ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΠΟΥ ΑΝΤΕΧΕΙ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ
Η φθορά σε μια μακροχρόνια σχέση φαίνεται ότι είναι αναπόφευκτη. Αυτά είναι τα δυσάρεστα νέα. Τα καλά νέα είναι ότι πάντα μπορούμε παλέψουμε τη σχέση και να την εξελίξουμε. Αρκεί να το θέλουμε και οι δύο.
Ξεκινάς μια σχέση και η στοργή, το χάδι, η αγκαλιά, το ζεστό βλέμμα είναι εκεί, έτοιμα να σε πείσουν ότι αξίζει να είσαι με αυτόν τον άνθρωπο. Και κάπως έτσι η σχέση γίνεται μακροχρόνια. Αποφασίζεις να συγκατοικήσετε, ίσως να παντρευτείτε ή να υπογράψετε σύμφωνο συμβίωσης. Ή απλώς να συνεχίσετε τη ζωή σας μαζί. Ενδεχομένως να κάνετε παιδιά, να περάσετε μαζί ασθένειες ή και απώλειες αγαπημένων ατόμων, να αλλάξετε δουλειές, να τις χάσετε ή να βρείτε καλύτερες.
Τα χρόνια περνούν. Και κάποια στιγμή συνειδητοποιείς ότι αυτή η στοργή, που ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος της σχέσης σας, το ανέμελο χάδι, η ανακουφιστική αγκαλιά, το καθησυχαστικό βλέμμα, δεν είναι πια εκεί. Αναρωτιέσαι σε ποιο σημείο του κοινού σας δρόμου χάθηκαν και –ακόμα περισσότερο– αν θα μπορούσες να τα βρεις. Ή μάλλον να τα βρείτε από κοινού και να γίνετε ξανά αυτοί που ήσασταν 10, 20, 30 χρόνια πριν. Τότε μπορεί να σκεφτείς: «Μα, ούτε εγώ δεν είμαι ίδιος με 10, 20, 30 χρόνια πριν». Οπότε κάνεις τη συνειδητοποίηση, ίσως με τρόμο: «Ούτε η σχέση, λοιπόν, μπορεί να είναι ίδια στο σήμερα».
Τι γίνεται όταν χάνεται το χάδι από μια μακροχρόνια σχέση;
Πολλές φορές η συνειδητοποίηση ότι κάτι δεν πάει καλά σε ένα ζευγάρι έρχεται μέσα από την έλλειψη τρυφερότητας από τον έναν εκ των δύο συντρόφων. Αποσύρει διακριτικά το χέρι του, δεν ανταποκρίνεται στο χάδι, αποφεύγει την αγκαλιά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να πυροδοτείται πλήθος αρνητικών συναισθημάτων στον άλλο σύντροφο. Αίσθημα απόρριψης, ματαίωσης, εκμετάλλευσης, μειωμένη αυτοπεποίθηση…
«Οι αιτίες που συμβαίνει αυτό μπορεί να είναι τόσες όσες και οι σχέσεις που υπάρχουν», εξηγεί ο Γιάννης Κορκοτσέλος, σωματικός ψυχοθεραπευτής. «Μπορεί ο ένας από τους δύο συντρόφους να έχει αποτραβηχτεί επειδή τη δεδομένη περίοδο βρίσκεται σε ένταση στην εργασία του/της. Ή γιατί έχει αρχίσει να χάνει το ερωτικό ενδιαφέρον για τον/τη σύντροφό του. Ενδεχομένως να σχετίζεται με το γεγονός ότι δεν έχει μάθει να κάνει τόσο μακροχρόνιες σχέσεις. Ή με το ότι βρίσκεται σε μια φάση που χρειάζεται να επενδύσει τη λίμπιντο, την ενέργειά του, σε κάτι άλλο εκτός από τον/τη σύντροφό του».
«Σε κάθε περίπτωση, όταν μιλάμε για έλλειψη χαδιού, στην ουσία έχουμε να κάνουμε με το ότι έχει χαθεί η επικοινωνία στο ζευγάρι», ξεκαθαρίζει. «Αυτή η επικοινωνία σχετίζεται κυρίως με τον τύπο δεσμού που έχουν οι δύο σύντροφοι μεταξύ τους, αλλά και με αυτόν που κουβαλάνε από τις πρώτες τους οικογένειες. Πώς έχουν μάθει, δηλαδή, να συνδέονται μακροχρόνια με τους γονείς τους και τι είδους δεσμούς έχουν αναπτύξει.
»Ας πάρουμε, για παράδειγμα, ένα άτομο που βίωνε συναισθηματική στέρηση από την οικογένεια του, αλλά μπόρεσε να συνάψει μια σχέση με τον/τη σύντροφό του, στην οποία το χάδι και το άγγιγμα λειτουργούσαν, τουλάχιστον αρχικά. Στη διαδρομή, όσο η σχέση φθίνει –πράγμα που συμβαίνει πάντα στις σχέσεις– επανέρχονται και οι δύο σύντροφοι στα γονεϊκά/κοινωνικά τους πρότυπα και επαναπροσδιορίζονται βάσει αυτών ως άνθρωποι και ως ζευγάρι. Αυτό συμβαίνει σε όλους μας πολλές φορές».
Η ανατομία των μακροχρόνιων σχέσεων
Αν μία σχέση είναι ένα «συμβόλαιο», όπως αποκαλούν οι ψυχοθεραπευτές τις κοινές συμφωνίες των δύο ατόμων, το συνειδητό του κομμάτι περιλαμβάνει επιλογές όπως: «Επιλέγω αυτόν τον σύντροφο γιατί είναι ειλικρινής και έχει χιούμορ». Παράλληλα, υπάρχουν ασυνείδητα μέρη, που αφορούν τα βιώματα και τις καταβολές καθενός.
«Το ζευγάρι είναι ένα σύστημα που αποτελείται αρχικά από δύο άτομα, και περισσότερα όταν κάνουν παιδιά», λέει ο κ. Κορκοτσέλος. «Μέσα σε αυτό ενυπάρχουν και οι καταβολές του καθενός. Γονείς, πεθεροί, αδέρφια. Κάποια στιγμή αυτό το σύστημα πιάνει μια ισορροπία. Διαρκώς, όμως, βάλλεται από εξωτερικά ερεθίσματα και χρειάζεται να υπάρχει και ο χρόνος και η κατάλληλη επικοινωνία μεταξύ των μερών, ώστε να ενσωματώνονται τα ερεθίσματα αυτά και να βρίσκονται πάντα καινούριες ισορροπίες».
Ας πάρουμε την περίπτωση που ένας από τους δύο εξελίσσεται επαγγελματικά, οπότε μπορεί να μην υπάρχει ο ίδιος κοινός χρόνος. «Το ζευγάρι καλείται να συμφωνήσει συνειδητά σχετικά με το τι θα χαθεί στη σχέση και τι είναι αυτό που μπορεί να προσφέρει ο καθένας», εξηγεί ο κ. Κορκοτσέλος. «Η λέξη κλειδί είναι η επικοινωνία, το να μιλούν ανοιχτά για όσα αισθάνονται, να συζητήσουν αν αντέχουν τη νέα συνθήκη ή όχι, και να βρουν εναλλακτικές στο κομμάτι της συντροφικότητας».
Ρωτάω τι γίνεται στην περίπτωση που η επικοινωνία ή ένα είδος της (π.χ. η σωματική επαφή, το άγγιγμα) αρχίσει να φθίνει στο πλαίσιο μιας μακροχρόνιας σχέσης. Διαταράσσεται όλο το σύστημα; «Ναι», μου απαντάει ο συνομιλητής μου «και μέχρι να καταρρεύσει, υπάρχει ο χρόνος να γίνουν διορθωτικές κινήσεις».
Βοηθάει η θεραπεία ζεύγους;
Για να το πούμε διαφορετικά, κάθε ζευγάρι δημιουργεί έναν χορό, ο οποίος κάποια στιγμή με την πάροδο του χρόνου, γίνεται προβληματικός. Τι μπορούμε να κάνουμε ώστε να συντονιστούν και πάλι τα βήματά μας; «Η βάση του χορού αυτού είναι το συναίσθημα. Πρόκειται για τον κύκλο των συναισθημάτων που παράγονται στους δύο συντρόφους όταν αρχίσει να δημιουργείται απόσταση μεταξύ τους», εξηγεί ο κ. Κορκοτσέλος.
«Όταν τα συναισθήματα είναι τόσο έντονα, που δεν υπάρχει χώρος για γόνιμο διάλογο, χρειάζεται ένα είδος διαιτητή. Ένας ανεξάρτητος παρατηρητής, ο οποίος βρίσκεται στη μέση και, όταν ο ένας σύντροφος προσπαθεί να εισχωρήσει στον χώρο του άλλου με τρόπο παρεμβατικό, “βίαιο”, θα πει: “Περίμενε, τώρα βλέπεις τι κάνεις εσύ; Αυτό που σου λέει, τι σε κάνει να αισθάνεσαι;” Αυτό δεν μπορούν να το κάνουν οι δυο σύντροφοι μεταξύ τους – και δεν έχει να κάνει με τη γνώση, αλλά με το συναισθηματικό φορτίο που κουβαλούν. Το να κάνουν μαζί οι δυο σύντροφοι θεραπεία για τη σχέση τους, που είναι μια οντότητα πολύ πιο σύνθετη και περίπλοκη από το κάθε άτομο, είναι ένα σενάριο που λειτουργεί».
ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΕΛΛΕΙΨΗ ΧΑΔΙΟΥ, ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΕΧΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟ ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΧΑΘΕΙ Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΖΕΥΓΑΡΙ.
Υπάρχει σήμερα το «μαζί» σε μια μακροχρόνια σχέση;
Πριν από 40 χρόνια, τα πράγματα στις σχέσεις ήταν πολύ ξεκάθαρα. Ήταν έτσι δομημένες, που καθένας είχε έναν απολύτως συγκεκριμένο ρόλο, ήξερε τι να κάνει σε κάθε συνθήκη. Σήμερα επικρατεί το χάος. Δεν υπάρχει σταθερότητα, τα πράγματα αλλάζουν συνεχώς. Ο ρόλος της γυναίκας –πολύ καλώς– έχει αλλάξει σημαντικά, δημιουργώντας βέβαια αναταραχή στο σύστημα.
«Το “εγώ” είναι πάνω από όλα», εκτιμά ο κ. Κορκοτσέλος. «To “μαζί” είναι το ζητούμενο. Ο άκρατος ανταγωνισμός και η κατανάλωση εντείνουν το πρόβλημα. Η επικρατούσα αντίληψη είναι ότι δεν χρειάζεται να επιδιορθώσουμε κάτι, αφού μπορούμε να το αντικαταστήσουμε με κάτι καινούργιο. Και αυτό, φυσικά, δεν ισχύει μόνο για τη φριτέζα! Επεκτείνεται και στις σχέσεις και στους ερωτικούς συντρόφους. Σε μια τέτοια κοινωνία, όλα είναι υπό διαπραγμάτευση μέχρι να βρεθεί μια καινούρια ισορροπία».
Άραγε υπάρχει κάποιο σημείο που μαρτυρά ότι μια σχέση έχει τελειώσει και δεν έχει νόημα να προσπαθήσουμε άλλο; «Αν πίστευα ότι υπάρχει, θα έκανα άλλη δουλειά!», λέει γελώντας ο κ. Κορκοτσέλος. «Θεωρητικά, υπάρχει. Είναι όταν ο ένας από τους δύο συντρόφους δεν έχει καμία διάθεση να προσπαθήσει. Στην περίπτωση, όμως, που θέλουν και οι δύο να προσπαθήσουν για τη σχέση τους, είναι βέβαιο ότι θα καταφέρουν να την βελτιώσουν πάρα πολύ».
6 τρόποι για να ενισχύσουμε τη συντροφικότητα σε μια μακροχρόνια σχέση
1. Αναζητούμε ποιοτικό χρόνο για μας
Ίσως αυτό να αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη πρόκληση σε μια μακροχρόνια σχέση. Ωστόσο, αξίζει να προσπαθούμε να βρίσκουμε χρόνο για τους δυο μας στην καθημερινότητά μας, έστω κι αν πρόκειται για ένα μισάωρο το βράδυ πριν κοιμηθούμε, για να συζητήσουμε, να επικοινωνήσουμε, να ανταλλάξουμε απόψεις. Μπορούμε, επίσης, να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε ορισμένες από τις τελετουργίες που είχαμε παλιότερα ως ζευγάρι, όπως το να φάμε μαζί, χωρίς να κοιτάμε το κινητό ή να βλέπουμε τηλεόραση, ή να αναζητούμε ευκαιρίες για να φεύγουμε οι δυο μας για ένα σαββατοκύριακο.
2. Αυτοαποκαλυπτόμαστε στον άλλο
Προσπαθούμε να επικοινωνούμε την καθημερινότητά μας, τα συναισθήματα, τις αγωνίες, τα όνειρα, τους φόβους μας, χωρίς να προσδοκούμε από τον άλλο μια λύση. Είναι επίσης σημαντικό, στο πλαίσιο αυτό της αυτοαποκάλυψης, ο/η σύντροφος να μην γίνεται ο σάκος του μποξ ή ο θεραπευτής μας.
3. Δίνουμε χώρο ο ένας στον άλλο
Είναι πολύ σημαντικό σε μια μακροχρόνια σχέση να υπάρχει ένας χώρος όπου μπορεί να εκφραστεί το διαφορετικό κομμάτι του καθενός. Ας μην ξεχνάμε ότι δεν είμαστε ίδιοι, έχουμε άλλες ανάγκες και άλλες καταβολές. Ο χώρος αυτός μερικές φορές χρειάζεται να είναι κυριολεκτικός και άλλες μεταφορικός. Ένα χωριστό δωμάτιο-γραφείο, μερικές ώρες μακριά από το σπίτι ή συναναστροφή με άλλους ανθρώπους χωρίς την παρουσία του/της συντρόφου, είναι πράγματα που βοηθούν τα άτομα να «αναπνεύσουν». Εξάλλου, μια απολύτως συμβιωτική σχέση συνήθως δεν είναι υγιής.
4. Επανορθώνουμε μετά από έναν καβγά
Σε έναν καβγά ακούγονται συχνά πράγματα που μπορεί να πληγώσουν εμάς ή τον σύντροφό μας βαθιά, τα οποία μας κάνουν να νιώθουμε ότι η σχέση έχει υποστεί πλήγμα. Αυτό, όμως, που έχει σημασία είναι ο τρόπος που επανορθώνουμε. Είναι σημαντικό κάποια στιγμή που θα είμαστε και οι δυο ήρεμοι, να εξηγούμε τους λόγους που πυροδότησαν το ξέσπασμά μας, καθώς και όσα έχουμε την πρόθεση να αλλάξουμε την επόμενη φορά. Έτσι, αποκαθίσταται το αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς και η σχέση εξελίσσεται.
5. Δημιουργούμε θετικές ανατροπές
Όσο αυξάνεται η εγγύτητα σε ένα ζευγάρι, τόσο μειώνεται το πάθος. Η εγγύτητα μπορεί να μας δημιουργεί ασφάλεια και συναισθηματική κάλυψη. Ωστόσο, εξ’ ορισμού στερεί από τη σχέση το «εξωτικό» στοιχείο της ανακάλυψης του άλλου και της έκπληξης. Για να διατηρήσουμε το πάθος σε μια μακροχρόνια σχέση, χρειάζεται κατά καιρούς να δημιουργούμε ευχάριστες ανατροπές. Αυτές μπορεί να είναι ένα δώρο, ένα νέο ρούχο ή ένα απρόσμενο τηλεφώνημα. Αλλά και πιο απλά και συχνά πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως ένα επίμονο βλέμμα ή ένα απρόσμενο ερωτικό άγγιγμα.
6. Ξεκινάμε πρώτοι
Για να αντέξει μια μακροχρόνια σχέση, θα πρέπει οι θετικές αλληλεπιδράσεις να μην ξεκινούν πάντα μόνο από τον έναν. Φυσικά, δεν έχουμε σε κάθε φάση της ζωής μας τις ίδιες ανάγκες ή την ίδια διάθεση. Ωστόσο, είναι σημαντικό να μην αφήνουμε να διαμορφώνονται παγιωμένοι ρόλοι, με τον ένα να είναι πάντοτε αυτός που επιδιώκει την επαφή και ο άλλος ο αποδέκτης της. Οι ρόλοι αυτοί θα πρέπει να εναλλάσσονται ανάμεσα στους συντρόφους ώστε να υπάρχει μια ισορροπία.
Ο Γιάννης Κορκοτσέλος είναι σωματικός ψυχοθεραπευτής, εκπαιδευτής και επόπτης ψυχοθεραπευτών.