Από το προσωπικό αρχείο του Λουκιανού Κηλαηδόνη.

Ο ΜΠΑΜΠΑΣ ΜΟΥ, Ο ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Πέντε χρόνια συμπληρώθηκαν στις 7 Φεβρουαρίου από τότε που ο Λουκιανός Κηλαηδόνης μάς άφησε μόνους με τα τραγούδια του. Και είναι τόσο πολλές οι φορές τελευταία που έχουμε καταφύγει σε αυτά. Λες και γράφτηκαν σήμερα για όλα τα δύσκολα, τα παράξενα και τα παράλογα που ζούμε. Αυτά και άλλα πολλά είπαμε με τη μεγάλη του κόρη, την ηθοποιό Γιασεμί Κηλαηδόνη, με αφορμή τη νέα ιστοσελίδα που δημιούργησε η ίδια, βασισμένη στο προσωπικό αρχείο του Λουκιανού.

Με τη Γιασεμί Κηλαηδόνη γνωριστήκαμε πριν από τέσσερα χρόνια περίπου στον δημοτικό παιδικό σταθμό της Πλατείας Κουμουνδούρου, όταν τα παιδιά μας (μωρά ακόμα) ξεκίνησαν την προσχολική τους πορεία μαζί. Έκτοτε βρισκόμαστε σε διάφορες σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες· στην Κουμουνδούρου, στο Μεταξουργείο, στα Πετράλωνα, ως και στο Μεταξοχώρι της Λάρισας – γιατί μας ενώνει και μια κάποια σχέση με τη Θεσσαλία μεταξύ άλλων!

Γιασεμί Κηλαηδόνη
Γιασεμί Κηλαηδόνη

Με τη Γιασεμί συζητάμε κάθε φορά για διάφορα θέματα. Πάντα για τα παιδιά, ανελλιπώς για την επικαιρότητα, σχολιάζουμε πολύ και γελάμε ακόμα περισσότερο (αφού δεν κλαίμε) με όλα αυτά που κάθε φορά (μας) συμβαίνουν. Και πώς να μη γελάσεις όταν είσαι μαζί της; Είναι αυτό το σκωπτικό χιουμοράκι που βγαίνει από τα μισόκλειστα χείλη της... Ώρες ώρες είναι ίδια ο Λουκιανός, κι ας τον έχω γνωρίσει μόνο μέσα από τα τραγούδια του. Ανήκω και εγώ στα παιδιά που μεγάλωσαν με τον Λουκιανό και που στεναχωρήθηκαν πολύ όταν έφυγε. Πάρα πολύ.

Την τελευταία φορά, λοιπόν, το ραντεβού μας με τη Γιασεμί ήταν διαφορετικό. Αφήσαμε τα παιδιά στο σχολείο και ήμασταν για πρώτη φορά οι δυο μας σε ένα καφέ του Θησείου, με θέμα συζήτησης καθορισμένο από πριν. Είχαμε μπροστά μας τις ερωτήσεις που είχα ήδη ετοιμάσει, το μαγνητόφωνο του κινητού στο rec και ένα δίωρο στη διάθεσή μας για να κουβεντιάσουμε για τον αγαπημένο Λουκιανό Κηλαηδόνη ως μπαμπά και ως καλλιτέχνη, πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του. Ακολουθούν όλα όσα είπαμε.

Πώς ήταν ο Λουκιανός ως πατέρας

– Πώς είναι να μεγαλώνεις με τον Λουκιανό; Πώς ήταν η ζωή μαζί του;

Ο Λουκιανός ήταν ένας πολύ κανονικός μπαμπάς. Μπορεί το προφίλ του να θύμιζε έναν αιώνιο έφηβο και όλοι να τον είχαν έτσι στο μυαλό τους, αλλά στην πραγματικότητα είχε πολύ «μπαμπαδίστικα» στοιχεία. Ήταν πάρα πολύ τρυφερός μαζί μας και συγχρόνως πολύ μεθοδικός. Θυμάμαι να ασχολείται πολύ περισσότερο μαζί μας απ' ό,τι η μαμά μας. Ήταν και τα ωράρια τέτοια. Τα απογεύματα που εμείς διαβάζαμε, ειδικά τα πρώτα χρόνια του δημοτικού, ήταν εκείνος στο σπίτι μαζί μας.

Λουκιανός Κηλαηδόνης Γιασεμί Μαρία
Ο μπαμπάς Λουκιανός αγκαλιά με τις κόρες του, Γιασεμί και Μαρία. Από το προσωπικό αρχείο του Λουκιανού Κηλαηδόνη.

– Ήταν αυστηρός;

Ήταν, όπως σου είπα, «πολύ μπαμπάς». Σαφώς μας είχε αδυναμία, μην ξεχνάς ότι είμαστε και τα δυο κορίτσια, αλλά έβαζε και όρια. Δεν μας φώναξε ποτέ, αλλά είχε την άποψή του και και με τον τρόπο του καταλάβαινες αν σε παίρνει να κάνεις κάτι ή όχι. Και η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν και τόσο κουλ. Ας πούμε, δεν μας άφησαν και πολύ νωρίς να κάνουμε πράγματα. Εγώ ιδιαίτερα, που ήμουν πρώτο παιδί, άργησα να βγω έξω. Έπρεπε να με πηγαίνει ο Λουκιανός στην κολλητή μου και να με γυρίζει. Και φυσικά όταν αρχίσαμε να βγαίνουμε, ήθελε να ξέρει πού θα πηγαίναμε και πότε θα γυρίσουμε. Ήθελε με έναν τρόπο να έχει τον έλεγχο. Είχε πάντα την έγνοια μας. Ήταν πολύ φροντιστικός.

– Και πώς διαμορφώθηκε η σχέση σας μεγαλώνοντας;

Στην ενήλικη πια ζωή μας αρχίσαμε να κουβεντιάζουμε. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ προσιτός, που μπορούσες να συζητήσεις με τις ώρες μαζί του. Όταν, μάλιστα, άρχισα να ασχολούμαι με το θέατρο, τον συμβουλευόμουν πολύ συχνά και αυτό είναι άλλο ένα πράγμα που μου λείπει τώρα. Ο Λουκιανός είχε έναν δικό του τρόπο να σου λέει πράγματα χωρίς να αισθάνεσαι ότι σε συμβουλεύει. Στα περνούσε με τον δικό του μοναδικό τρόπο.

Είναι αυτό που κάνει και στα τραγούδια του. Περνούσε τα μηνύματά του, ακριβώς αυτό που ήθελε να πει, με έναν τρόπο χαλαρό, με χιούμορ και χωρίς ποτέ να αισθανθείς ότι σηκώνει το δάχτυλο. Αυτό είναι ένα πράγμα που νομίζω ότι λείπει και στον κόσμο με την απώλεια του Λουκιανού, και λείπει και σε μένα από τον μπαμπά μου. Οι κουβέντες μαζί του. Αυτές των τελευταίων δέκα, δεκαπέντε ετών, που ήταν σε άλλο επίπεδο.

«Ο ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ ΣΑΝ ΜΠΑΜΠΑΣ ΤΗΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΘΗΚΕ ΤΗΝ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ».

– Υπάρχουν στιγμές που θυμάσαι με νοσταλγία από τα παιδικά σου χρόνια;

Μας άφηνε πολλά σημειώματα. Μας άφηνε σε μια γωνιά ένα δωράκι και πάντα υπήρχε και ένα σημείωμα, μια αφιέρωση. Θυμάμαι επίσης, όταν ήμασταν στο δημοτικό ακόμα, να ξυπνάω το πρωί για το σχολείο και να βρίσκω ένα σαντουιτσάκι που το έφτιαχνε πριν κοιμηθεί –έπεφτε πάντα πάρα πολύ αργά για ύπνο, σχεδόν ξημερώματα–, το τύλιγε σε σελοφάν και μου το άφηνε με σημειωματάκι «για το Γιασεμάκι μου».

Ήταν πάρα πολύ τρυφερός και ιδιαίτερος. Μας έπαιρνε πράγματα που αγαπούσαμε. Τα καλοκαίρια μάς πήγαινε να βλέπουμε εκθέσεις ζωγραφικής –είχε ένα κόλλημα με τη ζωγραφική ο Λουκιανός–, μας πήγαινε σε εστιατόρια για φαγητό. Του άρεσε «να παίρνει τα κορίτσια του», όπως έλεγε, και να κάνει ωραία πράγματα μαζί μας.

Υπήρχε μια περίοδος που η Μαρία, παιδάκι στο δημοτικό, κάθε απόγευμα του έλεγε «Μπαμπά, εγώ τώρα βαριέμαι». Ε, ο Λουκιανός την έπαιρνε κάθε απόγευμα –μέναμε στο Ψυχικό τότε–, πήγαιναν σε ένα καφέ όπου αυτός έπαιρνε ένα καφεδάκι και η Μαρία κάτι άλλο, και μετά μπορεί να περνούσαν και από ένα παιχνιδάδικο για να της πάρει κάτι μικρό να την ευχαριστήσει. Ήταν πολύ κοντά μας. Γενικά τον απασχολούσε να έχουμε μια όμορφη ζωή, να περνάμε καλά.

Λουκιανός Κηαηδόνης Γιασεμί
Μπαμπάς και κόρη ποζάρουν στον φακό. Από το προσωπικό αρχείο του Λουκιανού Κηλαηδόνη.
Μπαμπάς και κόρη ποζάρουν στον φακό.

– Πώς θα τον χαρακτήριζες εντέλει ως μπαμπά;

Όπως και ως καλλιτέχνη. Είχε απίστευτη υπομονή και μεθοδικότητα. Και ήταν τελειομανής. Κάθε φορά που ασχολιόταν με ένα πράγμα, το έφτανε μέχρι το τέλος. Το εξαντλούσε. Οπότε νομίζω ότι και στο πρότζεκτ «παιδιά» είχε απίστευτη υπομονή και αφοσίωση. Την ευχαριστήθηκε την πατρότητα μέχρι το τέλος.

– Πώς φάνηκε στους γονείς σας η απόφαση, η δική σου και έπειτα της Μαρίας, να ακολουθήσετε τις δουλειές τους και βασικά τις τέχνες τους;

Και οι δυο γονείς μας, συναισθανόμενοι νομίζω του τι είναι και οι ίδιοι, ούτε μας απέτρεψαν ούτε και μας πίεσαν προς κάποια κατεύθυνση. Αυτό που μας έλεγαν πάντα, ήταν «μακάρι αυτό που θα επιλέξετε να είναι κάτι που να σας κάνει να νιώθετε καλά και να παίρνετε χαρά μέσα από αυτό». Εγώ ασχολήθηκα αμέσως με το θέατρο. Η Μαρία άργησε περισσότερο, το κύκλωσε μέχρι να φτάσει εκεί που ήθελε. Πρώτα σπούδασε κοινωνική λειτουργός, το άσκησε για κάποια χρόνια, και μετά το άφησε για τη μουσική.

– Σας αγχώνει η σύγκριση;

Και στις δυο μας έχει παίξει ρόλο ότι είναι γονείς μας αυτοί οι άνθρωποι και πάντα έχουμε στο μυαλό μας το θέμα της σύγκρισης. Ακόμα και αν οι ίδιοι δεν το προκάλεσαν ποτέ, είναι ένα άγχος που υπάρχει. Γιατί πάντα, έστω και υποσυνείδητα, υπάρχει η σύγκριση του ποιος είμαι εγώ σε σχέση με τον γονιό μου. Αυτό όμως νομίζω ότι συμβαίνει σε κάθε παιδί που ακολουθεί το επάγγελμα της μάνας του ή του πατέρα του. Προφανώς, όταν ο γονιός είναι διάσημος και πολύ αγαπητός, το άγχος μεγαλώνει. Το είχα για πολλά χρόνια στο μυαλό μου. Κυρίως όμως είναι οι άλλοι αυτοί που σου το θυμίζουν. Η αλήθεια είναι, πάντως, ότι οι γονείς μας το διαχειρίζονταν πάντα με τον πιο απενοχοποιητικό τρόπο.

Γιασεμί Κηλαηδόνη
Η Γιασεμί Κηλαηδόνη.
Γιασεμί Κηλαηδόνη

– Αν δεν ήσασταν καλές στους χώρους που επιλέξατατε να εργαστείτε, θα σας το έλεγαν;

Νομίζω πως ναι. Και η αλήθεια είναι ότι είχαν αγωνία, και όταν ήρθαν να δουν εμένα στη σχολή και όταν η Μαρία κάποια στιγμή ζήτησε από τον Λουκιανό να την ακούσει. Είναι μια αγωνία, όμως, που θα είχε κάθε γονιός. Και πιστεύω πως αν δεν ήμασταν καλές, θα έβρισκαν έναν τρόπο να μας το πουν. Θα ακολουθούσαν έναν χειρισμό, πάντα διακριτικό και ωραίο, να μας αποτρέψουν. Εκτίθεσαι πολύ μέσα από τον χώρο τον δικό μας και θα ήθελαν να μας προστατεύσουν. Ε, καλύτερα να στο πει η μαμά σου και ο μπαμπάς σου! Πάντως απ' τη στιγμή που πήραμε τις αποφάσεις μας, ήταν δίπλα μας πολύ ουσιαστικά. Τώρα, γιατί αποφασίσαμε και οι δύο να ακολουθήσουμε τα χνάρια τους, αυτό θα μας το πουν οι ψυχαναλυτές (γέλια).

Αστείος, εσωστρεφής, ισορροπημένος, μοναδικός

– Τι τύπος ήταν ο Λουκιανός; Πώς δούλευε;

Ο Λουκιανός ήταν ένας τύπος με απίστευτο χιούμορ, είχε και μια ισορροπία ωστόσο. Και στις συναναστροφές του ήταν τόσο όσο. Γενικά ήταν πολύ ευγενής και διακριτικός με τους ανθρώπους. Μαζί με το χιούμορ δηλαδή θα έβαζα την ευγένεια και τη διακριτικότητά του.

Είχε βέβαια και τις στιγμές εκείνες μέσα στη μέρα που απομονωνόταν. Δεν ήταν μια προσωπικότητα, όπως η μαμά μας, χειμαρρώδης, απόλυτα εξωστρεφής και ενός πολύ έντονου θυμικού.

Ο Λουκιανός είχε φαντασία και κάποιες ιδέες του ήταν πολύ πιο μπροστά από την εποχή. Από ένστικτο; Σε κάθε περίπτωση επαληθεύεται πανηγυρικά σαράντα και πενήντα χρόνια μετά για όλα όσα ασχολήθηκε.

Θα έλεγα πως παθιαζόταν με κάποια πράγματα και είχε κάποιες εμμονές στον τρόπο που δούλευε. Ήταν ψυχαναγκαστικός, με την έννοια ότι ήθελε τα πράγματα να είναι πάρα πολύ συγκεκριμένα, και στη ζωή του ό,τι αγάπησε το πήγε μέχρι τέλους.

– Είχε αυστηρή ρουτίνα στην καθημερινότητά του;

Ο Λουκιανός ήταν άνθρωπος της ρουτίνας με την έννοια ότι είχε κάποιες συνήθειες τις οποίες επαναλάμβανε ευλαβικά. Το πώς έπινε τον καφέ του, πάντα σκέτο φίλτρου, κάπνιζε τα Γκολουάζ άφιλτρα, είχε μια ρουτίνα που την ακολουθούσε κατά γράμμα. Ξυπνούσε συνήθως αργά –εντάξει τα τελευταία χρόνια όχι και τόσο–, διάβαζε εφημερίδα και άκουγε πάρα πολύ ραδιόφωνο. Υπήρχαν πολλά τρανζιστοράκια στο σπίτι. Εκεί που καθόταν, στην κουζίνα, στην κρεβατοκάμαρα, στο μπάνιο. Και έχει πλάκα, γιατί έχει μπει και η κόρη μου, η Μαρίνα, στη φάση ραδιοφώνου και σκέφτομαι ότι θα χαιρόταν πολύ ο Λουκιανός αν ζούσε.

Κάποιες ώρες, λοιπόν, πήγαινε και δούλευε σε έναν χώρο που χρησιμοποιούσε ως στούντιο, τον οποίο ακόμα τον έχουμε διατηρημένο όπως ήταν όταν ζούσε. Είναι ένας υπέροχος χώρος με το πιάνο του, που υπάρχει η σκέψη μελλοντικά να ανοίξει για το κοινό, σαν μουσείο.

– Ήταν πάντα κομψός, με ωραία πουκάμισα και χαρακτηριστικό στιλ. Φρόντιζε ο ίδιος το στιλ του;

Κοιτώντας τώρα τις συνεντεύξεις του, διάβασα το εξής: «Δεν ακολούθησα ποτέ τη μόδα, ήμουν μόδα από μόνος μου». Πραγματικά, ο Λουκιανός ήταν μόδα από μόνος του. Ήδη από τη δεκαετία του ’50 αποφάσισε ότι θα φοράει μπλου τζιν και χρωματιστά πουκάμισα –τα έπαιρνε από τις αμερικανικές αγορές τότε– ή ότι δεν θα κόψει τα μαλλιά του. Τα αγαπούσε πολύ τα μαλλιά του και τα είχε καμάρι. Ήταν πάντα μακριά και φροντισμένα. Είχε κάποια πράγματα που τα αγάπησε και τα κράτησε. Όπως η Aqua Velva, ένα after shave που έβαζε, με πολύ χαρακτηριστικό άρωμα. Ήρθε στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’70 και, όταν σταμάτησε να τη βρίσκει, την παράγγελνε από το ίντερνετ. Πολύ λουκιανίστικη η Aqua Velva (γέλια). Τη φορούσε μέχρι το τέλος. Ήταν πάρα πολύ αυθεντικός και υπηρετούσε το προσωπικό του στιλ, όπως ακριβώς είχε επιλέξει να είναι. Ήταν sui generis.

– Γελούσατε;

Πολύ. Και είχε χιούμορ... σαρδόνιο. Και τα έλεγε και με έναν τρόπο, ξέρεις, αυτό το σκωπτικό, λίγο μέσα από τα δόντια, μισοχαμογελώντας, χωρίς να ανοίγει πολύ το στόμα.

Ένας καλλιτέχνης για όλους

– Ο Λουκιανός έχει αφήσει μια τεράστια μουσική παρακαταθήκη σε όλους μας. Δεν εξακολουθεί να είναι παρών μόνο για εσάς που είστε η οικογένειά του. Πώς θα τον χαρακτήριζες ως άνθρωπο και καλλιτέχνη; Πολιτικοποιημένος ήταν σίγουρα, θα πω εγώ. Άλλα χαρακτηριστικά;

Ανήκε πάντα στον χώρο της Αριστεράς, αυτό που κατάφερνε ωστόσο ήταν να απευθύνεται σε όλους. Αυτοί που ακούν και αγαπάνε τον Λουκιανό ανήκουν σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, σε όλες τις ηλικίες επίσης, και αυτό είναι φοβερό. Περνούσε φυσικά κοινωνικά και πολιτικά μηνύματα μέσα από τη δουλειά του –και από τα «Μικροαστικά» (1973), αλλά και από τα «Απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας» (1975)–, υπάρχει πάντα το πολιτικό στίγμα, αλλά δεν ήταν ούτε φανατικός, ούτε φανατισμένος. Και δεν ήταν ποτέ δεικτικός ή διδακτικός, δεν του άρεσε. Κατάφερε να είναι ένας καλλιτέχνης για όλους. Να μπορούν να τον ακούν όλοι. Ο ίδιος επίσης έλεγε: «Τραγουδάω για έναν-έναν άνθρωπο χωριστά». Δεν υποτιμούσε ποτέ τον άλλο. Μιλούσε σε κάθε άνθρωπο χωριστά.

Λουκιανός Κηλαηδόνης
Από το προσωπικό αρχείο του Λουκιανού Κηλαηδόνη.

– Ποια ήταν τα θέματα που τον ενέπνεαν; Τι μουσικές του άρεσε να ακούει;

Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που κάθε φορά τον κινητοποιούσε. Νομίζω αυτό που συνέβαινε γύρω του, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Η επεξεργασία που έκανε ο ίδιος στα πράγματα. Δεν ήταν ο άνθρωπος που θα έβγαινε έξω με ένα σημειωματάριο και θα κρατούσε σημειώσεις. Εξάλλου, κυκλοφορούσε νύχτα κυρίως και δεν περπατούσε πολύ. Είχε όμως απίστευτες προσλαμβάνουσες, ένστικτο, ταλέντο. Οσμιζόταν αυτό που συνέβαινε. Η θεματολογία του ήταν μεγάλη, πάντως. Ο Λουκιανός ήταν από τους πρώτους που απενοχοποίησε τα ελαφρά τραγούδια της δεκαετίας του ’50. Επίσης, στον δίσκο « Αχ πατρίδα μου γλυκιά», κατέγραψε και διέσωσε στην ουσία μια σειρά από παλιά παιδικά τραγούδια, παραδοσιακά, λαϊκά κ.ά.

– Είχε αγωνία για τα τραγούδια του πριν τα βγάλει; Ζητούσε τη γνώμη σας;

Όχι, δεν νομίζω ότι είχε αγωνία. Ήθελε όμως να ακούσει και τη γνώμη μας. Ο Λουκιανός όταν έφερνε κάτι ήταν απόλυτα σίγουρος γι’ αυτό. Μας έβαζε την κασέτα ή μας τα έπαιζε στο πιάνο όταν ήταν έτοιμος. Τη θυμάμαι αυτή τη στιγμή της ακρόασης με πολύ μεγάλη συγκίνηση.

– Ποιος ο ρόλος της Άννας Βαγενά στη ζωή του; Ήταν αλληλοσυμπληρούμενα δοχεία μετά από τόσα χρόνια συνύπαρξης;

Ήταν ακριβώς αυτό που λες. Αλληλοσυμπληρώνονταν και αλληλοσυγκρούονταν. Ήταν πολύ διαφορετικοί. Κατάφεραν όμως να ισορροπήσουν. Είχαν συγκλονιστικά μεγάλη αγάπη ο ένας για τον άλλο και μεγάλο σεβασμό για το έργο και τη δουλειά ο ένας του αλλουνού. Επίσης, η μητέρα μου στήριξε για πάρα πολλά χρόνια τον Λουκιανό. Ήταν στην ουσία η μάνατζέρ του και παρέα έστησαν όλες τις μεγάλες συναυλίες. Δεν υπήρχαν τότε γραφεία παραγωγής. Η μαμά μου είχε αναλάβει όλο αυτό το κομμάτι για πολλά χρόνια. Και το έκανε με μεγάλη αγάπη και χωρίς να αισθάνεται ότι πάει πίσω η καριέρα της. Κατάφεραν επίσης να φτιάξουν αυτόν τον υπέροχο χώρο, το «Μεταξουργείο», όπου στέγασαν όλα όσα ήθελαν να κάνουν. Υπήρχε σεβασμός, θαυμασμός και ελευθερία. Και ένας έρωτας μεγάλος. Γι’ αυτό και έμειναν μαζί τόσα πολλά χρόνια. Το λέω γιατί δεν είναι πολύ εύκολο να συνυπάρξουν δυο καλλιτέχνες.

«Μεγαλώνοντας είμαι λιγότερο φτωχός και περισσότερο μόνος»

– Αν και ο Λουκιανός φαίνεται να αγαπούσε πολύ στην Αθήνα, πού αλλού στον κόσμο θα μπορούσες να τον τοποθετήσεις;

Στην Αμερική, φυσικά, την οποία λάτρεψε. Στη Νέα Υόρκη, που είχε πάει και πάρα πολλές φορές. Γενικά ο Λουκιανός δεν ήταν τύπος της φύσης, της εξοχής, του αθλητισμού. Αγαπούσε την πόλη και νομίζω ότι στην Αμερική των παλιότερων δεκαετιών, της γενιάς του, θα μπορούσε άνετα να ζήσει. Θα του ταίριαζε. Τον επηρέασε και στη μουσική του, άλλωστε. Εκεί θα τον τοποθετούσα και εκεί θα ήθελε να είναι και ο ίδιος.

Λουκιανός Κηλαηδόνης νέος
Από το προσωπικό αρχείο του Λουκιανού Κηλαηδόνη.

– Υπήρξε ποτέ ένας «φτωχός και μόνος καουμπόι»;

Ο ίδιος έλεγε: «Μεγαλώνοντας είμαι λιγότερο φτωχός και περισσότερο μόνος».

– Είχε αγαπημένα τραγούδια;

Αγαπούσε διαφορετικούς συνθέτες και διαφορετικά είδη μουσικής. Σίγουρα πολλούς Αμερικανούς, αλλά αγαπούσε και τον Θεοδωράκη πάρα πολύ. Επίσης τα ρεμπέτικα, τις καντάδες, τα επτανησιακά, την κάντρι. Είχε πει κάποτε ότι αν καταστρεφόταν ο πλανήτης, το τραγούδι που θα κρατούσε είναι το «Autumn leaves». Δεν ξέρω τι έκανε αυτό το τραγούδι μέσα του. Και εννοείται πως όποτε το ακούω εγώ –σε όποια διασκευή– κλαίω.

– Τον φαντάζεσαι σήμερα με πανδημία, χιόνια και καταστροφές να σχολιάζει την επικαιρότητα;

Δεν ξέρω. Πάρα πολλοί με ρωτάνε τι θα έλεγε τώρα ο Λουκιανός. Θα γελούσε σατανικά νομίζω και θα έλεγε: «Τι άλλο θα δούμε πια»; Γενικά ο Λουκιανός πίστευε ότι στο τέλος όλα καλά θα πάνε. «Είμαι παράλογα αισιόδοξος», ήταν ένας τίτλος σε μια συνέντευξή του. Πίστευε πολύ στους ανθρώπους. Και σκέψου ότι ο ίδιος ήταν παιδί γεννημένο στην κατοχή. Ο πατέρας του ήταν εξόριστος για πάρα πολλά χρόνια. Ο Λουκιανός γνώρισε 8-9 χρονών τον πατέρα του. Τον είχε πάει η μάνα του στο Μεταγωγών και εκεί τον πρωτοείδε. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε περάσει πολύ δύσκολα. Είχε πίστη όμως στους ανθρώπους και πάντα έλεγε ότι θα βρεθεί ο δρόμος. Τώρα, πώς θα βρεθεί... αυτό είναι που μας λείπει από τον Λουκιανό.

Πέντε χρόνια μετά

– Τι λες στην κόρη σου, τη Μαρίνα, για τον παππού της; Πώς έχεις αποφασίσει να τον θυμάσαι;

Τα πρώτα δυο χρόνια που είχε φύγει ο Λουκιανός, μου ήταν πολύ δύσκολο να ακούω τα τραγούδια του και δεν τα έβαζα. Ήταν πολύ έντονο τότε το κομμάτι της συγκίνησης και της φόρτισης. Εντωμεταξύ είναι τρομερό πώς η φωνή σού επαναφέρει τη μνήμη. Η εικόνα, μπορώ να σου πω, λιγότερο.

Και η Μαρίνα, λοιπόν, μετά τα δυο χρόνια άρχισε να τον ανακαλύπτει τον παππού της και της αρέσει πάρα πολύ. Αυτό που έχει ενδιαφέρον σήμερα, στα πεντέμισι χρόνια της πια, είναι ότι προσπαθεί να καταλάβει πώς ήταν αυτός ο φοβερός παππούς για τον οποίο ακούει από τους γύρω της και από τους φίλους της ακόμα.

Την μπερδεύει επίσης πολύ το ότι ο δικός της παππούς –που μάλλον ήταν ωραίος τύπος και έγραφε ωραία τραγούδια– «ανήκει» και στους άλλους. Της φαίνεται περίεργο αυτό. Ίσως και να έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται το μέγεθος. Της αρέσει πάντως!

Λουκιανός αφίσα
Από το προσωπικό αρχείο του Λουκιανού Κηλαηδόνη.

– Ποια είναι τα δικά σου αγαπημένα; Της αδερφής σου; Της κόρης σου;

Η Μαρίνα περνάει διάφορες φάσεις. Καλά, εννοείται το «Είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόι», αλλά της αρέσει πολύ το «Κάνει Καλό», το «Πάρτι», το «Ματς». Εγώ και η αδερφή μου ξεχωρίζουμε τη «Χαμηλή πτήση». Εμένα μου αρέσει πάρα πολύ και το «Θα δραπετεύσω».

– Πέντε χρόνια χωρίς τον Λουκιανό. Σκέψεις και συναισθήματα.

Καταρχάς, μου φαίνεται απίστευτο πότε πέρασε τόσος καιρός. Η Μαρίνα ήταν πέντε μηνών όταν έφυγε ο Λουκιανός. Είχε απίστευτη χαρά με τη Μαρίνα. Την πήρε όμως ελάχιστες φορές στην αγκαλιά του. Σαν να φοβόταν μην σπάσει. Ήταν πολύ συγκινημένος. Πάρα πολύ. Συνυπήρξαν για λίγο και, όσο και αν ακούγεται περίεργο, ήταν σαν μια μετάβαση αυτό το διάστημα. Εμένα μου έτυχαν δυο πολύ σημαντικά γεγονότα, γέννηση και θάνατος μαζί. Ζορίστηκα είναι η αλήθεια, αλλά απ’ την άλλη η ζωή τα έφερε πολύ ωραία.

Αν και έχουν περάσει πέντε χρόνια, ο Λουκιανός είναι παρών. Έτσι είναι με τους πολύ κοντινούς μας ανθρώπους. Νιώθεις την παρουσία τους.

– Κλείνοντας τη μεγάλη μας κουβέντα, τι περιλαμβάνει η νέα ιστοσελίδα;

Ο Λουκιανός σε όλη του τη ζωή κρατούσε ένα απίστευτα σχολαστικό αρχείο, με παρτιτούρες, φωτογραφίες, στίχους, σημειώσεις, μεγάλο κομμάτι του οποίου ψηφιοποιήθηκε όσο ήταν ο ίδιος εν ζωή. Όταν έφυγε πια, μας είχε αφήσει τόσο καλά οργανωμένο υλικό, που θεωρήσαμε ότι θα ήθελε και ο ίδιος να είναι προσβάσιμο στον κόσμο. Η νέα αυτή ιστοσελίδα, λοιπόν, περιλαμβάνει το σύνολο της καλλιτεχνικής του πορείας, όπως και τη βιογραφία του, που συνέγραψε η Άννα Βαγενά. Οι επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να περιπλανηθούν στη ζωή και το έργο του Λουκιανού, να δουν φωτογραφίες και να αποκτήσουν πρόσβαση στο σύνολο της δισκογραφίας του, στη μουσική που έγραψε για το θέατρο και τον κινηματογράφο, σε σημαντικές συνεντεύξεις του καθώς και στις εμβληματικές συναυλίες του.

 

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.