ΠΟΙΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΙΟ ΔΥΣΚΟΛΟΣ ΝΑ ΧΩΡΙΣΕΙΣ
Το μυαλό σου λέει ξεκάθαρα ότι πρέπει να φύγεις τρέχοντας για να γλιτώσεις όσο είναι νωρίς. Τι είναι, όμως, αυτό που σε κρατά από το να χωρίσεις τέτοιους ανθρώπους;
Κάθε χωρισμός είναι δύσκολος, όμως υπάρχουν και ορισμένοι χωρισμοί που γίνονται εξαιρετικά περίπλοκοι, λόγω της τεράστιας ασυμβατότητας ανάμεσα σε αυτό που σε συμβουλεύει η λογική και εκείνο που ορίζει το συναίσθημά σου.
Η σχέση πριν από έναν τέτοιον χωρισμό ξεκινά κάπως έτσι: Έλκεσαι από έναν άνθρωπο, είτε λόγω της εξωτερικής του εμφάνισης είτε λόγω της προσωπικότητάς του. Πιθανώς τον θαυμάζεις ή σου είναι τρομερά συμπαθής. Ίσως έχει μια προσωπική ιστορία με την οποία νιώθεις ότι ταυτίζεσαι. Σε κάθε περίπτωση, θέλεις να είσαι μαζί του – ιδανικά πάντα και για πάντα. Από τη δική του μεριά, ο άνθρωπος αυτός δείχνει εξίσου γοητευμένος από εσένα – τουλάχιστον αυτό δηλώνει ξανά και ξανά. Και θέλει, επίσης, να είναι μαζί σου – δεν έχει κανέναν σκοπό να χωρίσετε. Ωστόσο… υπάρχει ένα πρόβλημα.
Το πρόβλημα αυτό δεν είναι εύκολα διακριτό. Για την ακρίβεια, είναι βαθύ και σκοτεινό, είναι δύσκολο να το προσδιορίσεις, ενώ ταυτόχρονα είναι απόλυτα καταστροφικό. Χρειάζεσαι χρόνο για να το συνειδητοποιήσεις, μα όταν το κάνεις καταλαβαίνεις το εξής: Ο άνθρωπος που αγαπάς και που λέει ότι επίσης σ ’αγαπάει, μοιάζει να ασκεί πάνω σου σοβαρή επιβλαβή επίδραση. Με ποιον τρόπο;
Οι τρόποι είναι αμέτρητοι και μπορεί να εντάσσονται σε ένα ευρύ φάσμα συμπεριφορών: Μπορεί το άλλο άτομο να έχει παράλληλες σχέσεις, να έχει κάποιους εθισμούς ή απλά να είναι κατά κανόνα «απών», να μη σου δείχνει τρυφερότητα και ζεστασιά, να μην έρχεται να σε αγγίξει ή να σε αγκαλιάσει. Να είναι δηλαδή στον ίδιο χώρο αλλά να μην είναι πραγματικά «εκεί».
Το πιθανότερο είναι πως όταν ξεκίνησαν αυτά τα προβλήματα, άρχισες κι εσείς να παραπονιέσαι, όμως το έκανες ήπια, λίγο σαρκαστικά ή με κάποια πικρία, όχι μιλώντας σοβαρά και ξεκάθαρα. Εξάλλου, τον/την αγαπάς – δεν θέλεις να θυμώσει μαζί σου και να τον/τη χάσεις. Έτσι, ο καιρός πέρασε και ίσως χρειάστηκαν χρόνια για να μπορέσεις να βρεις τη φωνή σου και να εκφράσεις σοβαρά πλέον το αίτημά σου. Και τι συνέβη τότε;
Γιατί ο χωρισμός από τέτοιους τύπους είναι τόσο δύσκολος;
«Συνήθως από αυτούς τους τύπους ανθρώπων έρχονται δύο ειδών απαντήσεις: Είναι και οι δύο δύσκολες στη διαχείριση, όμως η δεύτερη είναι η χειρότερη», λέει σε σχετικό podcast ο Αλέν ντε Μποτόν, συγγραφέας και σύγχρονος φιλόσοφος:
– Το παραδέχονται
Εσύ, έχοντας πλέον κουραστεί από τη συμπεριφορά τους, εκφράζεις ανοιχτά το παράπονό σου (δεν αντέχεις άλλο την «κακοποίηση», τις παράλληλες σχέσεις, τους εθισμούς, την απόσταση, την έλλειψη τρυφερότητας, την έλλειψη σεξ…) και δίνεις ένα τελεσίγραφο. Αν δεν ανταποκριθούν στις ανάγκες σου, θα φύγεις (αν και αυτό είναι το τελευταίο που πραγματικά θέλεις να κάνεις, γιατί αγαπάς το συγκεκριμένο άτομο). Αφού πεις όσα έχεις να πεις, νιώθεις ταραχή γιατί σου φαίνεται τρελό να απειλείς ότι θα αφήσεις κάποιον που αγαπάς και που λέει επίσης ότι σ’ αγαπάει. Τότε συμβαίνει κάτι φαινομενικά υπέροχο: Παραδέχονται όσα λες! Σου λένε ότι έχεις δίκιο, ότι δεν είχαν καταλάβει μέχρι τώρα πόσο κακό σου έκαναν! Σου ζητούν συγνώμη, σου υπόσχονται ότι θα αλλάξουν, απλά χρειάζονται λίγο χρόνο, ζητούν λίγη κατανόηση, προτείνουν να ξεκινήσουν ψυχοθεραπεία, π.χ. μια φορά τον μήνα, και θα τα λύσουν έτσι όλα.
Η αμεσότητα με την οποία ανταποκρίνονται σε συγκινεί, σου δείχνει ότι νοιάζονται – κι εσύ θέλεις να τους πιστέψεις. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι παρά τις υποσχέσεις τους… δεν αλλάζουν καθόλου. Αναπροσαρμόζονται λίγο προσωρινά για να εξασφαλίσουν ότι δεν θα φύγεις τη στιγμή της απειλής, όμως το πρόβλημα τελικά δεν διορθώνεται. Ο χρόνος συνεχίζει να περνά, κι εσύ δένεσαι και βιώνετε εμπειρίες μαζί που το κάνουν πιο δύσκολο να χωρίσεις, μπορεί π.χ. να κάνετε παιδιά ή να αγοράσετε ένα σπίτι… Και μεγαλώνεις. Και ο χωρισμός μοιάζει ακόμα πιο δύσκολος.
– Το αρνούνται
Αν δεν πάρεις από τα άτομα αυτά την πρώτη απάντηση, θα πάρεις αυτήν εδώ: όταν τα αντιμετωπίζεις με το αίτημά σου, αρνούνται τα πάντα και σε βγάζουν τρελό/-η. Σου λένε ότι είναι όλα στο μυαλό σου, τα φαντάζεσαι, ότι εσύ έχεις το πρόβλημα, σχεδόν προσβάλλονται με όσα υπονοείς, πώς γίνεται να μην τους έχεις εμπιστοσύνη; Αντεπιτίθενται: Πώς γίνεται να μη βλέπεις πόσο σ’ αγαπούν;
Κι εσύ αρχίζεις να νιώθεις ότι πατάς σε ναρκοπέδιο: Μήπως έχουν δίκιο; Μήπως έχεις όντως τρελαθεί και βλέπεις φαντάσματα; Μήπως απλά γκρινιάζεις, ζηλεύεις ή έχεις δικές σου ανασφάλειες; Ο άνθρωπος που αγαπάς, και σ’ αγαπάει επίσης, σου λέει ότι είσαι τρελός/-ή: Μάλλον έτσι θα είναι. Μάλλον υπερβάλλεις. Σημασία έχει ότι παραμένει στη ζωή σου. Τουλάχιστον δεν είσαι μόνος/-η. Και τα χρόνια περνούν… και κάνετε παιδιά… κι ο χρόνος στερεύει… Ωστόσο, μπορεί όντως να αρχίσεις να νιώθεις ότι τρελαίνεσαι. Να παθαίνεις νευρικές κρίσεις, να νιώθεις εξάντληση, να εμφανίζεις ψυχοσωματικά.
Το ξέρεις ότι πρέπει να χωρίσεις
Με όποιον από τους παραπάνω τρόπους κι αν απαντήσει ο άνθρωπός σου , θα έρθει κάποτε η στιγμή που θα ξέρεις ότι πρέπει να φύγεις. Ότι πρέπει να προστατεύσεις την ψυχική και σωματική σου υγεία. Όμως δεν είναι καθόλου εύκολο: Το να πρέπει να εγκαταλείψεις κάποιον που αγαπάς και που λέει ότι σ’ αγαπάει μοιάζει σχεδόν αδύνατον. Από τη μία νιώθεις ότι μπορεί να υπερβάλλεις, από την άλλη ότι είσαι άκαρδος/-η και δεν κάνεις λίγη υπομονή. Σκέφτεσαι και τα παιδιά (αν υπάρχουν) και πώς θα τα επιβαρύνει η απόφαση του χωρισμού, η οποία βασίζεται σε αυτά που νιώθεις εσύ – όχι ο άλλος. Ο άλλος επιμένει ότι σ’ αγαπάει. Νιώθεις τόσο μόνος/-η σε αυτή τη διαδικασία.
Όμως πρέπει να φύγεις. Για να φύγεις, συμβουλεύει ο ντε Μποτόν, πρέπει να βάλεις καλά στο μυαλό σου αυτή τη σκέψη: Αγαπάω έναν άνθρωπο που είναι κατεστραμμένος. Ρεαλιστικά δεν μπορεί να αλλάξει και μπορεί ακόμα και να με χρησιμοποιεί ως αφορμή για να μην αλλάξει. Ή βρίσκεται σε άρνηση και καταχράζεται την ευπιστία μου και την αυτο-αμφισβήτησή μου προκειμένου να μην κοιτάξει με ειλικρίνεια μέσα του.
Θα πρέπει, επίσης, να σκεφτείς: Πιθανότατα υπάρχει κάτι στο παρελθόν μου, ένα ιστορικό ανεκτικότητας σε δύσκολες καταστάσεις, που με κάνει «αιώνιο κορόιδο», που με κάνει να υπομένω για καιρό αυτού του είδους τα βάσανα.
Ο ντε Μποτόν καταλήγει με μια ωραία μεταφορά: «Οι ορειβάτες ξέρουν ότι ορισμένες κορυφές δεν κατακτούνται χωρίς βοήθεια. Έτσι κι εσύ, στη δύσκολη αυτή διαδικασία χρειάζεσαι έναν ορειβατικό σύντροφο: Μπορεί να είναι ένας ψυχοθεραπευτής ή ένας πολύ πολύ καλός φίλος που θα αφιερώσει τον απαιτούμενο χρόνο για να σε διαβεβαιώσει ότι δεν έχεις τρελαθεί, δεν υπερβάλλεις, και που θα είναι εκεί για εσένα τις αναπόφευκτες στιγμές που θα νιώθεις ότι παίρνεις τη χειρότερη απόφαση της ζωής σου. (Στην πραγματικότητα, μόλις άρχισες να παίρνεις την καλύτερη).