Εικονογράφηση: Χριστίνα Αβδίκου

ΤΙ ΠΑΕΙ ΝΑ ΠΕΙ «ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΙΛΗΣΕ ΝΩΡΙΤΕΡΑ;»

Όταν γίνεται μια καταγγελία για σεξουαλική παρενόχληση, κακοποίηση ή/και βιασμό με χρονική απόσταση από το σήμερα, πολλοί αναρωτιούνται για το φερόμενο ως θύμα: Γιατί δεν μίλησε νωρίτερα; Δεν είναι όμως κι αυτό ένα είδος victim blaming;

Ημερομηνία δημοσίευσης: 21/4/2023

Τώρα το θυμήθηκε; Γιατί περίμενε τόσα χρόνια; Γιατί δεν έκανε τότε καταγγελία; Γιατί δεν μίλησε νωρίτερα; Πολλές διαφορετικές παραλλαγές στο ίδιο ερώτημα, που ακούγεται όταν μια γυναίκα καταγγέλλει σεξουαλική παρενόχληση, κακοποίηση ή/και βιασμό χρόνια μετά το συμβάν.

Το ακούμε από την πρώτη εκείνη πολύκροτη υπόθεση του ελληνικού #MeToo, που ξεκίνησε με την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου. Το ακούσαμε και τώρα, με την καταγγελία εις βάρος του Αλέξη Γεωργούλη. Και δεν μιλώ μόνο για όσους σκόπιμα μπορεί να εκμεταλλεύονται την υπόθεση για δικές τους σκοπιμότητες (πιθανόν και κομματικές, άλλωστε μιλάμε για ευρωβουλευτή εν ενεργεία, ενώ διανύουμε προεκλογική περίοδο). Μιλώ και για απλό κόσμο, που μπορεί και να μην έχει καμία «ατζέντα».

Το θέμα όμως είναι ότι –ασχέτως πρόθεσης– το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η καταγγέλλουσα αμφισβητείται. Ίσως κάποιοι το κάνουν ασυνείδητα, γιατί δεν χωράει το μυαλό τους ότι μια γυναίκα θα μπορούσε να μην καταγγείλει άμεσα ένα τέτοιο συμβάν. Ίσως άλλοι –κυρίως οι παλιότερες γενιές– το κάνουν γιατί γαλουχήθηκαν σε εποχές που ήθελαν να θάβεις κάποια πράγματα κάτω από το χαλάκι και να «συνεχίζεις τη ζωή σου» στωικά.

Όπως και να ’χει, η απορία «Γιατί δεν μίλησε νωρίτερα» είναι ένα είδος victim blaming. Κι αν είναι γνήσια, άδολη απορία, ας προσπαθήσουμε να δώσουμε μια απάντηση.

Να γιατί δεν μίλησε νωρίτερα

Ας ξεκινήσουμε με μια διαπίστωση: Όντως είναι συχνό φαινόμενο να μεσολαβεί ένα χρονικό διάστημα έως την αναφορά της σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης.

«Κάθε περίπτωση είναι μοναδική και οι λόγοι για αυτή την καθυστέρηση είναι πολύ προσωπικοί», λέει η ψυχολόγος Ναταλία Κουτρούλη. «Συνήθως, βέβαια, τα αίτια βρίσκονται στο αίσθημα φόβου, ντροπής ή ενοχής που –αδίκως– βιώνει το θύμα. Πολλές φορές, το θύμα θεωρεί ότι δε θα λάβει βοήθεια αν μιλήσει, ότι θα επιβαρυνθεί ψυχικά, ότι δε θα γίνει πιστευτό το συμβάν ή ακόμα και ότι θα κατηγορηθεί για αυτό».

Εικονογράφηση: Χριστίνα Αβδίκου

Η ειδικός θίγει και μια επιπλέον διάσταση: «Η έλλειψη εμπιστοσύνης στους φορείς που απονέμουν δικαιοσύνη ή και ο φόβος για τη διαδικασία εξέτασης –σε ιατρικό και δικαστικό επίπεδο– με την έκθεση που περιλαμβάνει συχνά αποθαρρύνουν τα θύματα».

Η αλήθεια των εντυπώσεων

Έγραφα πριν από κάποιους μήνες για το θεατρικό έργο «Prima Facie», που δείχνει με ευρηματικό τρόπο πώς σε τέτοιες υποθέσεις το ζητούμενο καταλήγει να είναι κάτι διαφορετικό από την αλήθεια: εκείνο που κυριαρχεί είναι η «δικανική αλήθεια», που καθορίζεται ως έναν βαθμό και από τη δημιουργία εντυπώσεων. Το να αναρωτηθείς «Γιατί δεν μίλησε νωρίτερα;» αφήνει πολλά περιθώρια ανάμεσα στις λέξεις. Είναι σαν να λέμε: Μήπως τώρα έχει κάποιο λόγο να το κάνει; Μήπως τώρα τα μηχανεύτηκε όλα αυτά; Και τέτοιες απορίες απέχουν ελάχιστα από την πεμπτουσία του victim blaming, που είναι το περίφημο: Πήγαινε γυρεύοντας!

«Όποιοι κι αν είναι οι λόγοι της αναβολής, το θύμα έχει κάθε δικαίωμα να πάρει τον χρόνο του και οφείλουμε να το σεβαστούμε», λέει κατηγορηματικά η Δρ. Κουτρούλη. «Έστω και μετά από χρόνια, η καταγγελία του γεγονότος αποτελεί ηθική δικαίωση για το θύμα. Υποδηλώνει ότι νιώθει έτοιμο να αντιμετωπίσει τον θύτη του, έχει ανακτήσει τις δυνάμεις του και επιλέγει συνειδητά να εκφράσει την αλήθεια του και να απελευθερωθεί από την εμπειρία αυτή. Η καταγγελία είναι μια δύσκολη ψυχικά διαδικασία γιατί επαναφέρει μνήμες και διακινεί πολλά συναισθήματα, οπότε το θύμα χρειάζεται υποστήριξη και κατανόηση, όχι επίκριση».

Το τεκμήριο αθωότητας

Κάθε άτομο που κατηγορείται για οποιοδήποτε έγκλημα θεωρείται αθώο έως ότου αποδειχθεί η ενοχή του. Αυτό προστάζει το τεκμήριο αθωότητας και ο δικαστής ή οι ένορκοι καλούνται σε μια δίκη να βγάλουν την ετυμηγορία «πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας». Από τον τρόπο που στήνονται κάποιες υπερασπιστικές γραμμές, καταλαβαίνεις ότι πολλοί συνήγοροι υπεράσπισης ποντάρουν στην «αμφιβολία».

Αυτή την αμφιβολία υπηρετούμε λίγο πολύ όλοι όταν διερωτόμαστε: Γιατί δεν μίλησε νωρίτερα; Όχι ότι ο λόγος μας θα φτάσει να ακουστεί –πόσο μάλλον να βαρύνει– στο δικαστήριο, αλλά θα φτάσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην όποια καταγγέλλουσα, που ήδη σηκώνει ένα μεγάλο βάρος.

Θα μου πεις, αποκλείεται κάποια καταγγελία να είναι αβάσιμη, ακόμα και κακόβουλη; Μάλλον όχι. Αλλά αυτό είναι άλλο. Και είναι άλλο το «Γιατί τώρα;» που τελικά μπορεί κι αυτό να χρησιμοποιηθεί απολύτως κακόβουλα.

Μια προσβλητική ερώτηση

«Δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις, όταν το θύμα αποφασίσει να καταγγείλει την σεξουαλική παρενόχληση ή κακοποίηση, έρχεται αντιμέτωπο με την προσβλητική ερώτηση Γιατί τώρα;» διαπιστώνει η Δρ. Ναταλία Κουτρούλη. «Στο ερώτημα αυτό, το άτομο που καταγγέλλει την πράξη θα πρέπει να δείξει θάρρος και να απαντήσει ανάλογα με το πώς νιώθει.

»Κανείς δεν έχει δικαίωμα να θίξει το ζήτημα και να πιέσει ένα άτομο να μιλήσει προτού νιώσει έτοιμο. Όταν κάποιος έχει βιώσει την κακοποίηση, χρειάζεται φροντίδα και ενσυναίσθηση από τους άλλους, οπότε ας αγνοήσει δηκτικά σχόλια και υπονοούμενα και ας στηριχθεί σε όσους είναι έμπρακτα στο πλευρό του».

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.