ΕΧΕΙΣ ΠΥΚΝΟΥΣ ΜΑΣΤΟΥΣ; ΓΙΑΤΙ ΘΕΛΟΥΝ ΠΙΟ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ
Σχεδόν οι μισές γυναίκες έχουν πυκνό μαστό, γεγονός που καθιστά απαραίτητους πιο ενδελεχείς προληπτικούς ελέγχους. Η ειδική ακτινοδιαγνώστρια εξηγεί τι πρέπει ιδανικά να κάνεις για να είσαι ασφαλής.
Αν έχεις ακούσει την ειδική ακτινολόγο που πραγματοποιεί τη μαστογραφία ή τον υπέρηχο μαστών σου να σχολιάζει ότι έχεις πυκνούς μαστούς και αυτό απαιτεί λίγο παραπάνω «ψάξιμο», καταρχάς κράτα την ψυχραιμία σου, καθώς ούτε η μόνη είσαι ούτε σου συμβαίνει κάτι μη φυσιολογικό. Περίπου οι μισές γυναίκες έχουν υψηλή πυκνότητα στους μαστούς τους και αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό που ένας γιατρός οφείλει να λαμβάνει υπόψη, ειδικά όταν η γυναίκα πραγματοποιεί προληπτικές εξετάσεις για καρκίνο του μαστού.
Το να έχει μια γυναίκα πυκνούς μαστούς δεν είναι κάτι που φαίνεται με «γυμνό μάτι». Επίσης, είναι ένα χαρακτηριστικό που μπορεί να αλλάξει με την πάροδο των ετών. Έτσι, συνήθως –αλλά όχι αυστηρά– πυκνά στήθη έχει μια γυναίκα που:
- Είναι σε νεαρή ηλικία.
- Είναι έγκυος ή θηλάζει.
- Έχει χαμηλό σωματικό βάρος.
- Λαμβάνει κάποια θεραπεία αντικατάστασης ορμονών.
Μεγαλώνοντας και πλησιάζοντας στην εμμηνόπαυση, οι μαστοί μπορεί να γίνουν λιγότερο πυκνοί.
Τι σημαίνει να έχεις πυκνούς μαστούς
Όπως εξηγεί ο ειδικός ακτινολόγος μαστού Θωμάς Καρυακατζής, ο μαστός εσωτερικά αποτελείται από συνδυασμό 3 στοιχείων:
- αδένων με σκοπό την παραγωγή γάλακτος,
- συνδετικού ινώδους ιστού και
- λιπώδους ιστού.
«Στις απεικονιστικές μεθόδους, οι πυκνοί σε σύσταση μαστοί καθορίζονται από την αυξημένη παρουσία αδενικού και ινώδους στοιχείου και τη μικρότερη παρουσία λίπους», επισημαίνει ο ειδικός.
Μάλιστα, υπάρχουν 4 τύποι πυκνότητας μαστών που μπορεί να καθορίσει η μαστογραφία: ξεκινούν από το Α, υποδηλώνοντας τον σχεδόν λιπώδη μαστό με ελάχιστα αδενικά ή ινώδη στοιχεία, και καταλήγουν στο D, όταν οι μαστοί έχουν πολύ πυκνή σύσταση αδενικού και ινώδους ιστού σε όλη την έκτασή τους, ενώ η παρουσία λίπους είναι ελάχιστη. Όταν, λοιπόν, ένας γιατρός αναφέρεται σε «πυκνούς μαστούς» εννοεί τους τύπους C και D.
Μπορεί μια γυναίκα να καταλάβει από μόνη της αν έχει πυκνούς μαστούς;
Αν και αυτό είναι κάτι που θα διαγνώσει ο γιατρός, συνήθως οι γυναίκες με πυκνούς μαστούς έχουν πιο έντονες ενοχλήσεις σε αυτούς (π.χ. πόνο ή ευαισθησία) σε συγκεκριμένες ημέρες του κύκλου τους. Αυτό συμβαίνει λόγω της αύξησης των ορμονών, που μπορεί να επηρεάζουν τους αδένες.
Είναι κάτι ανησυχητικό;
Η πυκνότητα των μαστών είναι κάτι που ενδιαφέρει τον/τη μαστολόγο σου γιατί «τα τελευταία χρόνια αποδείχθηκε ότι η μεγάλη πυκνότητα των μαστών αποτελεί παράγοντα αυξημένου κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου», αναφέρει ο μαστολόγος-χειρουργός μαστού Γιάννης Π. Φύσσας. Όπως λέει χαρακτηριστικά, «οι πυκνοί μαστοί έχουν τουλάχιστον τριπλάσια πιθανότητα να πάθουν καρκίνο σε σχέση με τους αραιούς ή λιπώδεις μαστούς».
Επιπλέον, επισημαίνει πως οι πυκνοί μαστοί δυσκολεύουν τη σωστή διάγνωση αυξάνοντας την πιθανότητα σφάλματος της μαστογραφίας: «Η πιθανότητα να κρύβεται εντελώς ένας όγκος σε έναν πολύ πυκνό μαστό (και άρα να μη διαγνωστεί αν γίνει μόνο μαστογραφία) αγγίζει το 40%. Στους αραιούς μαστούς το σφάλμα είναι στο 2%».
Τι σημαίνουν οι πυκνοί μαστοί για τον προληπτικό έλεγχο;
Όπως εξηγεί η Wendie A. Berg, καθηγήτρια ακτινολογίας του University of Pittsburgh School of Medicine, «στη μαστογραφία οι πυκνές περιοχές των μαστών εμφανίζονται λευκές – το ίδιο χρώμα, δηλαδή, με τον καρκίνο. Αυτό δυσκολεύει πολύ τη διάγνωση, ειδικά όταν το μέγεθος είναι μικρό. Αυτό είναι κάτι που κάθε γυναίκα οφείλει να γνωρίζει».
Τι πρέπει να γίνει τότε;
Η ειδική ακτινοδιαγνώστρια Δρ Αγγελική Νικοπούλου απαντά στο ΟW:
«Για τη σωστή παρακολούθηση των πυκνών μαστών υπάρχουν πρωτόκολλα διεθνή, κρατικά και επιστημονικών εταιρειών, όπως η Επιστημονική Εταιρεία Απεικόνισης Μαστού της Ευρώπης. Ο κάθε γιατρός, λοιπόν, σύμφωνα με το δικό του επιστημονικό background, θα κρίνει με ποια μέθοδο είναι πιο ασφαλής η κάθε γυναίκα.
Χρειάζεται, βέβαια, μια ισορροπία ανάμεσα στο να μη δημιουργήσει ο γιατρός άγχος στη γυναίκα ζητώντας της αλλεπάλληλες εξετάσεις, αλλά και να μην την αφήσει ακάλυπτη. Οπότε μια μέθοδος προληπτικής εξέτασης, αν η γυναίκα δεν έχει οικογενειακό ιστορικό, είναι να ξεκινά από τα 35 να κάνει ανά 2ετία ψηφιακή μαστογραφία με υπέρηχο. Αν έχει πολύ πυκνούς μαστούς (της τάξης D) εγώ – και πολλοί συνάδελφοι ειδικοί ακτινολόγοι – συνιστούμε στη γυναίκα ανά 2ετία, ανεξάρτητα από τις άλλες δύο εξετάσεις, να κάνει και MRI με σκιαγραφικό – μια πλήρη μαγνητική, δηλαδή, που διαρκεί 17 λεπτά, η οποία έχει τη δυνατότητα να "αποκαλύπτει" τυχόν όγκους που ενδέχεται να μη διακρίνονται στην ψηφιακή μαστογραφία.
Όταν η γυναίκα μπει στα 40 ξεκινά η ετήσια μαστογραφία με υπέρηχο και ανά 2ετία MRI, όσο τουλάχιστον οι μαστοί της παραμένουν πυκνοί, καθώς μετά την εμμηνόπαυση φαίνεται πως αρχίζουν και υποστρέφονται. Οι γυναίκες με πολύ πυκνούς μαστούς βέβαια θα παραμείνουν έτσι, δεν θα πάνε ποτέ από το D στο B.
Το θέμα περιπλέκεται όταν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό ή όταν η ίδια γυναίκα έχει νοσήσει, οπότε οι εξετάσεις της γίνονται μια απόλυτα εξατομικευμένη υπόθεση».
Τα τελευταία χρόνια συνιστάται και στην Ελλάδα μια νέα μέθοδος εξέτασης που συνηθίζεται στο εξωτερική: η ψηφιακή μαστογραφία με χρήση σκιαγραφικού. Τι λέει η κ. Νικοπούλου σχετικά με αυτήν;
«Αν μία γυναίκα δεν μπορεί να κάνει MRI και έχει εξαιρετικά πυκνό μαστό, μια εναλλακτική είναι η ψηφιακή μαστογραφία με σκιαγραφικό. Η εξέταση αυτή μπορεί να βρει τους καρκίνους σχεδόν τόσο ευαίσθητα όσο και η μαγνητική με σκιαγραφικό, ενώ έχει χαμηλή πιθανότητα να σου βγάλει ένα ψευδώς θετικό αποτέλεσμα και να σε στείλει να κάνεις άδικα π.χ. μια βιοψία. Όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί η εξέταση αυτή να μας δώσει τις ανατομικές πληροφορίες της MRI. Συνεπώς τη χρησιμοποιούμε όταν η γυναίκα δεν μπορεί για κάποιον λόγο να μπει στον μαγνητικό τομογράφο, π.χ. επειδή είναι κλειστοφοβική ή έχει στο σώμα της κάποιο μέταλλο. Στις ξένες χώρες χρησιμοποιείται συχνότερα επειδή η MRI είναι μία ακριβή εξέταση.»