5 ΠΡΩΗΝ ΚΑΠΝΙΣΤΕΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ: ΤΙ ΜΕ ΕΚΑΝΕ ΝΑ ΚΟΨΩ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΟΡΙΣΤΙΚΑ
Δεν είναι εύκολο να κόψεις το κάπνισμα όταν έχεις εθιστεί, πάντως οι άνθρωποι που το κατάφεραν έπειτα από χρόνια μπορούν να μας εμπνεύσουν.
Η νικοτίνη συγκαταλέγεται –μαζί με την κοκαΐνη, τη μεθαμφεταμίνη, τα οπιοειδή και το αλκοόλ– στις πιο εθιστικές διαθέσιμες ουσίες. Αν κανείς τη βάλει στη ζωή του συστηματικά, έχει επίδραση στον εγκέφαλο και γίνεται σωματική εξάρτηση, ενώ αν μεσολαβούν και ψυχολογικά αίτια που κάνουν κάποιον επιρρεπή στον εθισμό (ο Gabor Maté έχει μιλήσει γι’ αυτό αναλυτικά), η εξάρτηση γίνεται αυτόματα και ψυχολογική. Έτσι το εγχείρημα να σταματήσει κάποιος το κάπνισμα δυσκολεύει. Η νικοτίνη είναι βασικό συστατικό του τσιγάρου.
Όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν άφεση για όσους συνεχίζουν να καπνίζουν, ενώ γνωρίζουν πλέον πολύ καλά πόσο επιβλαβές είναι για την υγεία και τη ζωή τους. Όσο παράλογο κι αν ακούγεται, όλοι ξέρουμε άτομα που έχουν πάθει έμφραγμα και συνεχίζουν να καπνίζουν. Άτομα που έχουν χάσει κάποιον γονιό από καρκίνο στον πνεύμονα –ή και τον ίδιο τους τον πνεύμονα– και ακόμα δεν το κόβουν. Έχουν τους λόγους τους, δεν τους κρίνουμε. Αποδεικνύουν, όμως, πόσο αξιέπαινοι είναι αυτοί που κατάφεραν να το κόψουν. Που απλά μια μέρα, έπειτα από δεκάδες χιλιάδες τσιγάρα, είπαν τέλος και το τηρούν έκτοτε ευλαβικά χωρίς πισωγυρίσματα, επιδεικνύοντας με καμάρι την εσωτερική τους δύναμη και κάνοντας, βέβαια, ένα τεράστιο δώρο στον εαυτό τους.
Έτσι έκοψα οριστικά το κάπνισμα
Πώς τα κατάφεραν; Ήταν ο φόβος για την υγεία και τη ζωή τους; Η έγνοια για τα παιδιά τους; Έγινε στο πλαίσιο μιας γενικότερης στροφής στο wellness; Και ποιος μηχανισμός, ποια ιδέα ή σκέψη, μεσολάβησε, ώστε ο εγκέφαλός τους να απορρίπτει πλέον απόλυτα τη νικοτίνη; Μίλησα με πέντε φίλους του OW που έκοψαν το κάπνισμα, καθένας με διαφορετικό μα εξίσου αποτελεσματικό τρόπο, και είμαι σίγουρη πως, αν κι εσύ το θέλεις όσο το ήθελαν αυτοί, θα σου δώσουν την έμπνευση που χρειάζεσαι για να το αποφασίσεις!
Ανδριάνα, 41 έτους: «Με προβλημάτισε ότι λαχάνιαζα ανεβαίνοντας τις σκάλες»
Η Ανδριάνα ξεκίνησε να καπνίζει στα 13, στο πλαίσιο των εφηβικών «δοκιμών» με την κολλητή της. Μεγαλώνοντας το καθιέρωσε – αν και όχι «φανατικά»: Δεν κάπνιζε παραπάνω από ένα πακέτο τσιγάρα την εβδομάδα. «Το τσιγάρο μου πρόσφερε κάποια ηρεμία, χαλάρωση, ήταν παρέα στις άβολες κοινωνικές εκδηλώσεις», μου λέει η ίδια.
Ωστόσο, μεγαλώνοντας άρχισε να παρατηρεί πως λαχάνιαζε ανεβαίνοντας τις σκάλες και αυτό την έκανε να ανησυχεί για την υγεία της. Εδώ και ενάμιση χρόνο σταμάτησε να καπνίζει, αν και η ίδια λέει πως «δεν θεωρώ ότι το έχω κόψει οριστικά. Ξέρω ότι σίγουρα θα ξανακαπνίσω κάποτε. Όμως, κάθε μέρα που περνά χωρίς αυτό μετράει».
Τι κάνει όταν σκέφτεται να καπνίσει ξανά; «Δοκίμασα πριν λίγες μέρες ένα τσιγάρο και δεν μου άρεσε καθόλου – το έσβησα αμέσως. Πλέον, όταν θέλω αν καπνίσω αναζητώ αντιπερισπασμούς: προσπαθώ να απασχολούμαι με κάτι άλλο, π.χ. με δουλειές στο σπίτι, με το κινητό ή τρώω κάτι».
Δημήτρης, 40 ετών: «Παρακολούθησα ένα σεμινάριο που με έκανε να κόψω το κάπνισμα οριστικά και χωρίς δεύτερη σκέψη»
Όπως οι περισσότεροι, έτσι και ο Δημήτρης ξεκίνησε να καπνίζει γύρω στα 16, λόγω παρέας, κυρίως στριφτά αλλά και βιομηχανικά τσιγάρα, φτάνοντας να κάνει μέχρι και 1 πακέτο την ημέρα. Γιατί τόσο πολύ, τι σου έδινε το τσιγάρο; τον ρωτάω. «Δεν θυμάμαι καν», μου λέει. «Μπορεί λίγο μούρη, λίγο γεύση, λίγο αίσθηση, λίγο απ’ όλα».
Τι τον έκανε να το κόψει; «Τίποτα συγκεκριμένο. Απλά ένιωσα ότι ήρθε η ώρα να δοκιμάσω να το κόψω. Την περίοδο εκείνη είχε ξεκινήσει για πρώτη φορά συστηματικά διατροφή και γυμναστική, οπότε η οριστική διακοπή του καπνίσματος εντάχθηκε στο συνολικό πλαίσιο της αλλαγής».
Το πώς το έκοψε έχει ενδιαφέρον: «Την τελευταία διετία είχα προσπαθήσει κάμποσες φορές να το κόψω, αλλά έπειτα από 1-2 μήνες το ξεκινούσα ξανά. Τότε μου προέκυψε τυχαία μια δωρεάν πρόσβαση στο σεμινάριο του Allen Carr [σ.σ. Βρετανός συγγραφέας που αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του στη διακοπή του καπνίσματος]. Δεν υπήρχε κάποιος στον κύκλο μου που να το είχε παρακολουθήσει για να πειστώ ότι άξιζε τα χρήματα , οπότε μπορεί και να μην το είχα δει αν δεν ήταν δωρεάν. Το παρακολούθησα μαζί με φίλους που βγαίναμε για ποτά και το κόψαμε ταυτόχρονα, βοήθησε κι αυτό εν μέρει».
«Πάντως, ήθελα πραγματικά να το κόψω –δεν είχα βρει τον τρόπο μέχρι τότε– και αυτό φάνηκε στην πορεία. Κάποιοι από τους φίλους το ξανάρχισαν έπειτα από καιρό. Το σεμινάριο αυτό βοήθησε τρομερά στο να μην σου αφήνει δικαιολογία για να καπνίσεις, μέσα από διάφορα παραδείγματα και χωρίς να σε τρομοκρατεί με εικόνες από πνευμόνια κ.λπ.»
Ο Δημήτρης παραδέχεται πως «τα πρώτα χρόνια ντρεπόμουν που χρειάστηκε να δω σεμινάριο αντί να τα καταφέρω μόνος μου, ενώ ήξερα πόσο επιβαρύνει την υγεία και ενώ είχε φύγει από τη ζωή γονιός κοντινού μου προσώπου εξαιτίας του. Σημασία, όμως, έχει ότι δούλεψε και πέτυχε τον σκοπό του. Μου αρκεί σαν προσωπική επιτυχία ότι δεν ξανακάπνισα ποτέ, παρά τους πειρασμούς και τις αφορμές (ποτό, ξενύχτι, παρέα, άγχος, στεναχώρια), και ότι το τσιγάρο σήμερα είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ στη ζωή μου».
Όλα αυτά έγιναν το 2016 και από τότε υπήρξαν κάποιες φορές που το «λαχτάρησε», όμως δοκίμαζε τον εαυτό του ως εξής: «Είχα πάντα πακέτο στο αμάξι και στο σπίτι για να είμαι σίγουρος ότι μπορώ να αντισταθώ ενώ έχω πρόσβαση σε αυτό. Απέφυγα υποκατάστατα όπως κομπολόι, καλαμάκι στα δάχτυλα του χεριού, σβηστό τσιγάρο για ψευτοτζούρες κ.λπ. Στόχος ήταν να κοπούν τόσο ο εθισμός στη νικοτίνη όσο και η συνήθεια της κίνησης μαζί».
Πάντως, προσθέτει, την εποχή εκείνη «δεν θυμάμαι να υπήρχαν –ή δεν ήταν διαδεδομένες– μεσοβέζικες λύσεις, τύπου ατμιστήρια ή ηλεκτρονικά τσιγάρα. Οι επιλογές ήταν κάπνισμα ή όχι κάπνισμα. Όπως το σκέφτομαι τώρα, και απ’ ό,τι βλέπω από άτομα στον κύκλο μου, εξαιτίας αυτών σήμερα κάποιος μπορεί να νιώσει ότι κατάφερε να αποκοπεί από το “κακό” τσιγάρο, ενώ τελικά παραμένει εθισμένος σε κάτι φαινομενικά διαφορετικό, όχι απαραίτητα καλύτερο, αλλά στην ουσία ίδιο με το κανονικό τσιγάρο».
Μικαέλα, 43 ετών: «Αποχαιρέτησα το κάπνισμα όταν αποφάσισα πως θέλω να κάνω παιδί»
«Πρωτοδοκίμασα στα 15, απλά γιατί ήθελα να δοκιμάσω. Μεγαλωμένη στα 80s και 90s, το τσιγάρο ήταν παντού, κυλούσε ήδη η νικοτίνη στις φλέβες μας! Κάπνιζα κανονικά τσιγάρα – light, σε κοινωνικό πλαίσιο. Όχι πολύ, περίπου 5 τσιγάρα την ημέρα δηλαδή. Ως έφηβη φαντάζομαι το κάπνισμα δεν μου προσέφερε τίποτα, όμως αργότερα, επειδή τα τσιγάρα ήταν μετρημένα, συνδυασμένα πάντα με κάτι, ολοκλήρωναν την απόλαυση», μου λέει η Μικαέλα, που επίσης δεν υπήρξε ποτέ αυτό που λέμε «φουγάρο».
Ίσως αυτός ήταν ο λόγος που δεν δυσκολεύτηκε τρομερά να το κόψει – εξάλλου, είχε και την υπέρτατη αφορμή. «Ποτέ δεν ήθελα πραγματικά να καπνίζω και απλά περίμενα την αφορμή να το κόψω, η οποία ήρθε με την εγκυμοσύνη μου. Το αποχαιρέτησα λίγο πριν μάθω πως είμαι έγκυος. Δεν ξαναμπήκε στη ζωή μου και εύχομαι να μην ξαναμπεί», προσθέτει και παραδέχεται πως «το αναζητώ πού και πού, γιατί πράγματι μου προσέφερε στιγμιαία κάποια απόλαυση, απλά όπως έρχεται στο μυαλό μου σαν σκέψη, έτσι το διώχνω».
Κώστας, 44 ετών: «Θα δοκίμαζα ηλεκτρονικό τσιγάρο, αλλά δεν τολμώ για να μην την πατήσω ξανά»
Ο Κώστας ζούσε σε ένα σπίτι με γονείς φανατικούς καπνιστές, οπότε το να αρχίσει κι εκείνος να καπνίζει γύρω στα 18 ήταν μονόδρομος. «Μάλλον ήταν και ένας τρόπος να μπω στην ενήλικη ζωή», μου λέει. «Το πρώτο μου τσιγάρο το ζήτησα από τον αδερφό μου, ο οποίος τότε ήταν στα 25 και κάπνιζε λίγο-πολύ για τους ίδιους λόγους με εμένα».
Με τον καιρό έφτασε να καπνίζει περίπου δύο πακέτα τη μέρα. «Το πρώτο τσιγάρο της ημέρας το έκανα πριν καν ανοίξω τα μάτια μου. Ξύπναγα και έψαχνα με το χέρι να πιάσω το πακέτο χωρίς να κοιτάω. Ξεκίνησα με άφιλτρο –γιατί ήμουν ακόμα πιο μάγκας κάνοντας ό,τι πιο βαρύ υπήρχε– και κατέληξα έπειτα από 5 χρόνια, έχοντας περάσει και από στριφτό, σε ό,τι πιο ελαφρύ και ξενέρωτο, με τη λιγότερη δυνατή πίσσα και νικοτίνη».
Τι σου προσέφερε το τσιγάρο; τον ρωτάω και μου λέει γελώντας: «Κίτρινα δάχτυλα και άσχημη στοματική μυρωδιά. Τίποτα στην πράξη. Νόμιζα ότι μου προσφέρει στυλ, μάλλον. Δεν το έκανα ποτέ γιατί ήμουν πιεσμένος και έψαχνα διέξοδο, όπως λένε οι περισσότεροι, και γι’ αυτό υποτίθεται ότι δυσκολεύονται να το κόψουν. Νομίζω μου κάλυπτε στιγμές αμηχανίας, βαρεμάρας… με τα χρόνια είχε γίνει μία απόλυτα μηχανική κίνηση του χεριού μου».
Η απόφαση να το κόψει ήρθε συγκυριακά, λόγω πολλών γεγονότων: «Ήμουν σε μια φάση που το σκεφτόμουν αρκετά και έτυχε ένα βράδυ που δεν με έπαιρνε ο ύπνος να πετύχω ένα ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση για τα οφέλη του να κόψεις το κάπνισμα, το οποίο με απορρόφησε πραγματικά (πιθανώς γιατί το σκεφτόμουν ήδη, όπως προανέφερα). Θυμάμαι ότι με κράτησε ξύπνιο μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, καθώς εννοείται ότι δεν συμφέρει να παίζουν τέτοια ντοκιμαντέρ σε τηλεοπτικές ώρες αιχμής και κάποιος θεώρησε λογικό ότι η κατάλληλη ώρα ήταν στις 2-3 το πρωί...»
ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΕ ΕΠΑΙΡΝΕ Ο ΥΠΝΟΣ, ΠΕΤΥΧΑ ΕΝΑ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΓΙΑ ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΟΥ ΝΑ ΚΟΨΕΙΣ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΜΕ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ.
Εκείνο το ξημέρωμα, ο Κώστας υπολόγισε πως είχε καπνίσει συνολικά περίπου 36.000 τσιγάρα – χωρίς να προσθέσει ότι υπήρξε από μωρό παθητικός καπνιστής εξαιτίας των γονιών του. «Έπειτα από αυτό το ντοκιμαντέρ, ξύπνησα το πρωί και πήγα για καφέ με έναν φίλο στο Χολαργό. Έτυχε να έχω μόνο ένα τσιγάρο στο πακέτο, οπότε πετάχτηκα στο περίπτερο να πάρω καινούργιο. Ο φίλος –φανατικός αντικαπνιστής– να με βρίζει που δεν το κόβω, οπότε τη στιγμή που κάθομαι και είμαι έτοιμος να το ανάψω, μου κάνει ένα κλικ και λέω: Έλεος. Έχει δίκιο. Τι νόημα έχει όλο αυτό; Σαφώς επηρεασμένος και από το ντοκιμαντέρ της προηγούμενης νύχτας, απλά πέταξα το πακέτο και δεν άναψα τσιγάρο ποτέ ξανά – ούτε καν λίγο καιρό μετά, που πήγα στρατό».
Ήταν, μάλιστα, πιο εύκολο από όσο περίμενε. «Δεν θυμάμαι κάποιο στερητικό αίσθημα, απλά τις πρώτες μέρες μου έλειπε η μηχανική κίνηση, μου έλειπε κάτι από το χέρι μου, από τα δάχτυλά μου, οπότε πήρα για λίγο καιρό ένα μπεγλέρι. Και επειδή είμαι άνθρωπος των άκρων, αποφάσισα από τότε ότι δεν θα ξαναβάλω ποτέ τσιγάρο στο στόμα μου, ούτε για μία τζούρα, γιατί θεωρώ βέβαιο ότι αυτή η μία τζούρα θα με οδηγήσει και πάλι στα δύο πακέτα την ημέρα ή σε ηλεκτρονικό τσιγάρο, που πολύ θα ήθελα να δοκιμάσω αλλά, όπως είπα, δεν τολμώ για να μην την πατήσω».
Αφροδίτη, 83 ετών: «Το βλέμμα απαξίωσης του πνευμονολόγου μου προκάλεσε μια αναλαμπή»
«Ξεκίνησα να καπνίζω στα 18, όταν πηγαίνοντας ολομόναχη να σπουδάσω στη Βιέννη αισθάνθηκα ότι έπρεπε να έχω κάποια παρέα. Εξάλλου, νόμιζα ότι το τσιγάρο θα με βοηθούσε και στις αρχιτεκτονικές εργασίες μου, στο να σκέφτομαι. Το πρώτο μου πακέτο το αγόρασα στη Βιέννη και συνέχισα να καπνίζω μανιωδώς για σχεδόν 50 χρόνια από τότε – είχα φτάσει να κάνω ακόμα και 3 πακέτα την ημέρα», μου λέει η Αφροδίτη, η οποία σήμερα κοντεύει τα 83.
«Μετά τα 60 άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει να το κόψω, κυρίως επειδή είχα συνέχεια ένα φλέμα στο στόμα και ένα βηχαλάκι. Ωστόσο, πιο σοβαρά το πήρα όταν βρέθηκα στη Σιγκαπούρη, το 2005. Εκεί παρατήρησα ότι δεν κάπνιζε κανείς. Το κάπνισμα απαγορευόταν σε όλους τους χώρους, ενώ ακόμα και στον δρόμο έπρεπε να έχεις το προσωπικό σου τασάκι αν ήθελες να καπνίζεις. Μιλώντας με ανθρώπους εκεί, μου σύστησαν έναν καθηγητή Ιατρικής, βελονιστή, με τον οποίο έκλεισα ένα ραντεβού και έκανα βελονισμό με σκοπό να το κόψω. Πράγματι, για λίγο καιρό το έκοψα. Ωστόσο, μερικούς μήνες μετά, πίσω στην Ελλάδα, το ξανάρχισα».
Η Αφροδίτη εξομολογείται ότι αυτό που την έκανε να το κόψει οριστικά το 2007 ήταν αυτό που ένιωσε έπειτα από ένα ραντεβού με τον πνευμονολόγο Παναγιώτη Μπεχράκη. «Δεν αισθανόμουν καλά, είχα ένα βάρος στο στήθος, οπότε πήγα στον κ. Μπεχράκη για εξετάσεις. Μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα, κάθισε απέναντί μου και μου εξηγούσε αναλυτικά τους λόγους που έπρεπε να σταματήσω το τσιγάρο. Έπειτα, μου είπε να περιμένω για λίγο στην αίθουσα αναμονής, γιατί έπρεπε να δει στο μεταξύ και άλλους ασθενείς. Εγώ, αντί να πάω στην αίθουσα αναμονής, βγήκα έξω στις σκάλες και άναψα τσιγάρο. Εκείνη τη στιγμή περνά μπροστά μου ο γιατρός και με κοιτάζει με ένα βλέμμα απογοήτευσης και… απόλυτης απαξίωσης! Σαν να ντρεπόταν για εμένα, σαν να με σιχαινόταν – τουλάχιστον εγώ έτσι το ένιωσα!
»Τότε, μου ήρθε μια αναλαμπή: Σκέφτηκα ότι κανείς ξανά δεν με έχει κοιτάξει έτσι, ντράπηκα για τον εαυτό μου. Οπότε, φεύγοντας από το ιατρείο, έπιασα τσιγάρα και αναπτήρα (που τον είχα και σε μια ωραία ασημένια θήκη) και τα πέταξα! Είπα, τέλος, δεν ξανακαπνίζω ποτέ! Και το τήρησα, ακόμα σε πολύ δύσκολες στιγμές της ζωής μου που ακολούθησαν».
Η Αφροδίτη μου λέει ότι, καθώς ήταν φανατική καπνίστρια, ήταν πολλές οι φορές που σκέφτηκε να καπνίσει ξανά. «Ήταν η συντροφιά μου το τσιγάρο – και ήταν οι στιγμές που ένιωθα μοναξιά, οι οποίες με έκαναν να θέλω να καπνίσω. Όμως δεν άφησα τον εαυτό μου να κυλήσει. Σκεφτόμουν πως αν το κάνω μπορεί να πεθάνω, κι εγώ ήθελα να είμαι καλά για τα παιδιά και τα εγγόνια μου».