ΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΣΟΥ ΕΥΘΥΝΗ;
Η σύντομη απάντηση είναι: Όχι! Αλλά, για να διαβάζεις αυτό το κείμενο, υποψιάζομαι πως δεν βρίσκεσαι εδώ για τις σύντομες απαντήσεις. Ποιο είναι λοιπόν το όριο όσον αφορά τη συναισθηματική ευθύνη σε μια σχέση;
Για πολλά χρόνια, η τάση να εσωτερικεύω τον συναισθηματικό κόσμο των σημαντικών ανθρώπων στη ζωή μου ήταν σχεδόν αντανακλαστική και, εκ του αποτελέσματος, βαθιά επίπονη. Με τα χρόνια και μέσα από την ψυχοθεραπευτική διαδικασία συνειδητοποίησα ότι η υπευθυνότητα είναι σπουδαίο προτέρημα και στο πλαίσιο μιας σχέσης, αλλά –όπως όλα– χρειάζεται μέτρο. Δεν γίνεται να φορτώνεσαι εσύ όλη τη συναισθηματική ευθύνη.
Κι ενώ δεν είσαι υπεύθυνος/η για το πώς νιώθει ο άνθρωπός σου, όταν έχεις επιλέξει να σχετιστείς ουσιαστικά μαζί του, να σταθείς με παρουσία, φροντίδα και συνέπεια, δύσκολα μπορείς να αποστασιοποιηθείς από όσα βιώνει.
Η συναισθηματική ευθύνη στη σχέση
Μπορεί να μην έχεις την ευθύνη για τα συναισθήματα του/της συντρόφου σου, αλλά μια πράξη, μια λέξη ή μια απουσία σου μπορεί να πυροδοτήσουν ένα συναίσθημα. Αν, για παράδειγμα, πρόδωσες την εμπιστοσύνη του άλλου, είναι λογικό να νιώσει απογοήτευση, θλίψη ή ματαίωση. Σίγουρα αυτή δεν είναι η σωστή στιγμή για να αναφωνήσεις ότι «δεν είμαι υπεύθυνος/η για τα συναισθήματά σου» ή «δεν φταίω που πληγώθηκες», καθώς τέτοιες τοποθετήσεις μαρτυρούν τουλάχιστον έλλειψη ενσυναίσθησης (πολύτιμο «συστατικό» μια υγιούς σχέσης).
Ανάμεσα στο «είμαι υπεύθυνος/η για ό,τι νιώθεις» και στο «δεν με αφορά τι νιώθεις», γεννιέται μια υπέροχη δυνατότητα: να δεις, να ακούσεις και να προσπαθήσεις να καταλάβεις τι δυσκολεύει τον άνθρωπό σου, ακόμα κι αν δεν ευθύνεσαι εσύ – πόσο μάλλον εάν είσαι μέρος της ιστορίας που τον επηρέασε.
Φυσικά, η διαχείριση του εκάστοτε συναισθήματος, δηλαδή η επεξεργασία του, ο τρόπος που θα επικοινωνηθεί και θα ενσωματωθεί στην εμπειρία, είναι αποκλειστική ευθύνη εκείνου που το βιώνει.
Η ΦΡΑΣΗ «ΔΕΝ ΕΧΩ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΣΟΥ» ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΜΩΣ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΟΤΑΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΚΥΡΩΣΕΙ ΤΟΝ ΑΛΛΟ.
Στη «σκιά» της συνεξάρτησης
Αν πιάνεις τον εαυτό σου να προσπαθεί να προβλέψει κάθε συναισθηματική αντίδραση του άλλου, αν φοβάσαι να πεις αυτό που σκέφτεσαι μήπως πληγωθεί, αν διαρκώς συρρικνώνεις τις ανάγκες και τα θέλω σου για να μην διαταραχθεί η ηρεμία του/της συντρόφου σου, τότε τα όρια ανάμεσα στη συναισθηματική υπευθυνότητα και τη συνεξάρτηση είναι πλέον αρκετά θολά. Το νοιάξιμο γίνεται «φυλακή» και παύει να έχει χώρο για σένα και για τον άλλο. Χώρο για να ακουστούν οι ανάγκες/επιθυμίες και των δύο.
Πώς μοιάζει, τελικά, μια συναισθηματικά ώριμη σχέση;
Σε μια ισότιμη σχέση, δεν χρειάζεται να διορθώσεις τον άλλον. Δεν παίρνεις προσωπικά ό,τι νιώθει, αλλά του επιτρέπεις να εκφραστεί. Και, κυρίως, παραμένεις δίπλα του, όχι για να «σώσεις» ή να «διορθώσεις», αλλά για να είσαι εκεί με ενδιαφέρον και φροντίδα.
Του δίνεις προσοχή. Δεν τον τιμωρείς επειδή νιώθει κάτι που σε δυσκολεύει. Μπορεί να μην ευθύνεσαι για όσα νιώθει, αλλά αν επιλέξει να τα μοιραστεί μαζί σου, είναι σημαντικό να έχεις τη διάθεση να ακούσεις ό,τι έχει να πει με ανοιχτά αυτιά και, κυρίως, ανοιχτή καρδιά.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, όταν ένας άνθρωπος μοιράζεται τα συναισθήματά του, δεν αναζητά λύσεις. Θέλει να νιώσει πως τον ακούς, τον συμπονάς και τον σέβεσαι, αναγνωρίζοντας την εμπειρία του.
Η φράση που έγινε εργαλείο αποφυγής
Το βλέπω να αναπαράγεται συχνά σε διαδικτυακές αναρτήσεις pop ψυχολογίας: Το «δεν είμαι υπεύθυνος για τα συναισθήματά σου» έχει γίνει σημαία πολλών που αποφεύγουν την ευθύνη. Που θέλουν να λένε ό,τι επιθυμούν, να πράττουν όπως επιθυμούν και μετά να «ξεγλιστρούν» με ένα «είναι δικό σου θέμα πώς το πήρες».
Η φράση αυτή από μόνη της δεν είναι λανθασμένη. Γίνεται όμως εξαιρετικά επικίνδυνη όταν χρησιμοποιείται για να ακυρώσει τον άλλο. Όταν αντί να ανοίξει έναν χώρο κατανόησης και έναν εποικοδομητικό διάλογο, υψώνει έναν τοίχο συναισθηματικής αποστασιοποίησης.
Το πατριαρχικό αποτύπωμα στις σχέσεις
Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για την ευθύνη των συναισθημάτων του άλλου, χωρίς να αγγίξουμε το πώς για χρόνια οι γυναίκες γαλουχήθηκαν για να φροντίζουν συναισθηματικά. Από μικρές, μαθαίνουμε ότι πρέπει να είμαστε γλυκές, κατανοητικές, να μη θυμώνουμε, να κρατάμε τις ισορροπίες. Η συναισθηματική εργασία, δηλαδή το να ακούμε, να ρυθμίζουμε, να παρηγορούμε, να μην ενοχλούμε, έχει γίνει σχεδόν αόρατα μέρος της φύσης μας.
Και όχι, δεν είναι φυσικό. Είναι μαθημένο. Κι όσο δεν το αναγνωρίζουμε, τόσο πιο πολύ το διαιωνίζουμε.
ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ, Η ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΣΤΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΔΕΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΕΙΨΗ ΑΓΑΠΗΣ, ΑΛΛΑ ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ.
Στο πλαίσιο της πατριαρχίας, οι άντρες είχαν (και έχουν ακόμα) κοινωνική άδεια να αποστασιοποιούνται από τον συναισθηματικό τους κόσμο. Να μη δίνουν όνομα σε αυτό που νιώθουν. Να μην το κουβαλάνε, γιατί κάποια άλλη θα το κουβαλήσει για λογαριασμό τους. Η σύντροφος, η μητέρα, η κόρη, η αδερφή.
Από την άλλη, οι ίδιοι οι άντρες μεγάλωσαν και συχνά εξακολουθούν να μεγαλώνουν αποκομμένοι από τον συναισθηματικό τους κόσμο. Τους έμαθαν πως δεν πρέπει να κλαίνε, πως το «είμαι καλά» είναι αρκετό, πως η ευαλωτότητα ισοδυναμεί με αδυναμία. Πως πρέπει να είναι «δυνατοί», «ψύχραιμοι», «λογικοί», ακόμα κι όταν μέσα τους καταρρέουν.
Έτσι, δεν έμαθαν πώς να κατονομάζουν, να εκφράζουν ή να ρυθμίζουν όσα νιώθουν. Όχι επειδή δεν θέλουν, αλλά γιατί ποτέ κανείς δεν τους το δίδαξε.
Πολλές φορές, η δυσκολία στη συναισθηματική σύνδεση δεν είναι έλλειψη αγάπης, αλλά έλλειψη εκπαίδευσης. Κι αυτή τη δυσκολία, πολύ συχνά, καλείται να καλύψει ή να πληρώσει ο άνθρωπος που βρίσκεται δίπλα τους.
Απόσταση ή σύμπλευση;
Κάπου εδώ αναδύεται αυτό που τελικά κάνει τη διαφορά σε μία σχέση: η συμπόρευση. Δεν μπορώ να βιώσω τα συναισθήματά σου, αντί για σένα. Δεν μπορώ να σε «γλιτώσω» από τη δυσκολία σου και, τελικά, δεν είναι ο ρόλος μου.
Μπορώ, όμως, να είμαι δίπλα σου όσο εσύ τα επεξεργάζεσαι. Όχι, για να σε καθοδηγήσω, αλλά για να κρατήσω χώρο, να σε ακούσω και να σου υπενθυμίσω πως είμαι εδώ για σένα. Μάλιστα, αυτό είναι δική μου ευθύνη, αν θέλω στ’ αλήθεια να σε αγαπώ.