια της χορογραφίας προέρχονται από την αρχική μας παραγωγή, αλλά έχουν επανασχεδιαστεί για αυτή την εκδοχή.
Οι χορευτές με τους οποίους δουλεύω στην Αθήνα είναι εξαιρετικοί – ταλαντούχοι και με έντονη προσωπικότητα. Η εκπαίδευση που έχουν λάβει είναι υψηλού επιπέδου, όπως και η ποιότητα της κίνησής τους. Τους επιλέξαμε σε ακρόαση τον Σεπτέμβριο. Έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται γρήγορα και να έχουν δυναμική σκηνική παρουσία, κάτι που είναι καθοριστικό, ειδικά σε σκηνές όπως εκείνες όπου στοιχεία του tai chi συνδέονται με την αρχαία Κίνα.
– Πώς ενσωματώθηκε το tai chi στη χορογραφία;
Ο Πουτσίνι δανείστηκε πολλά από την κινεζική μουσική και καθώς ο Αντρέι ερευνούσε την ιστορία, πρότεινε να συνδεθούν οι χαρακτήρες των Πινγκ, Πανγκ και Πονγκ με την κομέντια ντελ άρτε. Αυτό επηρέασε μέρος της χορογραφικής δουλειάς. Όμως ακούγοντας τη μουσική, ένιωσα την ισχυρή ενέργεια της ενορχήστρωσης – τους υπόγειους παλμούς της. Το tai chi με βοήθησε να μεταφράσω αυτή την ενέργεια σε κίνηση. Δεν πρόκειται για tai chi κατά κυριολεξία, ωστόσο η φιλοσοφία του διαπερνά τη χορογραφία.
– Το tai chi είναι κάτι που χρησιμοποιείτε και σε άλλες δουλειές σας;
Αναμφίβολα. Σπούδασα tai chi στο Λονδίνο όταν ήμουν νεότερη, και εξακολουθεί να επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνομαι την κίνηση. Πάντα με ενδιαφέρει από πού ξεκινά η κίνηση – από μέσα προς τα έξω, όχι απλώς ως εξωτερική πράξη. Αυτό προέρχεται και από τη βάση μου στην τεχνική της Μάρθα Γκράχαμ: η κίνηση πρέπει να ενεργοποιείται εσωτερικά.
Σε αυτή την παραγωγή, οι ερμηνευτές φορούν μάσκες εξαιρετικής κατασκευής, που προσθέτουν μια ακόμη διάσταση. Ο συνδυασμός εσωτερικής παρόρμησης, κίνησης και δουλειάς με τη μάσκα –ειδικά σε έναν τόσο αρχαίο χώρο– δημιουργεί κάτι πραγματικά συγκινητικό.
– Είναι η πρώτη φορά που δουλεύετε στην Ελλάδα;
Ναι. Είχα επισκεφτεί τη χώρα το 1979 με υποτροφία και γνώρισα την εθνογράφο Ιωάννα Παπαντωνίου. Με πήγε σε αποστολές στη Θράκη και τη Μακεδονία, όπου είδα έθιμα με ρίζες που έμοιαζαν να πηγαίνουν χιλιάδες χρόνια πίσω. Αυτή η εμπειρία με έχει σημαδέψει και εξακολουθεί να επηρεάζει τον τρόπο που προσεγγίζω την όπερα και το σωματικό θέατρο.
– Χρησιμοποιείτε ακόμη αυτές τις πρώιμες επιρροές στη δουλειά σας;
Απόλυτα. Για παράδειγμα, όταν ξεκινώ με μια καινούργια ομάδα, συχνά αρχίζω με έναν σπειροειδή κυκλικό χορό, εμπνευσμένο από όσα είχα δει σε εκείνα τα ελληνικά χωριά. Είναι ένας τρόπος να δημιουργηθεί σύνδεση μεταξύ των μελών. Αρχαία βήματα επιστρέφουν με νέα διάσταση.
– Έχετε δουλέψει επανειλημμένα σε παραγωγές της «Τουραντότ». Πώς είναι να την επισκέπτεστε ξανά;
Πάντα κάνω μικρές, διακριτικές αλλαγές. Δεν έχει νόημα να αναπαράγεις κάτι ακριβώς όπως ήταν. Η κίνηση είναι πλήρως ενσωματωμένη στην παραγωγή – έτσι δουλεύει ο Αντρέι. Υπάρχει πάντα ένας συνδυασμός χορωδιακών στοιχείων, οπτικών μεταφορών και συναισθηματικών επιπέδων.
Κατά καιρούς, διάφοροι σκηνοθέτες που αναλαμβάνουν αναβιώσεις έχουν προσδώσει διαφορετικές οπτικές, αλλά η ουσία παραμένει. Και δεν κουράζεσαι ποτέ με αυτή τη μουσική – είναι τόσο πλούσια! Κάθε νέος ερμηνευτής φέρνει τη δική του ενέργεια, και εμείς καλούμαστε να τον βοηθήσουμε να βρει το βάθος που κρύβει η παρτιτούρα.
– Πώς θα περιγράφατε τη συνεργασία σας με τον Αντρέι Σερμπάν;
Έχουμε κάνει πολλές παραγωγές μαζί και υπάρχει πάντοτε μια άρρητη, διαισθητική θα έλεγα σύνδεση ανάμεσά μας. Κατανοώ τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει – μέσα από την ανακάλυψη και την εξέλιξη των ιδεών. Μου λέει πάντα: «Ξάφνιασέ με». Αυτό δίνει μεγάλη ελευθερία. Ακόμη και τις τελευταίες ημέρες, έχουν αλλάξει πολλά. Παίρνω μια γενική κατεύθυνση και μετά εξερευνούμε μαζί με τη Γεωργία στη συγκεκριμένη παραγωγή πώς μπορεί μια στιγμή να γίνει δυναμική, αιχμηρή ή ήρεμη.
– Σας αρέσει να εργάζεστε γενικά στην όπερα;
Αναμφισβήτητα. Η όπερα και το μουσικό θέατρο είναι στον πυρήνα της δουλειάς μου. Το εύρος είναι εντυπωσιακό –και ναι, τα μπάτζετ είναι μεγαλύτερα από ό,τι στο σύγχρονο χορό– αλλά περισσότερο με συγκινεί ο όγκος: της μουσικής, της χορωδίας, του συναισθήματος. Απαιτεί τα πάντα από εσένα – και αυτό το λατρεύω.
– Βλέπετε ελληνικές επιρροές σε αυτή την παραγωγή;
Ναι. Όταν δουλεύαμε το θρήνο της Λιου –τη σκηνή του θανάτου της, που είναι και το τελευταίο μέρος που συνέθεσε ο Πουτσίνι– μου ήρθε αμέσως η εικόνα ενός αρχαίου ελληνικού κυκλικού χορού. Έτσι, ενσωματώσαμε κάτι τέτοιο – απλό και ουσιαστικό. Οι χορευτές φορούν ρούχα με πτυχώσεις, και η ακινησία και απλότητα της σκηνής έδεσαν πολύ καλά. Τα κοστούμια της Χλόης Ομπολένσκι περιλαμβάνουν επίσης λεπτές ελληνικές αναφορές. Νιώθω πως όλα αυτά δένουν μεταξύ τους. Δεν προσπαθούμε να μιμηθούμε την κινεζική κουλτούρα – κάτι τέτοιο θα ήταν προβληματικό. Η «Τουραντότ» είναι μια ιταλική όπερα, βασισμένη σε ένα θεατρικό έργο της κομέντια ντελ άρτε που είχε γράψει ο Κάρλο Γκότσι, ενώ βρισκόμαστε πλέον στο 2025. Δημιουργούμε κάτι πολυεπίπεδο και σύγχρονο.
– Τι έχει να πει η υπόθεση της «Τουραντότ» στο σήμερα;
Ο κόσμος της Τουραντότ κυβερνάται από ένα απολυταρχικό καθεστώς – και τέτοια υπάρχουν αρκετά ακόμη στον κόσμο. Βαρβαρότητα, τιμωρίες, αιματοχυσία – δεν πρόκειται για αποκυήματα της φαντασίας. Υπάρχει επίσης μια δυναμική γυναικεία φιγούρα στο επίκεντρο. Εκδικείται κάτι, και αυτή η ενέργεια είναι εξίσου ισχυρή και σήμερα.
Μου έφερε στον νου την Μπουμπουλίνα, την ηρωίδα της Ελληνικής Επανάστασης που γνώρισα όταν επισκέφτηκα τις Σπέτσες. Αγόρασα μέχρι και ένα μαγνητάκι για την εγγονή μου από εκεί, για να της πω πόσο δυναμική ήταν!
– Τι θα θέλατε να ξέρουμε για εσάς πέρα από αυτή την παραγωγή;
Είμαι δασκάλα, μέντορας και συγγραφέας – έχω εκδώσει δύο βιβλία για τον χορό και την κίνηση. Γνώρισα τη Γεωργία Τέγου, τη συνεργάτιδά μου, μέσω mentoring, στο οποίο πιστεύω βαθιά. Και, φυσικά, ο Μέντωρ ήταν Έλληνας!
Έχω επίσης τέσσερα εγγόνια και λατρεύω τον κήπο μου. Αλλά στο βάθος, το πάθος μου είναι η κίνηση – πώς μεταφέρει νόημα, πώς μπορεί να αγγίξει ένα κοινό. Μερικές φορές αυτό επιτυγχάνεται με το ελάχιστο. Λέω στους χορευτές: «Μην κάνεις βήμα – απλώς μετατόπισε το βάρος σου». Θέλω η κίνηση να μοιάζει οργανική, να γεννιέται από πρόθεση, όχι να επιβάλλεται. Εκεί έρχεται και ο ρόλος του tai chi: σε συνδέει με τον εαυτό σου. Αυτή η εσωτερική σύνδεση είναι ουσιώδης.
– Εξακολουθείτε να εξασκείτε το tai chi;
Ναι, αν και όχι τόσο συχνά όσο θα ήθελα. Όσο μεγαλώνεις, όμως, με το tai chi κάτι βαθαίνει μέσα σου και σε συνδέει πιο ουσιαστικά με αυτή την πρακτική.
Η «Τουραντότ» του Τζάκομο Πουτσίνι θα παρουσιαστεί από την Εθνική Λυρική Σκηνή στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, στις 1, 3, 5, 6 και 8 Ιουνίου 2025. Κλείστε εισιτήρια online