ΑΝΑΠΝΟΗ ΑΠΟ ΤΗ ΜΥΤΗ Ή ΤΟ ΣΤΟΜΑ: ΠΩΣ ΘΑ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ;
Κατά τη διάρκεια της άσκησης, πολλοί άνθρωποι αναπνέουν από το στόμα. Τι δείχνουν όμως τα στοιχεία των ερευνών σχετικά με τον τρόπο αναπνοής όσο γυμναζόμαστε; Ποια μέθοδος είναι πιο αποδοτική;
Το να αναπνέουμε σωστά κατά τη διάρκεια της σωματικής άσκησης είναι από τα πιο σημαντικά στοιχεία, καθώς μπορεί να ενισχύσει την απόδοση, την αντοχή και τη γενική ευεξία μας. Είτε πρόκειται για cardio, είτε για άσκηση μυϊκής ενδυνάμωσης, ένα μεγάλο μέρος της σωστής αναπνοής είναι απλώς η ομαλή συνέχιση της.
Τι γίνεται όμως με τον τρόπο με τον οποίο αναπνέουμε; Ερευνητές έχουν ασχοληθεί με τις μεθόδους αναπνοής κατά την άσκηση προκειμένου να δουν αν υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στην αναπνοή από τη μύτη και την αναπνοή από το στόμα, τόσο στον οργανισμό όσο και στην απόδοσή μας κατά τη διάρκεια της σωματικής δραστηριότητας.
Η σημασία της αναπνοής κατά τη διάρκεια της άσκησης
Καθώς αναπνέουμε ενώ αθλούμαστε, οι πνεύμονές μας λαμβάνουν οξυγόνο και απομακρύνουν το διοξείδιο του άνθρακα. Αυτό το οξυγόνο είναι απαραίτητο στους μυς, ώστε να αποκτήσουν την απαιτούμενη ενέργεια για να ολοκληρώσουμε μια προπόνηση επιτυχώς.
Πολλοί καταλήγουν ασυναίσθητα να αναπνέουν από το στόμα κατά τη διάρκεια της σωματικής δραστηριότητας. Αυτό μπορεί να συμβεί επειδή η ταχύτερη αναπνοή αυξάνει την αντίσταση της ροής του αέρα στη μύτη, με αποτέλεσμα να αλλάζουν τον τρόπο αναπνοής από τη μύτη στο στόμα. Αντίστοιχα, κάποιοι άνθρωποι φαίνεται να κρατάνε την αναπνοή τους κατά τη διάρκεια μιας έντονης άσκησης, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ιδανική τεχνική αν θέλεις να είσαι πιο αποδοτικός.
Οι έρευνες που έχουν ασχοληθεί με το ζήτημα δίνουν ανάμεικτα στοιχεία ως προς το αν η αναπνοή από τη μύτη είναι καλύτερη επιλογή από την αναπνοή από το στόμα κατά τη διάρκεια της άσκησης.
Τα στοιχεία των ερευνών
Σε μια μικρή μελέτη του 2018, δέκα δρομείς έτρεξαν σε διάδρομο δύο φορές, μία φορά αναπνέοντας από τη μύτη και μία από το στόμα. Κατά τη διάρκεια κάθε διαδικασίας, οι ερευνητές μέτρησαν αναπνευστικούς δείκτες όπως η κατανάλωση οξυγόνου, ο αναπνευστικός ρυθμός και η παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι δρομείς κατανάλωναν την ίδια ποσότητα οξυγόνου είτε ανέπνεαν από τη μύτη είτε από το στόμα. Ωστόσο, παρατηρήθηκε ότι ο αναπνευστικός ρυθμός, δηλαδή ο αριθμός των αναπνοών ανά λεπτό, ήταν χαμηλότερος όσο ανέπνεαν από τη μύτη.
Τα ευρήματα της συγκεκριμένης έρευνας δείχνουν ότι οι δρομείς χρειάστηκαν λιγότερη ενέργεια για να καταναλώσουν την ίδια ποσότητα οξυγόνου με τη ρινική αναπνοή, γεγονός που θα μπορούσε κατ’ επέκταση να βελτιώσει τις αθλητικές επιδόσεις και την αντοχή τους.
Από την άλλη πλευρά, μια άλλη μικρή έρευνα που δημοσιεύθηκε το 2017 διαπίστωσε ότι ενώ η αναπνοή από τη μύτη οδηγεί σε χαμηλότερο αναπνευστικό ρυθμό κατά τη διάρκεια της σωματικής άσκησης, μπορεί επίσης να αυξήσει το καρδιαγγειακό στρες.
Οι ειδικοί καταλήγουν ότι καθοριστικός παράγοντας θα πρέπει τελικά να είναι η προτίμηση καθενός, εφόσον υπάρχει δυνατότητα επιλογής.
ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΕΤΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΥ ΡΥΘΜΟΥ ΑΝΑΠΝΟΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ.
Η τεχνική της διαφραγματικής αναπνοής θεωρείται ότι συμβάλλει στην καλύτερη απόδοση στις αθλητικές δραστηριότητες, καθώς μας βοηθάει να διατηρήσουμε την ισορροπία μας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.