ΑΥΤΗ Η ΦΡΑΣΗ ΔΕΙΧΝΕΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ
Αντί να πούμε «το έχω περάσει κι εγώ», ας επιλέξουμε τη γνήσια ενσυναίσθηση. Με αυτούς τους 4 τρόπους θα μάθουμε να είμαστε πραγματικά παρόντες.
«Έχει συμβεί και σε μένα», «κι εγώ έχω περάσει κάτι παρόμοιο», «συνέβη και σε φίλο μου». Είναι φράσεις που ακούμε ή λέμε συχνά, όταν κάποιος μας ανοίγεται και μοιράζεται έναν προσωπικό του αγώνα, όπως δυσκολίες με ένα έφηβο παιδί, ένα πρόβλημα στη δουλειά, μια οικογενειακή περιπέτεια. Με τον τρόπο αυτό προσπαθούμε να δείξουμε στον συνομιλητή μας ότι δεν είναι μόνος. Μπορεί η προσέγγιση αυτή να ξεκινά από μια καλή πρόθεση, όμως δεν δείχνει ενσυναίσθηση. Γιατί; Γιατί πολύ απλά μετατοπίζει το επίκεντρο από εκείνον που έχει ανάγκη να ακουστεί σε εμάς.
Η αυθεντική ενσυναίσθηση δεν έχει να κάνει με το να μιλήσουμε για τον εαυτό μας. Έχει να κάνει με το να ακούσουμε με προσοχή και χωρίς διακοπές. Πώς μπορούμε να δείξουμε ότι πραγματικά είμαστε εκεί για τον άλλο;
1. Είμαστε παρόντες
Κατ' αρχάς, φροντίζουμε να εξαλείψουμε κάθε περισπασμό. Αυτό σημαίνει ότι βάζουμε το κινητό στο αθόρυβο, το απομακρύνουμε από το οπτικό μας πεδίο, παίρνουμε μια βαθιά ανάσα και στρέφουμε την προσοχή μας στον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας. Η ενσυναίσθηση δεν εκφράζεται μόνο με λόγια, αλλά και με τη στάση του σώματός μας. Για παράδειγμα, ο τρόπος που κουνάμε τα χέρια μας μπορεί να κάνει τον συνομιλητή μας να νιώσει ότι βρίσκεται σε έναν ασφαλή χώρο όπου μπορεί να «ανοιχτεί», ή να του δημιουργήσει την εντύπωση ότι βαριόμαστε.
2. Επαναλαμβάνουμε λέξεις που χρησιμοποίησε
Ας υποθέσουμε ότι ένας φίλος περιγράφει τις διακοπές στο πατρικό του σπίτι, χρησιμοποιώντας τη λέξη «φρικτές». Μπορούμε να σταθούμε στη συγκεκριμένη λέξη και να την επαναλάβουμε. Έτσι, του δίνουμε τον χώρο να εμβαθύνει, να σκεφτεί γιατί η εμπειρία ήταν τόσο αρνητική. Τι ένιωσε; Επίσης, αντί να μοιραστούμε κάποια δική μας αντίστοιχη ιστορία (δεν είναι η ώρα), δοκιμάζουμε να συνοψίσουμε το συναίσθημα που εξέφρασε, λέγοντας π.χ. «Ακούγεσαι απογοητευμένος ή θυμωμένος από όσα σου είπαν». Αναγνωρίζοντας τα συναισθήματα, ακόμη κι αν δεν εκφράζονται ξεκάθαρα, δείχνουμε ότι προσπαθούμε πραγματικά να καταλάβουμε.
3. Νιώθουμε άνετα με τη σιωπή
Πολλοί από εμάς δεν νιώθουμε άνετα με τις σιωπές. Προσπαθούμε να γεμίσουμε κάθε παύση με λόγια ή βιαζόμαστε να δώσουμε απαντήσεις/λύσεις σε όσα εκμυστηρεύτηκε ο συνομιλητής μας. Όμως, αυτό δεν είναι ενσυναίσθηση. Η σιωπή είναι ένα ισχυρό εργαλείο. Δείχνει σεβασμό στον ρυθμό του άλλου και δημιουργεί χώρο για επεξεργασία και σκέψη. Ακόμα και μικρές παύσεις μπορούν να μειώσουν την ένταση και να ενισχύσουν την αίσθηση ασφάλειας, αφήνοντας την κατανόηση να αναδυθεί.
Η ΣΙΩΠΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΙΣΧΥΡΟ ΕΡΓΑΛΕΙΟ. ΔΕΙΧΝΕΙ ΣΕΒΑΣΜΟ ΣΤΟΝ ΡΥΘΜΟ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΧΩΡΟ ΓΙΑ ΣΚΕΨΗ.
4. Κάνουμε τη σωστή ερώτηση
Οι πιο ουσιαστικοί συνομιλητές δεν είναι αυτοί που έχουν τις απαντήσεις, αλλά εκείνοι που ρωτούν και ξέρουν να ακούν. Εκείνοι που είναι ανοιχτοί και περίεργοι, όχι με τρόπο αδιάκριτο, αλλά με τρόπο φροντιστικό. Χρησιμοποιώντας την απλή φράση «Θες να μου πεις περισσότερα;» δίνουμε τον έλεγχο της συζήτησης στον άλλο, του προσφέρει την ευκαιρία να αποφασίσει τι έχει σημασία για εκείνον και να το εκφράσει. Μέσα από τη διαδικασία αυτή, μπορεί να ανακαλύψει πράγματα που αγνοούσε.
Ενσυναίσθηση, λοιπόν, δεν σημαίνει «έχω περάσει το ίδιο, γι' αυτό σε καταλαβαίνω». Ενσυναίσθηση σημαίνει «είμαι εδώ για σένα», χωρίς βιασύνη, χωρίς εγωισμό, χωρίς συμβουλές.