Illustration: Χριστίνα Αβδίκου

ΠΩΣ ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΑΝΤΕΤΟΚΟΥΝΜΠΟ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΡΑΤΣΙΣΤΕΣ

Η εποποιία των Αντετοκούνμπο –με κορωνίδα την εκτόξευση του Γιάννη στο παγκόσμιο στερέωμα– λειτούργησε και λειτουργεί παιδευτικά στην ελληνική κοινωνία.

Πώς αλλάζουν οι καιροί! Μια κοινωνία χωρίς κουλτούρα συνύπαρξης με ξένους στο έδαφός της, μια κοινωνία που φέρθηκε στην αρχή εχθρικά στους πρώτους μετανάστες, τους Αλβανούς, μια κοινωνία που δυσκολευόταν να χωνέψει και την εισροή μαύρων στην επικράτειά της, αυτή λοιπόν έφτασε στο σημείο να αποθεώνει τον Γιάννη Αντετοκούνμπο και τα αδέλφια του – όπως και τον Ντόρσεϊ, τη Τζένγκο κ.ά.

Βέβαια, είχαν προηγηθεί κάποια δείγματα δεκτικότητας και θετικής αντιμετώπισης εν γένει ( π.χ. ο Ντανιέλ Μπατίστα στην Εθνική Ποδοσφαίρου), χωρίς να λείπουν οι ρατσιστικές εκδηλώσεις εναντίον μαύρων ποδοσφαιριστών. Είναι λίγες και δεν συνιστούν αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο.

Για ένα διάστημα η επίσημη πολιτεία και η κοινωνία συμβάδιζαν: δυσανεξία και δυσκολίες για τα χαρτιά των ξένων και απαξιωτικές δηλώσεις από μερίδα πολιτικών. Όμως ανάγκα και θεοί πείθονται: οι επιδόσεις ορισμένων που έχουν γεννηθεί εδώ –όχι μονάχα του Γιάννη– ανάγκασαν τη μονόφθαλμη πολιτεία να τους δεχθεί στους κόλπους του εθνικού κορμού.

Η εποποιία των Αντετοκούνμπο –με κορωνίδα την εκτόξευση του Γιάννη στο παγκόσμιο στερέωμα–, τα ελληνικά ονόματα των παιδιών, η ανυπόκριτη αγάπη τους για την Ελλάδα, τα σύμβολά της και την Εθνική, λειτούργησαν και λειτουργούν παιδευτικά στην ελληνική κοινωνία.

Η συντριπτική πλειονότητα νιώθει τον Γιάννη Αντετοκούνμπο δικό της. Σάρκα από τη σάρκα της. Το ίδιο νιώθει και για τα αδέρφια του, για τον Ντόρσεϊ (Ελληνίδα η μάνα του), για την Τζένγκο, την Πόλακ, τον Σχορτσιανίτη, τον Καλάθη κι ας μην μιλάει ελληνικά, τον Εμμανουήλ Καραλή του επί κοντώ και τόσους άλλους αθλητές.

Αντετοκούνμπο
Illustration: Χριστίνα Αβδίκου

Να τη η ένσταση: Μήπως η θετική αντιμετώπιση εκπορεύεται από τις διακρίσεις που προσφέρουν στη χώρα και επομένως δεν κατοπτρίζει συνολικά ανοιχτοσύνη και ωρίμανση εκ μέρους της ελληνικής κοινωνίας;

Θεμιτή ένσταση. Όμως, να το ξαναπούμε: η ανοιχτή αγκαλιά για τους αθλητές, η συγκίνηση για την προβολή της χώρας και, φυσικά, η συγκίνηση των ίδιων για το εθνόσημο, τη σημαία και την Ελλάδα, όλα αυτά επιδρούν θετικά στην ελληνική κοινωνία.

Διαλύουν χρόνιες σκληρύνσεις, αποδομούν στερεότυπα και ανοίγουν παράθυρα φωτός και οξυγόνου για έναν κόσμο χωρίς συμπλέγματα και φυλετικές διακρίσεις. Ταυτόχρονα, η δυναμική αυτή αναγκάζει τη δύστροπη και επιφυλακτική πολιτεία να αλλάξει συμπεριφορά.

Αντιδράσεις υπάρχουν. Αλλά είναι μειοψηφικές. Όπως αυτή της δράκας των ρατσιστών που είδε τη χολή της (#not_my_national_team) να μένει στα αζήτητα.

Η ενσωμάτωση

Οι σημερινές θετικές εξελίξεις έχουν αφετηρία ένα καθοριστικό γεγονός: την αθρόα μετανάστευση Αλβανών στη χώρα μας. Η ελληνική κοινωνία –το είπαμε, χωρίς κουλτούρα συνύπαρξης με ξένους στο έδαφός της– αντιμετώπισε εχθρικά τους Αλβανούς. Αιφνιδιάστηκε και αλαφιασμένη θεώρησε μείζονα κίνδυνο το μεταναστευτικό αυτό κύμα.

Κίνδυνος για την εθνική της ιδιοσυστασία, κίνδυνος οικονομικός («Μας παίρνουν τις δουλειές»), κίνδυνος λόγω κλιμακούμενης παραβατικότητας. Οχυρωμένα σπίτια, καραμπίνες εν εγρηγόρσει, έντονη καχυποψία και αντιαλβανική ρητορεία στο όριο ης υστερίας.

Ταυτόχρονα, όμως, οι χειμαζόμενοι αυτοί μετανάστες υπήρξαν τον πρώτο καιρό θύματα μιας απάνθρωπης εκμετάλλευσης. Φτηνά μεροκάματα και κυρίως μια ελεεινή πρακτική: όταν οι Αλβανοί εργάτες στα χωράφια τελείωναν τη δουλειά τους (π.χ. δίμηνο-τρίμηνο στα καπνοχώραφα), αντί να πληρωθούν, έβλεπαν την Αστυνομία να καταφθάνει και να τους στέλνει πίσω στη χώρα τους. Τους είχε καρφώσει ο εργοδότης τους…

Βαθμηδόν, η κατάσταση δεν βελτιώθηκε απλώς. Άλλαξε άρδην. Οι Αλβανοί άρχισαν να ενσωματώνονται στην κοινωνία ομαλά και δημιουργικά. Δουλευταράδες, συνεπείς και φιλικοί έπεισαν ακόμη και τους δύσπιστους ότι δεν συνιστούν κίνδυνο.

Τα παιδιά τους μάθαιναν και μιλούσαν φαρσί τα ελληνικά και οι ποικίλες συνάφειες με τους Έλληνες δημιούργησαν κλίμα συναλληλίας και ανέφελης συνύπαρξης. Οι συννεφιασμένες μέρες του παρελθόντος είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Κι εκείνο το ηλίθιο σύνθημα («Δε θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ, Αλβανέ») βρίσκεται πια στα σκονισμένα ερμάρια της ιστορίας.

Δύο υπομνήσεις για το τέλος. Η πρώτη: Το μεταναστευτικό/προσφυγικό απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, ιδιαίτερα για χώρες συνόρων –και χειμαζόμενες–, όπως η Ελλάδα. Δεν προάγουν τον αναγκαίο προβληματισμό ούτε η βολική γενίκευση και οι ευκολίες περί πολυπολιτισμού, ούτε πολλώ μάλλον η δυσανεξία απέναντι σε μετανάστες και πρόσφυγες.

Η δεύτερη υπόμνηση: Ναι, ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (θεμελιωτής της αντίληψης της ιστορικής συνέχειας της Ελλάδας από την αρχαιότητα έως σήμερα) ήταν εκείνος που –μιλώντας για την «εισβολή ξένων εθνών» στη χώρα μας– είπε το εξής: «Τα μάλιστα μεγαλουργήσαντα των εθνών υπήρξαν προϊόν τοιαύτης και έτι πλείονος επιμειξίας»…

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.