THE MONSTERS I LIVE WITH: ΜΙΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ ΚΕΡΑΜΕΙΚΟ
Η Βασιλική-Μαρία Πλαβού, επιμελήτρια της έκθεσης «The Monsters I Live With», μας προσκαλεί στον Κεραμεικό σε μια συνάντηση μύθου, design και καθημερινότητας.
Πότε συναντιούνται μύθος και design; Ποιος είναι ο ρόλος του και πώς πληροφορεί τα αντικείμενα με τα οποία συγκατοικούμε; Ποια τέρατα κουβαλάμε στην καθημερινότητά μας και πώς γίνονται μορφές αφήγησης, μνήμης και δημιουργίας; Αυτά τα ερωτήματα βρίσκονται στην καρδιά της έκθεσης «The Monsters I Live With», σε επιμέλεια της Βασιλικής-Μαρίας Πλαβού, η οποία πραγματοποιείται σε έναν ιδιαίτερο χώρο: τον πρώτο όροφο του κτιρίου στην οδό Παραμυθίας 11, στον Κεραμεικό, που έχει σχεδιαστεί από τον ιστορικό αρχιτέκτονα Αριστομένη Προβελέγγιο. Στο ισόγειο στεγάζεται το εστιατόριο PROVELEGGIOS, που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του.
Επηρεασμένος από τις αναφορές σε μυθικά τέρατα, ρωτάω τη Βασιλική-Μαρία Πλαβού πώς θα συμπεριφέρονταν τα έργα στον χώρο αν ήταν ζωντανά πλάσματα. «Μα είναι ζωντανά πλάσματα!» με διαβεβαιώνει. «Κάθε γλυπτικό αντικείμενο στη συγκεκριμένη έκθεση περιμένει να φιλοξενήσει τον άνθρωπο και τις δραστηριότητές του».
Όπως εξηγεί, οι «Σφίγγες» της Νίκης-Δανάης Χανιά είναι ένας άλλος θρόνος, η εγκατάσταση των Astronauts είναι ένα διπλό κάθισμα που θα φιλοξενήσει πυρετώδεις συζητήσεις, το «Relic» των Πάνου Προφήτη και Μανώλη Λεβεδιανού συνδέει παραδοσιακά μοτίβα με την ιστορία μιας οικογένειας, οι «Sea Anemones» των Δέσποινας Χαριτωνίδη και Δανάης Δασύρα και Joe Bradford είναι μια στιγμή ανάπαυλας, η εγκατάσταση του Δημήτρη Ταμπάκη επεξεργάζεται τον αστερισμό του δωματίου σημειώνοντας πάνω σε οικεία modules βίαιες αφηγήσεις της μυθολογίας, το γλυπτό της Δέσποινας Χαριτωνίδη αρχειοθετεί μία ιδιαίτερη υπόθεση συμβίωσης «κοχυλιών» σε μεταβιομηχανικά τοπία.
«Όλα τα τέρατά μας είναι ομιλητικά, ζωηρά, φιλικά, φιλόξενα και θέτουν τον χώρο σε κίνηση!» τονίζει η επιμελήτρια, που μίλησε στο OW για την ιδέα πίσω από την έκθεση, τη σχέση των δημιουργών με παραδοσιακές τεχνικές αλλά και τα τέρατα που κατοικούν στη δική της ζωή.
– Η ιδέα της έκθεσης «The Monsters I Live With» μοιάζει να ακουμπά ταυτόχρονα στη μυθολογία και στην καθημερινότητα. Πώς γεννήθηκε;
Η έκθεση ακουμπά ταυτόχρονα στη μυθολογία, στην καθημερινότητα και στο design. Μέσα σε αυτή την τριαδική σχέση, κάθε έννοια μπορεί να προσεγγιστεί ξεχωριστά από τη συνέργεια των άλλων δύο. Τo design με τον ένα ή άλλο τρόπο ενέχεται στην καθημερινότητά μας και μας βοηθά να προσεγγίσουμε τον μύθο. Ο μύθος λειτουργεί ως ερμηνευτικό εργαλείο του συναισθηματικού μας κόσμου και εν δυνάμει μετασχηματίζει την καθημερινότητά μας. Η καθημερινότητά μας «ανατρέπεται», ξεπερνά το τετριμμένο όλες αυτές τις στιγμές που υπάρχει μία ανάταση, σχεδόν μυθολογικής διάστασης – ταυτίζεται εκείνη τη στιγμή με κάτι πέραν του μέτρου και φωλιάζει με τη σειρά της στο οικείο και ασφαλές περιβάλλον μας, που κάπως ορίζεται γεωμετρικά, απτικά, αισθητικά από μία έκφανση του design. Με ενδιαφέρουν τρομερά αυτές οι σχέσεις και αποτελούν σημεία για την ίδια μου την καθημερινότητα και πορεία.
Το ευτυχές ήταν ότι δεν ήμουν η μόνη που την απασχολούσαν τα ζητήματα αυτά, αλλά απασχολούσαν με την ίδια ένταση και τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες της έκθεσης, οι οποίοι είναι οι Astronauts (Δανάη Δασύρα & Joe Bradford), Πάνος Προφήτης και Μανώλης Λεβεδιανός (Ludd Lab), Νίκη-Δανάη Χανιά, Δέσποινα Χαριτωνίδη, και Δημήτρης Ταμπάκης. Χωρίς αυτούς το εγχείρημα δε θα είχε καμία βάση, θα έμενε αποτυπωμένο ως μια χειρόγραφη ιδέα σε μία κόλλα χαρτί.
Παρακολουθώντας τη δουλειά αυτών των καλλιτεχνών για σειρά ετών, μπορούσα να αναγνωρίσω πολλές από αυτές τις εννοιολογικές αγωνίες στο έργο τους. Το ενδιαφέρον στη χρονικότητα ήταν οι εκάστοτε αναγωγές και εξελίξεις, μπορούσε κανείς να δει πώς ο σχεδιασμός, η διαχείριση της υλικότητας, η τεχνική γίνονται πιο ακριβείς, πιο ουσιαστικοί στο νόημα που θέλουν να αποτυπώσουν. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις αυτά τα παιδιά να ωριμάζουν, να «ανεβάζουν» τα στοιχήματά τους, να σε εκπλήσσουν και να προκαλούν τη σκέψη και τη φαντασία σου.
Αισθάνομαι πως ήρθε η ώρα «να στρώσουμε το τραπέζι» ανοιχτά. Οι συζητήσεις μας, οι ιδέες μας, τα σχέδιά μας και οι πολλαπλές κατασκευές θα μπορούσαν να συνεχιστούν εσαεί. Αλλά σε ένα σημείο όπου η ιδέα και η κατασκευή έχουν ζυγισθεί μέσα μας, παίρνουν σάρκα και οστά και ανοίγουν στο κοινό. Κάθε καλλιτέχνης και κάθε designer περιμένει αυτή τη στιγμή της αλληλεπίδρασης με το κοινό. Αναπτύσσεται εκεί ένας διάλογος που πληροφορεί τόσο το κοινό με μία πιο ιδιοσυγκρασιακή οπτική, αποκαλύπτει κάτι και για τους ίδιους τους δημιουργούς.
– Τα «τέρατα» συνδέονται παραδοσιακά με τον φόβο και την απειλή, ενώ το design με την αισθητική και τη βελτίωση της ζωής μας. Πώς συναντιούνται αυτά τα δύο φαινομενικά αντίθετα πεδία;
Τα «τέρατα», ναι, φαινομενικά έχουν μία πιο «σκοτεινή διάσταση». Ωστόσο, στην αναδρομή της γέννησής τους ανακαλύπτουμε μία «ανθρώπινη» ιστορία και αυτό μας επιτρέπει να ξαναδούμε τους εαυτούς μας, την καθημερινότητά μας, τα καλά και τα κακά μας. Είναι ένας καθρέφτης μας.
Αντίστοιχα, το design είναι μια γλώσσα που αντικατοπτρίζει τις επικρατούσες ιδέες για την αισθητική και τη ζωή εν γένει. Στο πεδίο αυτό αποτυπώνονται στιγμές ξεγνοιασιάς, αλλά και στιγμές κατεπείγοντος, μεταξύ άλλων. Η αισθητική του design προτάσσει μια συγκεκριμένη ηθική.
Ειδικά για τη δική μας παράδοση, το τέρας έχει τη διάσταση του «ιερού» και είναι ο χαρακτήρας αυτός που κουβαλάει κάτι τρομερά πολύτιμο (δείτε το παράδειγμα του κυνοκέφαλου Χριστοφόρου). Τα «τέρατα» της έκθεσης είναι μια αντίστοιχη ιστορία, είναι υλικές διατυπώσεις που κουβαλούν την ελληνική δημιουργική κουλτούρα. Αυτό είναι το design που με ενδιαφέρει και αυτό είναι το ελληνικό design που συμβαίνει τώρα.
– Πώς έγινε η επιλογή και ο συντονισμός αυτών των τόσο ξεχωριστών δημιουργών;
Εάν προσπαθούσαμε να αποτυπώσουμε τη σύγχρονη ελληνική σκηνή του design, οι συμμετέχοντες δημιουργοί της έκθεσης θα ανήκαν στον πυρήνα αυτό. Οι καλλιτέχνες Astronauts (Δανάη Δασύρα και Joe Bradford), Πάνος Προφήτης σε συνεργασία με Ludd, Δημήτρης Ταμπάκης, Νίκη-Δανάη Χανιά, Δέσποινα Χαριτωνίδη εργάζονται χρόνια στο ειδικό genre του art & design. Έχουν μια παραδειγματική πορεία στον χώρο και έργα με ταυτότητα.
Ως αρχιτέκτονας και ανεξάρτητη επιμελήτρια, με ειδικό ενδιαφέρον στο design, παρακολουθούσα για χρόνια την πορεία των παιδιών – ο τρόπος που εξελίσσονται δημιουργικά, τα στοιχήματα και τα επόμενά τους βήματα, η αγάπη τους για το craftsmanship, οι τρόποι συνεργασίας, συμπαράστασης και ανταλλαγής γνώσης.
Έτσι, η ανάγκη για τη συγκρότηση ενός πλαισίου παρουσίασης αυτής της συλλογικής ώσμωσης έγινε για μένα προτεραιότητα.
– Η συνεργασία με τους καλλιτέχνες ξεκίνησε από ένα άτυπο φόρουμ στην Τήνο. Γιατί στην Τήνο;
Η Τήνος από μόνη της είναι ένα σημείο αναφοράς για τις παραδοσιακές τέχνες. Η τέχνη του μαρμάρου και η κεραμική δεν περιορίζονται στις προθήκες του τοπικού μουσείου, αλλά παραμένουν ζωντανές σε αυτό το νησί. Μέσα από την αρχιτεκτονική και τις αναφορές, αλλά κυρίως μέσα από τοπικούς τεχνίτες που συνεχίζουν να επινοούν την «καθημερινή ζωή» χρησιμοποιώντας ως γλώσσα έκφρασης το μετιέ τους.
Ειδικά για τους συμμετέχοντες της έκθεσης, η Τήνος είναι ένα κοινό σημείο αναφοράς τους ως δημιουργικό τερέν. Εκεί οι καλλιτέχνες το καλοκαίρι μεταχειρίζονται ένα άτυπο δημιουργικό φόρουμ, πειραματίζονται με τοπικά υλικά, τεχνικές και συνεργάζονται με ντόπιους τεχνίτες. Το trial and error λειτουργεί όχι μόνο ως μέσο καλλιτεχνικής αναζήτησης, αλλά και ως τρόπος επαναπροσδιορισμού της έννοιας του «κατοικείν». Η καθημερινή τους συμβίωση στην Τήνο, με τις συζητήσεις, τη μαγειρική, τις επισκέψεις στο αρχαιολογικό μουσείο, διαμορφώνει μια άρρητη συλλογική κουλτούρα, που διαπερνά τα έργα τους.
– Σε κάποια έργα τα στοιχεία που «καθρεφτίζουν» τη συνύπαρξη με παραδοσιακούς τεχνίτες και τις τεχνικές τους είναι πιο εμφανή, σε άλλα όχι. Πώς είδατε εσείς γενικά αυτή την αλληλεπίδραση;
Η κληρονομιά του craftsmanship δεν περιορίζεται στην αναπαραγωγή των σταθεροποιημένων παραδοσιακών αντικειμένων, αλλά είναι μία δυναμική γνώση που εξελίσσεται και επικαιροποιείται λαμβάνοντας υπόψη νέες υλικότητες και μεθόδους.
Στην περίπτωση του έργου «Relic», του Πάνου Προφήτη και του Μανώλη Λεβεδιανού, έχουμε την αναπαραγωγή της Σκυριανής ξυλουργικής, μέσα από μία νέα ερμηνεία και τη χρήση των σύγχρονων ψηφιακών μέσων. Η εγκατάσταση του Δημήτρη Ταμπάκη συσσωρεύει τη γνώση μιας ευρείας γκάμας τεχνικών μεταλλοτεχνίας, όπως χυτεύσεις, οξειδώσεις κ.λπ.
Οι «Σφίγγες» της Νίκης-Δανάης Χανιά γεννιούνται μέσα στη σοφία της ξυλοτεχνίας. Η Δέσποινα Χαριτωνίδη εργάζεται σε ένα τρομερά απαιτητικό επίπεδο με εξειδικευμένες συγκολλήσεις χυτών μετάλλων. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό πως σε όλη της την καλλιτεχνική πορεία, τα έργα της έχουν μία εμβληματική αίσθηση αυτονομίας. Μέσα από τις μακρόχρονες συνεργασίες με εξειδικευμένους τεχνίτες, η ίδια σήμερα αντιμετωπίζει μόνη της αυτά τα σωματικά, απαιτητικά έργα. Στη συνεργασία των δύο τελευταίων στο έργο «Sea Anemones» διαβάζουμε hacked τεχνικές, από τη μια τη διαχείριση βιομηχανοποιημένων μεταλλικών σωλήνων και από την άλλη την κατάκτηση της χημείας στην παραδοσιακή κεραμική τέχνη.
Τέλος, στην περίπτωση των Astronauts (Δανάη Δασύρα και Joe Bradford), το έργο «Gemini» είναι ένα ανεπανάληπτο χειροποίητο αντικείμενο, όσο κι αν ο φουτουριστικός του χαρακτήρας πάει να μας ξεγελάσει. Η τεχνική της υδροστατικής κοίλανσης (hydroforming), που στην ελληνική επαρχία παρατηρείται ως κάποια απώλεια ύδρευσης, εδώ βρίσκει την πιο δημιουργική της εκτόνωση. Επιπλέον, το καλλιτεχνικό δίδυμο ενσωματώνει στο έργο του κομμάτια της ελληνικής υφαντουργικής τέχνης, με περίτεχνες και κοπιώδεις φλοκάτες της Ηπείρου.
Όλη η δημιουργική πορεία των συμμετεχόντων υποστηρίζεται από μία ενδελεχή έρευνα της ελληνικής οικοτεχνίας και έναν αξιοθαύμαστο τρόπο συνεργασίας με τους τεχνίτες, τους κοινωνούς της άυλης κληρονομιάς μας.
– Αν μπορούσατε να επιλέξετε έναν μύθο που δεν εμφανίζεται στην έκθεση, αλλά θα θέλατε να τον δείτε μετουσιωμένο σε έργο design, ποιος θα ήταν;
Ένας από τους αγαπημένους μου μύθους σχετίζεται με το Ερέχθειο. Το Ερέχθειο στεγάζει τη διαμάχη διεκδίκησης της πόλης από την Αθηνά και τον Ποσειδώνα, συνδέεται όμως με πολλούς μύθους, ανάμεσά τους και με τη λατρεία του Ηφαίστου.
Όσο πιο συμπυκνωμένα μπορώ να περιγράψω τον μύθο, η θεά Αθηνά είχε την ανάγκη να έχει το πιο δυνατό δόρυ για την επικείμενη μάχη της. Στράφηκε στον ηλικιωμένο Ήφαιστο, θεό της φωτιάς και της μεταλλουργίας, τον καλύτερο τεχνίτη για κάτι τέτοιο. Της ζήτησε όμως ως αντάλλαγμα να κοιμηθεί μαζί του. Η Αθηνά τον απώθησε, ο Ήφαιστος ολοκλήρωσε και στο σημείο που έπεσε το σπέρμα του, γεννήθηκε το παιδί τους, ο ήρωας Εριχθόνιος – μισός άνθρωπος, μισός φίδι.
Κλείνοντας το μάτι στον Rem Koolhaas, θα συμπλήρωνα πως η αρχιτεκτονική ως μία μορφή διπλωματίας είναι ένα παλιό και καλά δοκιμασμένο κόλπο.
– Πώς θα περιγράφατε την εμπειρία που βιώνει ο επισκέπτης της έκθεσης;
Η εμπειρία του θεατή αισθάνομαι ότι έχει την ελαφρότητα του χορού με γυμνά πόδια, στις καλοκαιρινές μας διακοπές, στο σπίτι της γιαγιάς, ακούγοντας το αγαπημένο μας τραγούδι.
– Πώς επιλέχθηκε ο συγκεκριμένος χώρος για να τη φιλοξενήσει; Είναι κι αυτός τελικά ένα στοιχείο της όλης σύνθεσης;
Η συγκεκριμένη συλλογή έργων ήθελα να παρουσιαστεί σε έναν χώρο στην κλίμακα της κατοικίας. Αυτό θα επέτρεπε τους συσχετισμούς σε ένα «μάτι» που το design δεν του είναι το ίδιο προσφιλές.
Ως αρχιτέκτονας προτιμώ πάντα τα επιμελητικά μου εγχειρήματα να φιλοξενούνται σε χώρους με ταυτότητα και αρχιτεκτονικές αξίες. Το εν λόγω κτίριο είναι σχεδιασμένο από τον ιστορικό αρχιτέκτονα Αριστομένη Προβελέγγιο. Η ανανέωση του κτιρίου, με τη φιλοξενία του εστιατορίου PROVELEGGIOS, δείχνει πως οι ίδιες αρχιτεκτονικές αγωνίες συνεχίζουν να διαποτίζουν αυτό το οίκημα.
Οι δρόμοι μας με το γραφείο [trail]practice, που έχει επιμεληθεί τον σχεδιασμό του εστιατορίου, και τη διεύθυνση του εστιατορίου, που χαρακτηριστικά βαδίζει με το design, από τον χώρο μέχρι τη γαστρονομική πρόταση και τις γεύσεις, ήταν ένας ελκυστικός συνδυασμός.
Πιο πολύ απ’ όλα όμως ήταν η σχέση με τον Μάνο Μπαμπούνη, επικεφαλής της [trail]practice, με τον οποίο μοιράζομαι την ίδια αίσθηση της «αδιανόητης φιλοξενίας». Και για τους δυο μας, η πρακτική μας φέρει μεγάλη προσοχή στη λεπτομέρεια και αυθεντική φροντίδα, μεταμορφώνοντας την επίσκεψη σε κάτι παραπάνω, σε μία βαθύτερη σύνδεση με τον φιλοξενούμενο. Το εστιατόριο PROVELEGGIOS είναι συντονισμένο στο ίδιο σήμα. Οι ομάδες του [trail]practice και του PROVELEGGIOS είναι πρώτα οικοδεσπότες και φροντιστές του εν λόγω εγχειρήματος, και μετά ξεχωριστοί βιρτουόζοι στο μετιέ τους.
– Σε προσωπικό επίπεδο, η επιμέλεια ή το design σάς βοηθούν να «ξορκίζετε» δικά σας τέρατα;
Ωραία ερώτηση. Όπως προδίδει και ο τίτλος της έκθεσης, «The Monsters I Live With», προσωπικά επιλέγω να ζω με τα τέρατά μου και αυτό είναι μία συμβιωτική προσέγγιση. Ο «εξορκισμός» είναι η καθημερινή προσπάθεια του να σχετίζομαι με τα πεδία, να τσαλαβουτάω στην επιμέλεια, να λερώνομαι με το design. Μου δίνει μεγάλη ευχαρίστηση.
– Ποιο «τέρας» της σύγχρονης κοινωνίας θεωρείτε πιο επίμονο;
Στις μέρες μας, οι απειλητικοί κίνδυνοι δεν είναι τόσο εμφανείς. Δεν μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε ποια είναι η ρίζα του κακού ή ποιο δεινό είναι χειρότερο από το άλλο, ποιο προηγείται, κ.ο.κ. Είναι δύσκολοι οι καιροί μας.
Στην κλίμακα του καθημερινού, προσωπικά δυσκολεύομαι με την καταιγίδα της αυτοβελτίωσης, που αναλύεται σε μία τοξική παραγωγικότητα χωρίς αποκρυσταλλωμένο στόχο, τα επιβεβλημένα πρότυπα για τη γυναίκα, τη μητρότητα και ένα είδος εκβιασμένης θετικότητας. Είναι σημεία που στερούν την ελευθερία μας και την απόλαυση της ζωής.
– Αν έπρεπε να δώσετε στον εαυτό σας έναν μυθολογικό ρόλο μέσα στην έκθεση, ποιος θα ήταν;
Χμμμ, δεν το έχω σκεφτεί. Έχοντας μοιραστεί και αναπτύξει την «κουζίνα» της έκθεσης «The Monsters I Live With», ο δείκτης θα πρόδιδε την Εστία.
Η έκθεση design «The Monsters I Live With» θα διαρκέσει έως τις 28 Σεπτεμβρίου 2025, στον πρώτο όροφο της Παραμυθίας 11, στον Κεραμεικό (ακριβώς πάνω από το εστιατόριο PROVELEGGIOΣ).