Ο ΤΥΠΟΣ ΠΡΟΣΚΟΛΛΗΣΗΣ ΠΟΥ ΕΙΧΕΣ ΩΣ ΠΑΙΔΙ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΙΣ ΤΟ ΣΕΞ
Πώς βιώνουν οι γυναίκες τη σεξουαλική εμπειρία στη σχέση τους και τις αναζητούν στην επαφή με τον σύντροφό τους; Μελέτη του ΕΚΠΑ αναζήτησε τις απαντήσεις στους τύπους προσκόλλησης, και η ψυχολόγος Γεωργία Χριστίνα Κανελλοπούλου μας βοηθά να καταλάβουμε πώς πρώιμες εμπειρίες με τους βασικούς φροντιστές μας διαμορφώνουν το πώς σχετιζόμαστε και συνδεόμαστε με τους άλλους.
Για κάποιους ανθρώπους το σεξ είναι ένας τρόπος να αισθάνονται πιο κοντά στους συντρόφους τους. Για άλλους, μια μέθοδος να κατευνάσουν το άγχος πως θα τους εγκαταλείψουν. Υπάρχουν κι εκείνοι που δυσκολεύονται να βρουν οποιοδήποτε συναισθηματικό νόημα στις ερωτικές τους επαφές. Αν αυτά μοιάζουν με ιδιαιτερότητες στον χαρακτήρα ή την προσωπικότητα, στην πραγματικότητα πρόκειται για μοτίβα που διαμορφώνονται από την παιδική ηλικία, μέσα από τους πρώτους δεσμούς που ανέπτυξαν τα άτομα με τους φροντιστές τους.
Αυτά τα συναισθηματικά αποτυπώματα, γνωστά ως τύποι προσκόλλησης –ή, όπως θα συναντήσεις σήμερα, τύποι συναισθηματικού δεσμού– βρέθηκαν στο επίκεντρο μελέτης από το Ειδικό Ιατρείο Σεξουαλικής Υγείας του Αιγινητείου Νοσοκομείου (Α’ Ψυχιατρική Κλινική, ΕΚΠΑ), με στόχο να αναδειχθεί ο τρόπος που επηρεάζουν ειδικά τη σεξουαλική λειτουργία των γυναικών, δηλαδή την επιθυμία, τη διέγερση, τον οργασμό και την ικανοποίηση.
Στην έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο International Journal of Environmental Research and Public Health, συμμετείχαν 304 Ελληνίδες, ενώ την ερευνητική ομάδα αποτέλεσαν ο υπεύθυνος του Ιατρείου, ψυχίατρος Ηρακλής Μουρίκης, και οι επιστημονικές συνεργάτιδες Βιβή Σωτηροπούλου, ψυχολόγος, PhD, και Ιουλία Κόκκα, κοινωνική λειτουργός, MSc. Στον σχολιασμό των ευρημάτων, η ομάδα επισήμανε τη στενή σύνδεση ψυχολογικών παραγόντων και σεξουαλικής ευεξίας που ανέδειξε η μελέτη, και πρότεινε την ενσωμάτωση των συναισθηματικών και διαπροσωπικών δυναμικών ως αναγκαίο κομμάτι της αντιμετώπισης θεμάτων σεξουαλικής υγείας στις γυναίκες.
Η σύνδεση ανάμεσα στην προσκόλληση και τις σχέσεις
Τη θεωρία της προσκόλλησης διατύπωσε το 1958 ο αναπτυξιακός ψυχολόγος και ψυχίατρος John Bowlby, ενώ τις δεκαετίες '60 και ΄70 η αναπτυξιακή ψυχολόγος Mary Ainsworth συνέβαλε καθοριστικά στην εμπειρική τεκμηρίωση και περαιτέρω ανάπτυξή της, περιγράφοντας τα πρώτα μοτίβα προσκόλλησης στα βρέφη.
«Η θεωρία της προσκόλλησης περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο οι πρώιμες εμπειρίες με τους βασικούς φροντιστές μας διαμορφώνουν το πώς σχετιζόμαστε και συνδεόμαστε με τους άλλους στην πρώτη εφηβική ζωή, αλλά και στην ενήλικη ζωή», μου εξηγεί η Γεωργία Χριστίνα Κανελλοπούλου, Ψυχολόγος και Οικογενειακή Σύμβουλος. «Από την βρεφική ηλικία, αναζητάμε την ασφάλεια και τη συναισθηματική διαθεσιμότητα. Θέλουμε οι γονείς να ανταποκρίνονται στο κάλεσμα και στις ανάγκες μας. Για παράδειγμα, όταν οι ανάγκες του βρέφους καλύπτονται με συνέπεια, αναπτύσσει ασφαλή προσκόλληση. Από την άλλη, όταν η φροντίδα έχει ασυνέπεια και ο γονέας είναι απόμακρος ή αγχώδης, μπορεί να διαμορφωθούν ανασφαλή πρότυπα σχέσης. Ο τρόπος λοιπόν που αγαπάμε, εμπιστευόμαστε και αντέχουμε την εγγύτητα είναι άμεσα συνδεδεμένος με τον τρόπο που δεθήκαμε ως παιδιά».
Στις ενήλικες σχέσεις, τα μοτίβα προσκόλλησης εκδηλώνονται ως τέσσερις βασικοί τύποι:
- Ασφαλής. Άνεση με την οικειότητα, εμπιστοσύνη και ισορροπία ανάμεσα στην ανεξαρτησία και τη σύνδεση.
- Αγχώδης. Έντονη ανάγκη για εγγύτητα και φόβος εγκατάλειψης, συχνή αναζήτηση διαβεβαίωσης μέσα από τη σωματική και συναισθηματική επαφή.
- Αποφευκτικός. Προτίμηση στη συναισθηματική απόσταση, δυσκολία στην τρωτότητα και προτεραιότητα στην αυτονομία έναντι της οικειότητας.
- Αποδιοργανωτικός. Επιθυμία για σύνδεση και, ταυτοχρόνως, φόβος απόρριψης, με αποτέλεσμα αμφιθυμία και αστάθεια στις σχέσεις.
«ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΡΕΦΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΑΝΑΖΗΤΑΜΕ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ. ΘΕΛΟΥΜΕ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΝΑ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΑΣ».
Μόλις 4,4% με ασφαλή προσκόλληση
Στη μελέτη συμμετείχαν γυναίκες 18-45 ετών που βρίσκονταν σε σχέση και ήταν σεξουαλικά ενεργές την περίοδο της έρευνας (Μάιος-Νοέμβριος 2024). Οι συμμετέχουσες απάντησαν σε ερωτηματολόγια αξιολόγησης της σεξουαλικής λειτουργίας, της ικανοποίησης από τη σχέση και του τύπου προσκόλλησης. Για τον προσδιορισμό του τελευταίου, έγινε χρήση της κλίμακας Experiences in Close Relationships - Revised (ECR-R), που είναι ένα ερωτηματολόγιο 36 ερωτήσεων βασισμένο δύο κεντρικές διαστάσεις:
- το άγχος προσκόλλησης (ο φόβος εγκατάλειψης και η ανάγκη για διαβεβαίωση),
- την αποφυγή προσκόλλησης (η δυσφορία απέναντι στην οικειότητα και η αποστασιοποίηση από τον σύντροφο).
Βάσεις των απαντήσεων:
- 4,4% του δείγματος ήταν ασφαλούς τύπου,
- 31,8% αγχώδους,
- 37,2% αποφευκτικού,
- 16,4% αποδιοργανωμένου.
Αναρωτιέμαι γιατί το ποσοστό ασφαλούς προσκόλλησης είναι τόσο χαμηλό. «Τα χαμηλά ποσοστά ασφαλούς προσκόλλησης αντανακλούν κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες αυξημένης ανασφάλειας. Αυτό δεν δείχνει πως οι άνθρωποι δεν μπορούν να αγαπήσουν, αλλά ότι δυσκολεύονται να νιώσουν ασφάλεια σε έναν κόσμο που αλλάζει γρήγορα. Η κουλτούρα της αυτονομίας και τα χαρακτηριστικά των δειγμάτων που συμμετείχαν στην έρευνα για τη σεξουαλικότητα επηρεάζουν επίσης τα αποτελέσματα», εξηγεί η κ. Κανελλοπούλου.
Ο ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΡΑΤΟΥΝ ΤΗΝ ΕΡΩΤΙΚΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ. ΟΣΟ ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΩΡΙΜΑΖΕΙ, ΒΑΘΥΤΕΡΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΟΠΩΣ Η ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ ΤΗ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΕΛΞΗ.
Μεγαλύτερη η σεξουαλική ικανοποίηση στις αγχώδεις γυναίκες
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι με ασφαλή προσκόλληση βλέπουν το σεξ ως μέσο ενίσχυσης του δεσμού, ενώ οι αγχωτικά προσκολλημένοι το χρησιμοποιούν συχνά για να μειώσουν την ανασφάλειά τους. Οι αποφευκτικοί, αντίθετα, τείνουν να αποσυνδέουν το σεξ από το συναίσθημα, το βλέπουν ως εκτόνωση ή μηχανισμό αποσυμπίεσης, και δυσκολεύονται να βιώσουν συναισθηματική πληρότητα.
- Ο αγχώδης τύπος προσκόλληση συνδέθηκε με υψηλότερη σεξουαλική ικανοποίηση, με τις συμμετέχουσες να αναφέρουν εντονότερη διέγερση, συχνότερο οργασμό και συνολικά μεγαλύτερη ικανοποίηση. «Οι αγχώδεις γυναίκες συνδέουν συχνά τη σεξουαλική εμπειρία με την ανάγκη για συναισθηματική εγγύτητα» λέει η κ. Κανελλοπούλου. «Η σεξουαλική επαφή γίνεται τρόπος να νιώθουν πιο επιβεβαιωμένες και έτσι βιώνουν αυτομάτως μεγαλύτερη ικανοποίηση. Κατανοούμε, λοιπόν, πόσο στενά συνδέονται η συναισθηματική ασφάλεια και η σεξουαλικότητα».
- Ο αποφευκτικός τύπος συνδέθηκε με δυσκολίες, όπως χαμηλότερα σκορ στη διέγερση, τον οργασμό και την ικανοποίηση, πιθανώς λόγω της συναισθηματικής απόστασης και της δυσκολίας να νιώσουν οικειότητα. Όπως εξηγεί η κ. Κανελλοπούλου, «στην αποφευκτική προσκόλληση τα συναισθήματα μένουν συχνά πίσω. Στη θεραπεία, ο σκοπός είναι να φέρουμε αυτά τα συναισθήματα στην επιφάνεια, να ξαναβρούμε την επαφή με το σώμα μας και όσα νιώθουμε πραγματικά».
- Η ποιότητα της σχέσης παίζει καθοριστικό ρόλο. Όσο υψηλότερη η ικανοποίηση από τη σχέση, τόσο καλύτερη η σεξουαλική λειτουργία, ιδίως στα επίπεδα διέγερσης, οργασμού και συνολικής ικανοποίησης.
- Ο γάμος και οι μακροχρόνιες σχέσεις κρατούν την επιθυμία ζωντανή. Οι παντρεμένες γυναίκες ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα σεξουαλικής επιθυμίας σε σχέση με άλλες μορφές σχέσεων, ενώ και η διάρκεια της σχέσης συσχετίστηκε θετικά με την επιθυμία. Οι ερευνητές προτείνουν ότι όσο μια σχέση ωριμάζει, βαθύτερα συναισθήματα όπως η ευαισθησία και η ανταπόκριση διατηρούν τη σεξουαλική έλξη.
Τα έμφυλα στερεότυπα και οι προσδοκίες
Ένα ζήτημα που θίγει η μελέτη είναι ο ρόλος των κοινωνικών προσδοκιών και του «συναισθηματικού μόχθου» που επωμίζονται συχνά –και σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα– οι γυναίκες στις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις. «Τα στερεότυπα και οι κοινωνικές προσδοκίες επηρεάζουν το πώς οι γυναίκες βιώνουν τη σεξουαλικότητα και τις σχέσεις τους, πώς εκφράζουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, και πώς αναπτύσσουν εμπιστοσύνη και οικειότητα με τον σύντροφό τους», εξηγεί η κ. Κανελλοπούλου. «Σε συνδυασμό με τον τύπο προσκόλλησης, αυτά τα πλαίσια μπορούν να περιορίσουν την αίσθηση ασφάλειας και την αυτοπεποίθηση μέσα στη σχέση. Για παράδειγμα, μια γυναίκα μπορεί να μη μιλάει ανοιχτά για το τι την ευχαριστεί στο σεξ, επειδή φοβάται ότι θα κριθεί, με αποτέλεσμα να βιώνει όντως μικρότερη εγγύτητα και σύνδεση μέσα στη σχέση».
Συνολικά για την έρευνα, η ομάδα τόνισε πως πρόκειται για δεδομένα παρατήρησης και όχι αιτιώδους συνάφειας, καθώς και ότι χρειάζονται περαιτέρω μακροπρόθεσμες μελέτες. Αυτό δεν αλλοιώνει το κεντρικό μήνυμά της, ότι η σεξουαλική υγεία δεν μπορεί να κατανοηθεί αποκλειστικά μέσα από βιοϊατρικούς όρους. Οι τύποι προσκόλλησης, η συναισθηματική οικειότητα και η δυναμική της σχέσης αποτελούν θεμέλια της σεξουαλικής εμπειρίας και προτείνουν νέα μονοπάτια στη θεραπευτική προσέγγιση.
«Η θεωρία της προσκόλλησης δείχνει πόσο σημαντική είναι η αίσθηση ασφάλειας στις σχέσεις», μου λέει η κ. Κανελλοπούλου. «Ως ψυχολόγος, θα πρότεινα σταδιακή, ανοιχτή επικοινωνία, ενεργητική ακρόαση και μικρές πράξεις εμπιστοσύνης και φροντίδας, ώστε να ενισχυθεί η συναισθηματική εγγύτητα και η οικειότητα. Καθημερινές πράξεις φροντίδας, προσοχή και "ανοιχτή" καρδιά».